Στο ξεκίνημα κάθε χρονιάς, εύλογο είναι να αναζητούνται κατευθυντήριες γραμμές και πηγές ελπίδας για αυτά που έρχονται σε ατομικό και σε συλλογικό επίπεδο. «Για αυτά που έρχονται», άρα για το μέλλον, άρα για το άγνωστο: η όποια κατασκευή του νου και της βούλησης πατάει στην άμμο, και μάλιστα, ιδίως τα τελευταία χρόνια, σε κινούμενη άμμο. Δεν βλάπτει να σχεδιάζουμε και να προσδοκούμε, ακόμα λιγότερο ωφελεί να τρέφουμε ψευδαισθήσεις ή να εθελοτυφλούμε.

Στη χώρα μας, η κυβέρνηση, με την αίσθηση κυριαρχίας που τη διαπνέει και συγχρόνως την αποπροσανατολίζει, έχει βάλει ψηλά τον πήχη. Εγινε ήδη λόγος για «503 ορόσημα» – όποιος ανακοινώνει συγκεκριμένα νούμερα πρέπει να είναι έτοιμος να του ζητηθεί κάποια στιγμή λογαριασμός – και για «μεγάλες τομές» –και μάλιστα σε όλους τους κρίσιμους δημόσιους τομείς. Παιδεία: μη κρατικά πανεπιστήμια, αξιολόγηση εκπαιδευτικών, επαγγελματική εκπαίδευση αλλαγές στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Υγεία: «νέος», για πολλοστή φορά, «χάρτης», «ενίσχυση», υποτίθεται, του ΕΣΥ. Δικαιοσύνη: «νέος», σε λάθος κατεύθυνση, αν βασιστούμε στα πρόσφατα δείγματα γραφής, Ποινικός Κώδικας, «επανασχεδιασμός», που μέχρι τώρα έχει μείνει στα χαρτιά, για αποφόρτιση και επιτάχυνση. Οικονομία: καλύτερη αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης, που συνιστά έμμεση παραδοχή ότι τα πράγματα ως τώρα δεν είναι ικανοποιητικά. Οικογενειακό Δίκαιο: γάμος και υιοθεσία για ομόφυλα ζευγάρια. Η πρόθεση είναι θετική και η ανάλυση των παθογενειών, όπως διατυπώθηκε από τον Πρωθυπουργό – γραφειοκρατική αγκύλωση, αδράνεια, «συντεχνιακός ωχαδερφισμός» –, εν μέρει ορθή, ωστόσο κυριαρχεί η εντύπωση ότι πρόκειται για πλίνθους και κεράμους ατάκτως ερριμμένους.

Προσωπικά θα έπιανα από αλλού το νήμα: καθώς φέτος συμπληρώνεται μισός αιώνας μεταπολίτευσης, της ομαλότερης αλλά και αποκαλυπτικότερης για δυνάμεις και αδυναμίες περιόδου της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, μια πραγματικά μεταρρυθμιστική προσπάθεια θα άξιζε τον κόπο να εστιάσει στα δομικά ζητήματα που ξεχνάει ο Πρωθυπουργός. Η Ελλάδα, η δημοκρατία και η κοινωνία της έκαναν, αυτά τα 50 χρόνια, και με συμβολή, άνιση αλλά υπαρκτή, όλων των κυβερνήσεων και των πλειοψηφιών, σημαντικά, σχεδόν απροσδόκητα, βήματα προς τα μπροστά. Αυτό δεν σημαίνει, ωστόσο, ότι έχουν αντιμετωπιστεί ή βελτιωθεί στον βαθμό που αρμόζει δυσλειτουργίες που συστηματικά αποτρέπουν το ποιοτικό άλμα επ’ ωφελεία του κοινωνικού συνόλου: πιο δίκαιο και πιο φιλικό στον πολίτη κράτος, μείωση της διαμεσολάβησης προσώπων και ομάδων συμφερόντων, άμβλυνση του «εθνικού επαρχιωτισμού» στις διάφορες μορφές του – «λίκνο του πολιτισμού», «έθνος ανάδελφο», «για όλα φταίνε οι άλλοι» –, ενίσχυση της λεγόμενης «ουσιαστικής δημοκρατίας», δηλαδή της αίσθησης δικαιότητας, της προστασίας των αδυνάμων και των μειονοτήτων, της μείωσης των ανισοτήτων, της φτώχειας, των διαφόρων μορφών αποκλεισμού.

Υπ’ αυτή την οπτική μια πραγματικά μεταρρυθμιστική κυβέρνηση θα έπρεπε πριν μιλήσει για ιδιωτικά πανεπιστήμια να δει την Παιδεία στο σύνολό της και να τολμήσει να αγγίξει τα θεμελιώδη: με τι εργαλεία και με ποια σκευή διαμορφώνεται ένας ενεργός πολίτης στον 21ο αιώνα. Πριν «σχεδιάσει χάρτες» σε Υγεία, Παιδεία και Δικαιοσύνη θα έπρεπε – κανονικά από χθες – να έχει ενισχύσει με προσωπικό, δομές και κίνητρα και τους τρεις αυτούς τομείς. Αντί για διάσπαρτα «ορόσημα», θα όφειλε να συμβάλει στην υλοποίηση λίγων αυτονόητων: εξάπλωση αξιοκρατίας, παράδειγμα ηγεσίας, μείωση της φραστικής και σωματικής βίας, κοινωνική δικαιοσύνη στην πράξη.

Επειδή η παρούσα κυβέρνηση, ανεξάρτητα από τις πρωτοχρονιάτικες διορθωτικές κινήσεις στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, δεν φαίνεται να έχει συναίσθηση αυτών των αναγκών, δεν μας μένει παρά να ευχηθούμε καλή χρονιά, με τη βεβαιότητα ότι μας περιμένει μεγάλη ανηφόρα.

Ο Κώστας Μποτόπουλος είναι συνταγματολόγος.