Είναι ένας δημόσιος λειτουργός που έχει υπηρετήσει τη χώρα από νευραλγικά πόστα κι έχει χειριστεί εξαιρετικά ευαίσθητα θέματα, χωρίς να έχει διεκδικήσει δάφνες δημοσιότητας. Παρ’ όλα αυτά, έστω και μία αναφορά του ονόματός του ενώπιον όσων έχουν γνώση προσώπων και θεμάτων, μπορεί να γίνει αφορμή συναρπαστικών αφηγήσεων από το παρασκήνιο των διεθνών σχέσεων της ασφάλειας. Είναι χαρακτηριστικό άλλωστε πως ακόμη και άνθρωποι που δεν μοιράζονται τις απόψεις του θα συμφωνήσουν πως ο Παύλος Αποστολίδης αποτελεί επιχείρημα για το ότι είναι απολύτως δόκιμο να αποδίδεται και σε διπλωμάτες ο χαρακτηρισμός του statesman. Αρκεί, βεβαίως, να τον κερδίσουν.

Ο Παύλος Αποστολίδης, όπως διαβάζουμε στο βιογραφικό του, γεννήθηκε το 1942 κι είναι έλληνας διπλωμάτης, πρέσβης επί τιμή. Εντάχθηκε στο διπλωματικό σώμα σε ηλικία 23 ετών και έχει υπηρετήσει σε θέσεις – κλειδιά, μεταξύ άλλων ως γραμματέας Α’ στην ελληνική πρεσβεία στην Κύπρο από το 1973 ως το 1976, τα ταραγμένα χρόνια της ΕΟΚΑ Β, της βίας και του πραξικοπήματος, των διαπραγματεύσεων υπό την απειλή των όπλων, των εισβολών και της διχοτόμησης. Από την Κύπρο έφυγε το 1980 και επέστρεψε ως πρέσβης δέκα χρόνια αργότερα, ενώ στο ενδιάμεσο πέρασε από τη Μόνιμη Αντιπροσωπεία στα Ηνωμένα Εθνη και από την ελληνική πρεσβεία στην Αγκυρα.

Στις Βρυξέλλες

Το επόμενο μεγάλο βήμα ήταν οι Βρυξέλλες, όπου διετέλεσε μόνιμος αντιπρόσωπος της Ελλάδας στην ΕΕ από το 1995 ως το 1998. Οσοι παρακολουθούσαν τα διπλωματικά την περίοδο εκείνη, αφηγούνται ακόμη τις θρυλούμενες συγκρούσεις του με τον Θεόδωρο Πάγκαλο. Δύσκολο να πει κανείς πού τελειώνει η αλήθεια και πού αρχίζει ο αστικός μύθος. Θεωρείται βέβαιο πάντως πως ήταν διανθισμένες με μια δόση υπερβολής, δεδομένου ότι ο Αποστολίδης χαρακτηρίζεται γενικώς ως άνθρωπος του καθήκοντος, χωρίς συγκρούσεις σε ζητήματα εθνικής γραμμής, ακόμη κι όταν αυτή δεν συμβάδιζε απόλυτα με τις δικές του απόψεις. Η σχέση τους ωστόσο γαργάλισε το ενδιαφέρον λόγω των ξεχωριστών προσωπικοτήτων των πρωταγωνιστών της, μιας και ο ένας, ο βαθιά πολιτικός, χαρακτηρίζεται από το εκρηκτικό ταπεραμέντο του, ενώ όσον αφορά τον άλλον, τον φύσει και θέσει διπλωμάτη, η ευγένειά του είναι τόσο μνημειώδης, που αρκεί να αναφέρουμε ότι του είχαν βγάλει το παρατσούκλι «ο λόρδος».

