Πόσο θα επηρεάσει μακροπρόθεσμα τον τρόπο εργασίας των Ευρωπαίων και τις πόλεις όπου ζουν η πανδημία; Πόσο αλλαγμένα θα τα αφήσει, αφού τελειώσει; Είναι μια συζήτηση που γίνεται σε όλες τις χώρες. Η Ιρλανδία όμως κάνει ένα βήμα παραπάνω: σχεδιάζει να εκμεταλλευτεί τη «μοναδική ευκαιρία» που προσφέρουν οι αλλαγμένες λόγω κορωνοϊού εργασιακές συνήθειες προκειμένου να μετακινήσει κόσμο από τις μεγάλες πόλεις στην υπόλοιπη χώρα. Στα σκαριά βρίσκεται, πιο συγκεκριμένα, ένα δίκτυο κόμβων εργασίας από απόσταση (remote working hubs) και αναπλασμένων κέντρων σε μικρές ιρλανδικές πόλεις, με στόχο την αντιμετώπιση ενός μακροχρόνιου προβλήματος, του χάσματος μεταξύ αστικών περιοχών και υπαίθρου.

«Το μέλλον μας στην ύπαιθρο»: έτσι ονόμασε η ιρλανδική κυβέρνηση το σχέδιο που αποκάλυψε προχθές, ενώ συζητούσε ένα χρονοδιάγραμμα σταδιακής χαλάρωσης των αυστηρών περιοριστικών μέτρων που έχει επιβάλει εξαιτίας της πανδημίας, αρχής γενομένης από τις 12 Απριλίου. Το πρωτοπόρο για ευρωπαϊκή χώρα σχέδιο περιλαμβάνει τη δημιουργία ενός δικτύου 400 και πλέον κόμβων εργασίας από απόσταση, καθώς και την παροχή φοροελαφρύνσεων στους πολίτες και τις επιχειρήσεις που στηρίζουν την τηλεργασία.

Σύμφωνα με τους «Financial Times», η κυβέρνηση έχει θέσει ως στόχο να μετακινηθεί στην εργασία από απόσταση ένα 20% των 300.000 δημόσιων υπαλλήλων της Ιρλανδίας έως τα τέλη του έτους. Μεταξύ άλλων, σχεδιάζει να προσφέρει «οικονομικά κίνητρα», καθώς και επιτάχυνση της εγκατάστασης ευρυζωνικών συνδέσεων, ώστε να ενθαρρύνει τη μετεγκατάσταση πολιτών από μεγάλες σε μικρές πόλεις της υπαίθρου. «Καθώς ανακάμπτουμε από τις επιπτώσεις της πανδημίας Covid-19», δήλωσε ο ιρλανδός πρωθυπουργός Μιχόλ Μάρτιν, «έχουμε μια μοναδική ευκαιρία να κάνουμε πράξη τον στόχο της επίτευξης μιας ισορροπημένης περιφερειακής ανάπτυξης και της μεγιστοποίησης της ανάκαμψης για όλες τις περιοχές της χώρας μας». Για μια «μοναδική ευκαιρία» να «αναστραφεί το κλίμα» και να αντιμετωπιστεί το χάσμα μεταξύ αστικών και αγροτικών περιοχών, το οποίο κυριαρχεί στην ιρλανδική πολιτική εδώ και δεκαετίες, έκανε λόγο και η υπουργός Αγροτικής και Κοινοτικής Ανάπτυξης Χέδερ Χάμφρι. «Το μεγαλύτερο λάθος που μπορούμε να κάνουμε βγαίνοντας από αυτή την πανδημία είναι να επιστρέψουμε στην παλιά κανονικότητα», επεσήμανε.

H τελευταία μεγάλη προσπάθεια αποκέντρωσης έγινε στην Ιρλανδία στις αρχές του 2000, όταν μετακινήθηκαν εκτός Δουβλίνου κυβερνητικές υπηρεσίες: η κίνηση αυτή ωστόσο δεν έφερε στις περιφέρειες τόσες θέσεις εργασίας όσες αναμενόταν αρχικά. «Αυτή είναι μια σύγχρονη αποκέντρωση επικεντρωμένη στους ανθρώπους, στους εργαζομένους, όχι στα κτίρια», επέμεινε η Χάμφρι. Η ίδια υποσχέθηκε περισσότερες λεπτομέρειες την ερχόμενη εβδομάδα όσον αφορά το χρονοδιάγραμμα και το τι θα μπορούσε να επιτευχθεί έως το τέλος αυτής της χρονιάς. Στην πραγματικότητα, μόνο ένα από τα 152 μέτρα που περιλαμβάνει το σχέδιο της ιρλανδικής κυβέρνησης συνοδεύεται από συγκεκριμένη προθεσμία. Και κανένα δεν έχει κοστολογηθεί, αν και η κυβέρνηση δηλώνει πως υπάρχει διαθέσιμη χρηματοδότηση. Μια τέτοια μετακίνηση πληθυσμού, πάντως, προϋποθέτει, σύμφωνα με τους ειδικούς, πολλές επενδύσεις, μεταξύ άλλων σε υποδομές, σε ευρυζωνικές συνδέσεις, στις δημόσιες υπηρεσίες, τις μεταφορές και τη στέγαση, καθώς και σε χώρους πρασίνου και στον πολιτισμό.

Στο πλαίσιο της παρουσίασης του σχεδίου, επιστρατεύτηκαν και μαρτυρίες, μέσω βίντεο, αρκετών γυναικών που επέλεξαν ως τόπο κατοικίας τους την ιρλανδική ύπαιθρο τα τελευταία χρόνια. Ολες τους εγκωμίασαν το πώς βρίσκονται πλέον πιο κοντά στις οικογένειες και τις δουλειές τους, καθώς και τη φτηνότερη στέγαση. Υπάρχουν πάντως και εκείνοι που θεωρούν πως η ελκυστικότητα των μεγάλων αστικών κέντρων είναι τόσο πολυεπίπεδη, που πολλοί κάτοικοί τους θα είναι απρόθυμοι να τα εγκαταλείψουν. Οπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο Ρόναν Λάιονς, οικονομολόγος και διευθυντής κοινωνικών ερευνών στο Trinity College του Δουβλίνου, «η πόλη δεν είναι μόνο το πού δουλεύεις, είναι και το πώς ζεις».