Είναι πασιφανές ότι ο Ερντογάν θέλει καλές σχέσεις με την Ελλάδα, κατά την τρέχουσα περίοδο τουλάχιστον. Τους λόγους που του επιβάλλουν τη βελτίωση τους βλέπουμε κάθε μέρα στα δελτία ειδήσεων: το διπλό παιχνίδι που παίζει με τη Δύση και τους αντιπάλους της, στο Ουκρανικό και στο Παλαιστινιακό. Ο Ερντογάν, δηλαδή, έχει πολύ σοβαρότερες υποθέσεις για να ασχοληθεί, προσπαθεί να κατοχυρώσει για τη χώρα του έναν προνομιακό ρόλο, ένα δίπορτο, ας το πούμε, μεταξύ της Δύσης και των άλλων. Δεν εξυπηρετεί λοιπόν τους σκοπούς του να κάνει τον τραμπούκο εις βάρος ενός συμμάχου στο ΝΑΤΟ.

Με άλλα λόγια, η σκοπιμότητα πίσω από τη βελτίωση του κλίματος δεν είναι κανένα μυστικό. Αυτό όμως εμάς δεν πρέπει να μας χαλάει. Εμείς, ούτως ή άλλως, επιθυμούμε καλές σχέσεις και δεν θέλουμε τις τριβές στο Αιγαίο με όλους τους κινδύνους που συνεπάγονται. Επομένως, κερδίζουμε μόνο από την επιτυχία της επίσκεψης, δεν χάνουμε το παραμικρό, εφόσον η νηνεμία στις διμερείς σχέσεις διατηρείται, χωρίς εμείς να ενδίδουμε σε παράλογες απαιτήσεις. Εξακολουθούμε να έχουμε αυτό που είχαμε, συν την ηρεμία μας. Ασχημα είναι;

Ωστόσο, η προσφώνηση «Κυριάκο, φίλε μου», μετά τα όσα έχουν προηγηθεί, πάει πολύ! Από πότε, βρε Ταγίπ, γίνατε φίλοι και δεν το πήραμε χαμπάρι; (Συγγνώμη για την οικειότητα, αλλά παρασύρθηκα από τα ζουμιά…). Συγχωρήστε μου την γκρίνια, όμως η υπερβολή των διαχύσεων όχι μόνο δεν με πείθει, αλλά με κάνει διπλά επιφυλακτικό. Για να είμαι ειλικρινής, είναι το είδος της ανατολίτικης γαλιφιάς που βρίσκω εμετική – βαρύτερο όρο δεν έχω πρόχειρο. Και, ασφαλώς, είναι υποτιμητική για εκείνον στον οποίο απευθύνεται, διότι τον αντιμετωπίζει σαν ανώριμο παιδάριο που θα υποκύψει στην πιο φτηνή κολακεία. Τι μπορούμε να κάνουμε, όμως; Οπως λέει και ο φίλος Ταγίπ στη συνέντευξη στην «Καθημερινή», είμαστε ταγμένοι από τη γεωγραφία να ζούμε μαζί. Οπότε τον ακούμε και χαμογελάμε.

Κατά τα λοιπά, η συνέντευξη περιέχει μια μεγάλη έκπληξη, καθώς αναδεικνύει τη χιουμοριστική πλευρά της προσωπικότητας του Ερντογάν, την οποία εγώ τουλάχιστον αγνοούσα πλήρως. Αποκαλύπτεται αιφνιδιαστικά στο σημείο που ο Ερντογάν εξηγεί ότι για εκείνους δεν άλλαξε ποτέ τίποτα στα ελληνοτουρκικά, εμείς οι Ελληνες ήμασταν εκείνοι που αλλάξαμε οπτική για την Τουρκία και αρχίσαμε να κατανοούμε (sic) ότι η Τουρκία μόνο τη φιλία μας θέλει. Αλλωστε, όπως λέει ο ίδιος παρακάτω, η Δημοκρατία της Τουρκίας ιδρύθηκε στη βάση της ανοχής και του εναγκαλισμού (sic) διαφορετικών πολιτισμών, γι’ αυτό και ήταν πάντα η φωνή της ευθυδικίας, της δικαιοσύνης και της συνείδησης στις διεθνείς σχέσεις.

Μα δεν είναι απίθανος ο μπαγάσας; Εκτιμώ το μαύρο χιούμορ του φίλου Ταγίπ στον όρο «εναγκαλισμός», ιδίως εν σχέσει με τους άλλους πολιτισμούς, τις μειονότητες. Τόσο σφιχτός εναγκαλισμός, όπως στην περίπτωση των Αρμενίων, ώστε δεν έμεινε κανένας τους! Τόση αγάπη, μιλάμε. Κατανοώ, επίσης, ή μάλλον αρχίζω να κατανοώ, για να χρησιμοποιήσω και εγώ τους όρους του φίλου Ταγίπ, ότι αυτό που βλέπουμε σε φωτογραφίες της προκυμαίας της Σμύρνης από την καταστροφή του 1922 δεν ήταν τελικά συνωστισμός, όπως μας έλεγε εκείνη η διαπρεπής πανεπιστημιακός της Αριστεράς, αλλά εναγκαλισμός. Χρήσιμο να μαθαίνουμε νέα πράγματα…

ΕΥΧΕΣ ΓΙΑ ΕΠΙΤΥΧΙΑ

Αμηχανία προκάλεσε, λένε, η ευχή του Κυριάκου Μητσοτάκη στην Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέας Αριστεράς για καλή επιτυχία. Αναμενόμενο ήταν, διότι ο Μητσοτάκης την εννοούσε την ευχή, ειδάλλως δεν είχε άλλο λόγο για να την εκφράσει. Αν ήθελε να τους κολακεύσει, θα έβρισκε άλλο τρόπο και όχι εκείνον που τους προκάλεσε αμηχανία. Τουλάχιστον με ορίζοντα τις ευρωεκλογές, η ΝΔ έχει κάθε συμφέρον να εύχεται την επιτυχία του κόμματος που έχει σήμα του την μπανανόφλουδα. Αν η ΝΑΡ-2 καταφέρει να εκλέξει ευρωβουλευτή, τότε ο ανταγωνισμός με τον ΣΥΡΙΖΑ τίθεται σε νέα βάση. Φαντάζει απίθανο, όμως, διότι όλο το εγχείρημα αποπνέει την ατμόσφαιρα της πρόσφατης ήττας που υπέστησαν στις εθνικές εκλογές.