Αφορμή της σύγκρουσης φέρεται να ήταν η απόφαση της κυβέρνησης Σημίτη να επαναφέρει το βέτο για την ευρωπαϊκή χρηματοδότηση της Τουρκίας, εις ένδειξη διαμαρτυρίας μετά την κρίση των Ιμίων του 1996. Με την απόφαση αυτή η κυβέρνηση τότε υπαναχωρούσε, επί της ουσίας, σε όσα είχε συμφωνήσει με τους ευρωπαίους εταίρους της στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για την τελωνειακή ένωση ΕΕ – Τουρκίας. Ανατρέχοντας εκ των υστέρων, διαπιστώνει κανείς πως η στάση του Αποστολίδη τότε ήταν ενδεικτική των θέσεων που διατηρεί ως σήμερα για τους χειρισμούς τόσο των ελληνοτουρκικών όσο και των σχέσεών μας με τους συμμάχους μας. Λέγεται πάντως πως η διαφωνία ήταν τόσο έντονη που ο Πάγκαλος αποφάσισε να τον μεταθέσει στο μακρινό Τόκιο, όπου θα μπορούσε να αφοσιωθεί στις σχέσεις της Ελλάδας με τη Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου. Ομως η παρουσία και η εμπειρία του κρίνονταν ως τόσο πολύ σημαντικές, που όχι απλώς υπαναχώρησε, αλλά τελικά τον διόρισε γενικό γραμματέα στο υπουργείο Εξωτερικών.

Η επόμενη θέση που ανέλαβε ωστόσο ο Παύλος Αποστολίδης ήταν μάλλον αυτή που κατέστησε σαφές ότι πρόκειται για τον ορισμό αυτού που λέμε «άνθρωπος ειδικών αποστολών». Διότι πώς αλλιώς να χαρακτηρίσεις αυτόν που θα αναλάμβανε να διοικήσει την ΕΥΠ αμέσως μετά τη δημόσια δυσφήμησή της με την υπόθεση Οτζαλάν; Οι επιδόσεις των διοικητών των μυστικών υπηρεσιών της χώρας δεν είθισται να αναλύονται δημόσια. Εμπειρες πηγές όμως έχουν να καταθέσουν δύο βασικές επισημάνσεις. Η πρώτη είναι ο σημαντικός ρόλος του, που δεν του πιστώνεται συχνά δημόσια, στην εξάρθρωση της 17 Νοέμβρη. Η δεύτερη, η οποία διατυπώνεται με ιδιαίτερη έμφαση, είναι ότι επί διοικήσεώς του η ΕΥΠ είχε διαύλους επικοινωνίας με άλλες υπηρεσίες, άλλων χωρών, που δεν είχαν προηγούμενο και δεν έχουν επαναληφθεί με τόση επιτυχία ξανά από τότε.

Πολύ έμπειρος

Στο άκουσμα της είδησης ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανέθεσε στον Παύλο Αποστολίδη να ηγηθεί των διερευνητικών συνομιλιών για τις θαλάσσιες ζώνες με την Τουρκία, ένας από τους εμπειρότερους στα ζητήματα διεθνών σχέσεων της χώρας σχολίασε «αυτό σημαίνει ότι ο Μητσοτάκης έχει αποφασίσει να το λύσει». Ο λόγος της αντίδρασής του αυτής είναι διπλός. Ο πρώτος είναι οι δημόσια διατυπωμένες θέσεις, μιας και επιμένει ότι διάλογος μπορεί και πρέπει να υπάρξει κι ότι μπορεί και να πετύχει, παρά το αρνητικό κλίμα που έχει δημιουργήσει η τουρκική προκλητικότητα. Ο δεύτερος είναι το ίδιο το πρόσωπο.

Ο Αποστολίδης στα 78 του έχει βαθιά γνώση του αντικειμένου, μεγάλη πείρα σε ευαίσθητες διαπραγματεύσεις που απαιτούν λεπτούς χειρισμούς εντός και εκτός των συνόρων, διατηρεί επαφές και απολαμβάνει τον σεβασμό της διεθνούς διπλωματικής κοινότητας. Ανθρωποι που τον γνωρίζουν λένε, άλλωστε, ότι πρόκειται για πρόσωπο που κινείται με αίσθημα προσφοράς και καθήκοντος, μιας και στην ηλικία και το επίπεδο που έχει αγγίξει πια, δεν έχει να αποδείξει τίποτα, πέρα από την υστεροφημία του και τις λέξεις που θα ακολουθούν το όνομά του στα βιβλία των ιστορικών του μέλλοντος.