Η κλιματική αλλαγή έχει ενισχύσει τα σοβαρά πλημμυρικά φαινόμενα. Μια νέα έρευνα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Nature» αναφέρει ότι ο πληθυσμός που εκτίθεται στον κίνδυνο των πλημμυρών παγκοσμίως, είναι 10 φορές υψηλότερος σήμερα σε σχέση με το 2000. Την ίδια ώρα, σύμφωνα με τις επιστημονικές μελέτες, στην περιοχή της Μεσογείου η συχνότητα και η ένταση των ακραίων καιρικών φαινομένων, όπως οι καταιγίδες, επηρεάζονται σημαντικά από την παγκόσμια αλλαγή του κλίματος, με αποτέλεσμα την αύξηση των έντονων πλημμυρικών επεισοδίων.

Ηδη, η σύγκριση της τελευταίας 30ετίας (1991-2020) σε σχέση με την αμέσως προηγούμενη (1961-1990) έδειξε αύξηση στη μέση ετήσια βροχόπτωση κατά περίπου 15%, με ταυτόχρονη μείωση του αριθμού ημερών βροχής κατά περίπου 3%. Το αποτέλεσμα ήταν μια σημαντική διαφοροποίηση όσον αφορά την κατανομή της έντασης των βροχών. Παράλληλα, σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, η συχνότητα εμφάνισης ημερών με βροχόπτωση μεγαλύτερη των 30 χιλιοστών διπλασιάστηκε την περίοδο 1991-2020, ενώ η αντίστοιχη με βροχόπτωση άνω των 40 χιλιοστών αυξήθηκε κατά 77%.

Τα «ΝΕΑ» απευθύνθηκαν στον μετεωρολόγο και διευθυντή ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών Κώστα Λαγουβάρδο σε σχέση με τα ερωτήματα για την κλιματική αλλαγή και το αν συνδέεται με την αύξηση των πλημμυρικών φαινομένων. Ο Λαγουβάρδος υπογράμμισε πως όντως διακρίνεται μια τάση για πιο μεγάλα ύψη βροχής ανά επεισόδιο και πιθανώς να συνδέεται με πιο βίαιες, πιο ραγδαίες βροχοπτώσεις. «Είναι κάτι που έχουμε δει να συμβαίνει στην Αθήνα με μεγαλύτερα ύψη βροχής και τον ανθρώπινο παράγοντα να οδηγούν σε πιο καταστροφικά αποτελέσματα. Η έντονη αστικοποίηση και μια βροχή σε μια μεγάλη πόλη μπορεί να δημιουργήσει τεράστια προβλήματα χωρίς τα ύψη της βροχής να είναι εξωπραγματικά», σημείωσε χαρακτηριστικά.

Η ανάγκη έγκαιρης προειδοποίησης

Με αφορμή την καταστροφική κακοκαιρία τον Οκτώβριο στις βόρειες ακτές της Κρήτης, ο Κώστας Λαγουβάρδος αναφέρθηκε στην αναγκαιότητα διαμόρφωσης συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης σε τοπικό επίπεδο, καθώς – όπως είπε – η θεσμική ενημέρωση που σήμερα λαμβάνουν πριν από ένα έντονο/ακραίο καιρικό γεγονός οι Δήμοι και οι Περιφέρειες είναι ελλιπής, ενώ είναι σχεδόν ανύπαρκτη κατά τη διάρκεια εκδήλωσης του φαινομένου. «Η Πολιτεία οφείλει να οργανώσει την εξειδικευμένη αυτή ενημέρωση, σε συνεργασία με τους μετεωρολογικούς φορείς, λαμβάνοντας υπόψη τα κλιματολογικά χαρακτηριστικά κάθε περιοχής και να αναπτύξει συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης για την υποστήριξη των Δήμων και Περιφερειών».

Επιπρόσθετα, σύμφωνα με τον διευθυντή ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, είναι απαραίτητη η επέκταση δικτύων παρακολούθησης τόσο με μετεωρολογικά ραντάρ όσο και με μετεωρολογικούς σταθμούς, όργανα και αισθητήρες που επιτρέπουν την παρακολούθηση των φαινομένων τα οποία βρίσκονται σε εξέλιξη, ενώ θα πρέπει να υπάρχει στενότερη συνεργασία μεταξύ των επιστημόνων, των φορέων και της Πολιτικής Προστασίας, με τη δημιουργία μόνιμης task force.

Ουσιαστικά, η αγωνία των επιστημόνων ότι είναι δεδομένο τέτοια ακραία καιρικά φαινόμενα θα είναι όλο και πιο συχνά, πέφτει πλέον μεγάλο βάρος πάνω στις τοπικές αρχές και όλους τους αρμόδιους φορείς για να έχουν πραγματικά και αποτελεσματικά σχέδια άμυνας απέναντι στις πλημμύρες. Πλέον δεν έχουν τη δυνατότητα να πουν «δεν το περιμέναμε».

Έντυπη έκδοση «ΤΑ ΝΕΑ»