Λίγο μετά τις 9 και μισή στον Ιερό Ναό του Προφήτη Ηλία στην Τρίπολη, έφτασαν οι χαροκαμένοι γονείς του υποσμηναγού Μάριου – Μιχαήλ Τουρούτσικα, που έχασε τη ζωή του στο μοιραίο δυστύχημα με το Φάντομ στην Ανδραβίδα.
Ο πατέρας και η μητέρα του νεαρού έφτασαν στην εκκλησία για τον τελευταίο αποχαιρετισμό στο παιδί τους. Μαζί τους ο ένας από τους αδερφούς του Μάριου – Μιχαήλ, μαζί με την κοπέλα του πιλότου, ενώ ο δεύτερος αδερφός βρίσκεται στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η Ελλάδα θρηνεί και αποχαιρετά τον Μάριο Μιχαήλ Τουρούτσικα – Live το ύστατο χαίρε
Ο πατέρας του αδικοχαμένου πιλότου, όλες αυτές τις ημέρες αντιμετώπισε με απίστευτο σθένος και υπομονή τη μεγάλη απώλεια. Βγαίνοντας στα κανάλια μιλούσε για το παιδί του, λέγοντας ότι ήταν ένας άγγελος.
Μιλώντας στο MEGA, ο Κωνσταντίνος Τουρουτσίκας περιέγραφε τον 29χρονο υποσμηναγό ως ένα άνθρωπο που «είχε εκμηδενίσει το «εγώ» του, ενώ δήλωσε πως η οικογένεια δεν θα μπορέσει ποτέ να συνέλθει από τον άδικο χαμό του.
«Χθες το βράδυ σκεφτόμουν πως είχε κατορθώσει ένα πράγμα πολύ σημαντικό. Ο Μάριος εκτός από καλός πιλότος είχε κατορθώσει να εκμηδενίσει το ‘εγώ’ του. Δεν υπήρχε ‘εγώ’ σε αυτό το παιδί, δεν τον είχα ακούσει ποτέ να πει ‘πατέρα, θα πάρω εκείνο’. Μιλούσε μόνο με τος ‘εσείς’. Με φίλους και γνωστούς αν μιλήσετε, θα σας πουν πως δεν υπήρχε ‘εγώ’ σε αυτό το παιδί».
«Μία ημέρα πριν πεθάνει είχαν έρθει οι φίλοι του. Είχαν βγει μία παρέα έξω το Σάββατο το βράδυ και είχαν μαζί τους ένα παιδί σχεδόν με ειδικές ανάγκες, το οποίο εγώ δεν το ήξερα. Το παιδί μου είπε ότι «με αγαπούσε πολύ ο Μάριος, με έπαιρνε πάντα μαζί του». Έβαζε τον εαυτό του κάτω απ’ όλους κι αυτό είναι που με σκοτώνει… Μία καλή ψυχή να χαθεί στα 30 του χρόνια…. Δεν θα μπορέσουμε να συνέλθουμε ποτέ».
Ο κ. Τουρουτσίκας δήλωσε πως ανησυχούσε πολύ όταν ο γιος του έκανε νυχτερινές πτήσεις. «Δεν άντεχα να χτυπήσει το τηλέφωνο μετά τις 10 το βράδυ», είπε, και συμπλήρωσε πως ο Μάριος δεν είχε τη φιλοδοξία να πετάξε με Rafale.
«Την περασμένη εβδομάδα μου είπε ότι δύο συνάδελφοί του ζήτησαν να πετάξουν με Rafale. Του λέω ‘καλά, γιατί δεν δήλωνες κι εσύ;’. Μου είπε ότι ‘δεν είναι η ώρα μου ακόμα, πατέρα’. Ήθελε να κάτσει λίγο ακόμα εκεί, έτσι μου είπε πει».