Επειδή πολλοί αναρωτιούνται τι άλλαξε ξαφνικά φέτος σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, όπου παραμονές του Πάσχα δινόταν ένα μικρό επίδομα σε συγκεκριμένες κατηγορίες πολιτών, η εξήγηση είναι εξαιρετικά απλή. Εκείνες τις χρονιές η οικονομία εμφάνιζε υπεραπόδοση, πήγαινε δηλαδή καλύτερα του αναμενομένου, αντίθετα φέτος αυτό δεν συμβαίνει. Σε απλά ελληνικά τότε είχαμε και μας περίσσευαν. Τώρα περίσσευμα δεν φαίνεται να υπάρχει. Αν προκύψει θα το ξαναδεί, όπως είπε ο Πρωθυπουργός, η κυβέρνηση παραμονές των Χριστουγέννων.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν κρύφτηκε. «Εχουμε έναν δύσκολο προϋπολογισμό να υλοποιήσουμε» είπε, σημάδι της ελαφράς «συννεφιάς» που έχουν προκαλέσει στα δημόσια οικονομικά οι ανακοινώσεις της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής της περασμένης Παρασκευής για την ανάπτυξη του 2023. Υπενθυμίζεται ότι η χώρα πέτυχε μεν ανάπτυξη 2%, πολλαπλάσια του μέσου ευρωπαϊκού, αλλά μικρότερη του στόχου που ήταν 2,4%. Το τελευταίο μάλιστα τρίμηνο ήταν το χειρότερο, ένδειξη αρνητική για το ξεκίνημα της χρονιάς, καθώς μια επίπτωση – είτε θετική είτε αρνητική, εν προκειμένω αρνητική – παραδοσιακά μεταφέρεται στους πρώτους μήνες του επόμενου έτους.

Ολη αυτή την κατάσταση, την πρώτη και ενδεχομένως παροδική δημοσιονομική αρρυθμία, δεν τη βλέπουμε μόνο εμείς και η κυβέρνηση. Τη βλέπουν τόσο οι ευρωπαϊκές Αρχές, όσο και οι πιο σκληροί κριτές μας από τη στιγμή που επιστρέψαμε σε αυτές, οι αγορές. Οι πρώτες, οι ευρωπαϊκές Αρχές, είναι γνωστό ότι δεν συμφωνούσαν αν και δεν το φώναζαν, ούτε με τα επιδόματα που δίνονταν τις προηγούμενες χρονιές. Δεν το έκαναν θέμα, απλά γιατί το πλαίσιο σε όλη την Ευρώπη ήταν πιο χαλαρό και η ελληνική οικονομία πήγαινε σταθερά καλύτερα των προβλέψεων. Αν έβλεπαν να συνεχίζεται η «επιδοματική παράδοση» και φέτος, θα «κλωτσούσαν» και αυτό δεν θα ήταν καλό. Με τις αγορές, το «παιχνίδι» παίζεται αλλιώς. Αυτές δεν προειδοποιούν. Απλά τιμωρούν, αν προκύψει εκτροχιασμός.

Για την ώρα όλα αυτά περιορίζονται στο απλό καμπανάκι κινδύνου και είναι στο χέρι τους να αναστρέψουν εγκαίρως την κατάσταση. Για να γίνει αυτό, θα πρέπει να συμβούν πολύ περισσότερα από αυτό που προσδοκά η κυβέρνηση με την αύξηση του κατώτατου μισθού. Η βελτίωση των εισοδημάτων, ειδικά στον μισθό του νεοεισερχόμενου στην αγορά εργασίας, συνήθως πέφτει αυτούσια στην αγορά. Το πρόβλημα σε αυτή την περίπτωση είναι ότι θα πρέπει να βγει και από τα ταμεία της αγοράς (των ιδιωτικών επιχειρήσεων). Αρα η κατανάλωση, που έτρεξε κατά τα τρία τέταρτα το «κάρο» της ανάπτυξης, από αυτή την άποψη θα έχει μικρή μόνο βελτίωση.

Το θέμα για την κυβέρνηση, για την οποία δεν είπε λέξη αυτή τη φορά ο Πρωθυπουργός, είναι ότι για να προχωρήσει η χώρα πρέπει πρωτίστως να βελτιωθούν οι επιδόσεις μας στις επενδύσεις. Και αν αντιλαμβάνομαι καλά, η «αποκάλυψη» μέσω ΕΛΣΤΑΤ της περασμένης Πέμπτης, για τη σημαντική επιβράδυνση των επενδύσεων την προηγούμενη χρονιά, έφερε στο φως μια κατάσταση για την οποία ελάχιστα γνωρίζαμε. Η υστέρηση στις δαπάνες του Ταμείου Ανάκαμψης ανέδειξε προβλήματα και λάθη στον σχεδιασμό, που ακουμπούν μεγάλο μέρος της σημερινής και της προηγούμενης κυβέρνησης. Την ίδια στιγμή, ούτε που θυμάμαι πόσους μήνες έχουμε να ακούσουμε μια πραγματικά νέα ξένη επένδυση, από το αρμόδιο επί των επενδύσεων υπουργείο. Ο στόχος των επενδύσεων στον φετινό προϋπολογισμό είναι 15,1%, τη στιγμή που πέρυσι με παρόμοιο στόχο δεν ξεπεράσαμε το 4%…