Το έχουμε δει και ξαναδεί και ξαναδεί, νήπια ήμασταν και ασπρίζουν πλέον τα μαλλιά μας. Η επίσημη Εκκλησία είτε παραεκκλησιαστικές οργανώσεις είτε τσούρμα απλώς «ευλαβών» να γίνονται πυρ και μανία επειδή ένα έργο τέχνης χλευάζει –λέει– την πίστη τους. Να εξαπολύουν ιερό αγώνα εναντίον του. Να καταριούνται τον δημιουργό του. Να παίρνουν ενίοτε τον νόμο στα χέρια τους.

Το 1988, κάτι ρασοφόροι εισέβαλαν στον κινηματογράφο «Οπερα». Βρισκόμουν μεταξύ των θεατών, κάναμε χάζι στην αρχή το παραλήρημά τους, τους αυτοσχέδιους σταυρούς που κράδαιναν, τα θυμιατήρια με τα οποία λιβάνιζαν. Οταν όμως έβγαλαν μαχαίρια και κομμάτιασαν την οθόνη για να μην προβληθεί ο «Τελευταίος πειρασμός», τότε ανατριχιάσαμε. Οπως ανατριχιάσαμε και στο θέατρο «Χυτήριο», το 2012, που χρυσαυγίτες βουλευτές έσκισαν τη μαρκίζα του έργου «Corpus Cristi» και γιαούρτωσαν τους θεατές. Και τις προάλλες, που το κόμμα «Νίκη» απαίτησε την απαγόρευση του ντοκιμαντέρ «Αδέσποτα κορμιά» ενώ η Μητρόπολη Θεσσαλονίκης περιορίστηκε να ζητήσει την απόσυρση της αφίσας του. «Πώς είναι δυνατόν να εικονίζεται εσταυρωμένη στη θέση του Ιησού μία ημίγυμνη έγκυος, με χαρακτηριστικά που παραπέμπουν στην Παναγιά μας;» εξεμάνη μία, «δεξιά του Κυρίου», ραδιοφωνατζού.

Η πολιτική εξουσία συνήθιζε να στέκει στο πλευρό των αγανακτισμένων χριστιανών.

Το 1959, ο Κωνσταντίνος Τσάτσος διέταξε ως αρμόδιος υπουργός να μην ξαναπαιχτούν οι «Ορνιθες» του Αριστοφάνη. Η αριστουργηματική παράσταση σε σκηνοθεσία Κάρολου Κουν, μουσική Μάνου Χατζιδάκι, σκηνικά και κοστούμια Γιάννη Τσαρούχη. Ο ιερέας γαρ εμφανιζόταν με περιβολή ορθόδοξου παπά και οι ψαλμωδίες που απηύθυνε στα πουλιά θύμιζαν το βυζαντινό μέλος. Ο Τσάτσος βρήκε τον μάστορά του στο πρόσωπο του σπουδαίου γελοιογράφου Φωκίωνα Δημητριάδη που εφεξής τον σκιτσάριζε συντροφιά με μια κότα.

Το 1974, η Ιερά Σύνοδος σκανδαλίστηκε από τη ροκ όπερα «Jesus Christ Superstar» και η κυβέρνηση την κατέβασε άρον – άρον. Τι να περιμένεις; Για τη χούντα του Ιωαννίδη μιλάμε.

Το ερώτημα προκύπτει αβίαστα. Αισθάνεται ο οποιοσδήποτε, από τον απλό πιστό έως τον προκαθήμενο της Εκκλησίας, τόσο ανασφαλής; Νιώθει ειλικρινά ότι τα άγια των αγίων του προσβάλλονται, απειλούνται, από έναν καλλιτέχνη που απλώς ερμηνεύει διαφορετικά το Θείο Δράμα;

Πριν από αιώνες μάλιστα. Εάν απομακρυνόσουν ρούπι από την επίσημη χριστιανική διδασκαλία, αφοριζόσουν σαν αιρετικός. Στη Δύση, η Ιερά Εξέταση σε έστελνε στην πυρά. Παρήλθε ευτυχώς ο Μεσαίωνας, φωτίστηκαν τα μυαλά. Στην καθ’ημάς Ανατολή μπορεί να μη ζήσαμε αναγέννηση, η Ορθοδοξία ωστόσο ανέκαθεν υπήρξε πιο ανεκτική, πιο συγχωρητική από τον Καθολικισμό κι από τους σκληροπυρηνικούς προτεστάντες. Στους αντίποδες –και καμάρι της– των ισλαμιστών που αρκεί να ζωγραφίσεις τον προφήτη τους για να βγάλουν φετφά και να σε καταδικάσουν σε θάνατο.

Δεν αντιλαμβάνεται η Εκκλησία μας ποιοι επιδιώκουν να την παρασύρουν προς τον φανατισμό και την υστερία; Εκείνοι που έχουν να εισπράξουν. Οι χριστέμποροι, οι πολιτευτάκηδες, οι ιεροκήρυκες των καναλιών που αμ πουλάνε φάρμακα για τη φαλάκρα, αμ επιστολές του Ιησού.

Δεν καταλαβαίνει ότι προγράφοντας όποιον της βγάζει γλώσσα, τον κάνει μάγκα; Ποιος είναι ο ευκολότερος τρόπος για να στρέψεις τα φώτα επάνω σου; Να σκανδαλίσεις. Να πειράξεις τα θρησκευτικά ή τα εθνικά σύμβολα. Απαξ και σε στοχοποιήσει η Εκκλησία ή το κράτος, τι ανάγκη έχεις περαιτέρω διαφήμισης; Η κοινωνία των πολιτών θα σπεύσει στο πλευρό σου.

Γελιέσαι ασφαλώς άμα νομίζεις πως με το να παρουσιάσεις ως ομοφυλόφιλους τους Απόστολους, ως ερωτευμένο τον Ιούδα με τον Χριστό, θα αρθείς στο ύψος του Ροΐδη ή του Καζαντζάκη. Και το στριπτίζ ακόμα απαιτεί ταλέντο – εάν μια γυναίκα ανέβει στη σκηνή και πετάξει απλώς τα ρούχα της, οι θεατές μάλλον θα νιώσουν ότι βρίσκονται στο εξεταστήριο κάποιου γιατρού. Ενώ η μεγαλειώδης Ρίτα Χέιγουορθ άρκεσε να βγάλει το γάντι της στην «Gilda» για να κάψει τα κοντέρ του αισθησιασμού.

Η τέχνη συχνά προκαλεί. Μα ό,τι προκαλεί δεν είναι τέχνη. Πιο πιθανό να πρόκειται για μια κούφια πορδή.