Μια νέα καθημερινότητα αντιμετωπίζει αυτές τις μέρες ο Δημήτρης Λιγνάδης, που κρατείται προφυλακισμένος, στις φυλακές της Τρίπολης κατηγορούμενος για βιασμό κατά συρροή.

Προς το παρόν είναι σε κελί καραντίνας (λόγω των μέτρων για τον κοροναϊό) με δύο άλλους κρατούμενους και εκεί θα παραμείνει για μία εβδομάδα.

Υπενθυμίζεται ότι στις φυλακές Τρίπολης βρίσκονται κρατούμενοι που έχουν καταδικαστεί για εγκλήματα σεξουαλικής φύσεως. Με βάση τη διαδικασία, ο εκάστοτε κρατούμενος, μετά την παρέλευση της εβδομάδας -καραντίνας,  οδηγείται σε θάλαμο με 20 άτομα.

Ο ίδιος, ο Λιγνάδης δεν ζήτησε να παραμείνει σε καθεστώς απομόνωσης, καθώς δεν νιώθει να απειλείται η ζωή του και η σωματική του ακεραιότητα. Παρότι υπήρχε η δυνατότητα να μιλήσει με κάποιον ψυχολόγο, δεν φάνηκε να επιθυμεί κάτι τέτοιο.

Ποιος θα τον επισκεφθεί

Ο Δ. Λιγνάδης, περνάει την ημέρα του μιλώντας στο καρτοτηλέφωνο της φυλακής με οικείους του, ενώ φέρεται να είναι ψυχολογικά καταβεβλημένος, γνωρίζοντας επιπλέον, ότι κάποιο από αυτούς που θεωρούσε στενούς φίλους, του έχουν γυρίσει την πλάτη.

Σύμφωνα με τον δικηγόρο του Αλέξη Κούγια, «ήταν απόλυτα ήρεμος, δεν μιλούσε για την υπόθεση καθόλου. Ήθελα να τον ρωτήσω αν είχε κάποιο πρόβλημα στο ταξίδι του και εκεί όταν πήγε. Μου απάντησε ότι ήταν όλα καλά, ότι ήταν εξαιρετική η συμπεριφορά όλων».

Εν τω μεταξύ, αυτή εβδομάδα ο Δημήτρης Λιγνάδης θα δεχθεί το πρώτο επισκεπτήριο στη φυλακή και αυτός που θα δει θα είναι ο αδελφός του, Γιάννης Λιγνάδης.

Αναμένεται να ζητήσει ακύρωση της προφυλάκισης

Ο συνήγορός του, Αλέξης Κούγιας, κατά πάσα πιθανότητα θα καταθέσει αίτημα για την ακύρωση της προφυλάκισής του, ενισχύοντας παράλληλα τόσο με μάρτυρες όσο και με αποδεικτικά στοιχεία τους ισχυρισμούς του καλλιτέχνη ότι τον Αύγουστο του 2010 και του 2015 (χρονικά διαστήματα για τα οποία καταγγέλλεται) βρισκόταν στην Αίγυπτο και την Ιθάκη.

Από την άλλη, και η πλευρά των καταγγελλόντων αναμένεται να περάσει σε αντεπίθεση. Όπως ανέφερε ο δικηγόρος Γιάννης Βλάχος που εκπροσωπεί έναν από τους καταγγέλλοντες, αποκάλυψε ότι υπάρχουν και νέες καταγγελίες για την υπόθεση Λιγνάδη.

Όπως είπε στον Alpha, ο ίδιος θα προσκομίσει στην ανακρίτρια αυτήν την εβδομάδα νέα αποδεικτικά στοιχεία που περιλαμβάνουν νέες καταγγελίες και μαρτυρίες για την εν γένει εγκληματική δραστηριότητα του Λιγνάδη.

Επίσης, θα ζητήσει τη διενέργεια περαιτέρω ανακριτικών πράξεων και συγκεκριμένα την κατάσχεση υπολογιστών και των κινητών, καθώς και την έρευνα των ψηφιακών δεδομένων του πρώην καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου.

Το βούλευμα -καταπέλτης

Υπενθυμίζεται ότι ο Δημήτρης Λιγνάδης, οδηγήθηκε στις φυλακές της Τρίπολης, μετά την απόρριψη της προσφυγής του για ακυρότητα της προδικασίας μέσα από ένα βούλευμα – καταπέλτη.

Στο βούλευμα του Δικαστικού Συμβουλίου που απέρριψε την προσφυγή του Δημήτρη Λιγνάδη κατά του εντάλματος σύλληψης, οι δικαστές αποδέχονται ως αληθείς τις καταγγελίες των θυμάτων τόσο για τον βιασμό τους όσο και για τις σχέσεις του σκηνοθέτη με ανήλικους.

«Η μεθοδευμένη αυτή δράση του αιτούντος και η επανειλημμένη τέλεση, υποδεικνύει σταθερή ροπή του προς τη διάπραξη αυτού του είδους των εγκλημάτων, ως στοιχείο της προσωπικότητάς του, στοιχείο το οποίο δεν θα μπορούσε να μεταβληθεί, ούτε κατά το χρόνο που θα διενεργείτο η προκαταρκτική εξέταση και θα καλούνταν για έγγραφες εξηγήσεις».

Οι δικαστές λαμβάνοντας υπόψιν τους τις μαρτυρίες αλλά και το γεγονός ότι ο πρώην διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου, είχε σημανθεί από την αστυνομία το 1984 για υπόθεση αποπλάνησης ανηλίκου, που δεν προχώρησε δικαστικά, κάνουν λόγο για δράση που συνεχιζόταν επί τουλάχιστον 30 χρόνια.

«Ο κατηγορούμενος επιδείκνυε την παραβατική και αντικοινωνική αυτή συμπεριφορά του επί σειρά πολλών ετών, ως στοιχείο πλέον της προσωπικότητάς του, έχοντας μεθοδεύσει τη δράση του, επιλέγοντας ανήλικους και άτομα νεαρής ηλικίας, που λόγω ακριβώς της μη διαμορφωμένης προσωπικότητάς τους και της ανάγκης τους για επαγγελματική εξέλιξη, ήταν ευάλωτα και εύκολα διαχειρίσιμα.

Επί σειρά ετών τουλάχιστον από το έτος 1984, οπότε χρονολογείται σήμανσή του για αδίκημα σχετιζόμενο με τη γενετήσια ελευθερία σε βάρος ανηλίκου, έως το έτος 2015, δηλαδή για διάστημα τουλάχιστον τριάντα ετών προσέγγιζε ανήλικους» αναφέρει η Απόφαση του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών.