Πώς θα είναι ο κόσμος και πως θα είναι το μέλλον όταν ο κοροναϊός θα αποτελεί παρελθόν.

Οι αλλαγές θα μας αφορούν άμεσα; Η καθημερινότητά μας θα είναι η ίδια και εν τέλει θα θυσιαστεί η ιδιωτικότητα στον βωμό της Υγείας.

Σε αυτά τα ερωτήματα προσπαθεί να απαντήσει ο διεθνούς φήμης ισραηλινός ιστορικός Γιουβάλ Νώε Χαράρι με άρθρο του στους Financial Times.

Δυστυχώς λοιπόν για τον συγγραφέα και ιστορικό  θα δυσκολέψουν μετά την εξαφάνιση του κοροναϊού από τις ζωές μας και πολλά θα αλλάξουν προς το χειρότερο.

Μεγάλα τμήματα του πληθυσμού θα γίνονται πειραματόζωα, όχι μόνο σε φάρμακα αλλά και σε καταστάσεις.

Η τηλεργασία μπορεί να γίνει κανόνας. Η εργασία έξι μήνες με μισό μισθό θα φαντάζει τόσο κανονικό.

Η εκπαίδευση των νέων από το σπίτι μέσω ενός υπολογιστή ή απλά ενός κινητού θα είναι ό,τι πιο συνηθισμένο. Χωρίς σχολεία, αίθουσες και καθηγητές, απλά ένα παιδί κλεισμένο σε ένα δωμάτιο να κάνει μάθημα και με διαδικτυακούς φίλους.

Ο «Mεγάλος Αδελφός» με λίγα λόγια θα έχει επιστρέψει.

«Η ανθρωπότητα βρίσκεται τώρα αντιμέτωπη με μια παγκόσμια κρίση, ίσως τη μεγαλύτερη της γενιάς μας. Οι αποφάσεις που θα λάβουν οι πολίτες και οι κυβερνήσεις τις επόμενες εβδομάδες πιθανώς θα διαμορφώσουν πιθανώς τον κόσμο για τα επόμενα χρόνια, όχι μόνον τα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης, αλλά και την οικονομία μας, την πολιτική και τον πολιτισμό.

Πρέπει να δράσουμε γρήγορα και αποφασιστικά. Και να λάβουμε επίσης υπόψη τις μακροπρόθεσμες συνέπειες των ενεργειών μας. Όταν επιλέγουμε μεταξύ διάφορων εναλλακτικών, πρέπει να σκεφτόμαστε όχι μόνο πώς θα αντιμετωπίσουμε την άμεση απειλή, αλλά και πώς θα είναι ο κόσμος που θα ζήσουμε όταν περάσει η καταιγίδα. Ναι, η καταιγίδα θα περάσει, η ανθρωπότητα θα επιβιώσει, οι περισσότεροι από εμάς θα είμαστε ακόμα ζωντανοί –αλλά θα ζούμε σε έναν αλλιώτικο κόσμο.

Πολλά από τα βραχυπρόθεσμα έκτακτα μέτρα θα γίνουν στο μέλλον αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μας. Αυτή είναι η φύση των καταστάσεων έκτακτης ανάγκης, επισπεύδουν τις ιστορικές συγκυρίες και διαδικασίες. Αποφάσεις που υπό κανονικές συνθήκες μπορεί να χρειάζονταν χρόνια διαβουλεύσεων για να ληφθούν, παίρνονται πλέον μέσα σε λίγες ώρες. Ωθείται η χρήση νέων, παράκαιρων, ακόμη και επικίνδυνων τεχνολογιών, επειδή είναι μεγαλύτερος ο κίνδυνος της απραξίας. Χώρες ολόκληρες μετατρέπονται σε πειραματόζωα σε μεγάλης κλίμακας κοινωνικά πειράματα. Τι συμβαίνει όταν όλοι εργάζονται από το σπίτι και επικοινωνούν μόνο εξ αποστάσεως; Τι συμβαίνει όταν ολόκληρα σχολεία και πανεπιστήμια κάνουν τα μαθήματα διαδικτυακά; Υπό κανονικές συνθήκες οι κυβερνήσεις, οι επιχειρήσεις και τα εκπαιδευτικά συμβούλια ουδέποτε θα συναινούσαν στη διεξαγωγή τέτοιων πειραμάτων. Αλλά αυτές δεν είναι κανονικές συνθήκες», γράφει.

Σύμφωνα με τον Χαράρι, δύο είναι οι σημαντικές επιλογές που αντιμετωπίζουμε σήμερα: η πρώτη αφορά την ολοκληρωτική παρακολούθηση ή την ενδυνάμωση των πολιτών και η δεύτερη το ποιον δρόμο θα ακολουθήσουμε ανάμεσα στην εθνικιστική απομόνωση και την παγκόσμια αλληλεγγύη.

Λεπτομερής παρακολούθηση

«Για να σταματήσει η πανδημία, ολόκληροι πληθυσμοί καλούνται να συμμορφωθούν με ορισμένες κατευθυντήριες γραμμές και δύο βασικοί τρόποι υπάρχουν για να επιτευχθεί αυτό: ο ένας είναι να παρακολουθεί η κυβέρνηση τους πολίτες και να τιμωρεί όσους παραβιάζουν τους κανόνες. Σήμερα, για πρώτα φορά στην ανθρώπινη ιστορία, η τεχνολογία καθιστά εφικτή τη διαρκή παρακολούθηση όλων. Πριν από πενήντα χρόνια, η KGB αδυνατούσε να παρακολουθεί τα 240 εκατ. πολιτών της ΕΣΣΔ επί 24 ώρες το 24ωρο, αλλά ούτε θα μπορούσε να επεξεργαστεί αποτελεσματικά όλες τις συλλεγείσες πληροφορίες. Η KGB στηριζόταν σε πράκτορες και αναλυτές και δεν μπορούσε να διαθέσει από έναν πράκτορα για κάθε πολίτη. Τώρα όμως, οι κυβερνήσεις μπορούν να βασίζονται σε πανταχού παρόντες αισθητήρες και ισχυρούς αλγορίθμους.

Στη μάχη τους ενάντια στην πανδημία του κοροναϊού, αρκετές κυβερνήσεις έχουν ήδη αναπτύξει τα νέα εργαλεία  παρακολούθησης, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα την Κίνα. Παρακολουθώντας προσεκτικά τα «έξυπνα κινητά» των πολιτών, χρησιμοποιώντας εκατοντάδες εκατομμύρια κάμερες με προγράμματα αναγνώρισης προσώπου και υποχρεώνοντας τους κατοίκους να ελέγχουν και να αναφέρουν τη θερμοκρασία του σώματος και την ιατρική του κατάσταση, οι κινεζικές Αρχές όχι μόνο είναι σε θέση να  εντοπίσουν άμεσα τους ύποπτους φορείς κοροναϊών, αλλά και τις κινήσεις τους και όποιον ήλθε σε επαφή μαζί τους. Εφαρμογές κινητών προειδοποιούν τους πολίτες για το πόσο κοντά βρίσκονται σε μολυσμένους ασθενείς», σημειώνει ο Ισραηλινός ιστορικός. Αναφέρεται ακόμη στο παράδειγμα της χώρας του, όπου ο πρωθυπουργός Μπέντζαμιν Νετανιάχου άναψε πρόσφατα το πράσινο φως στη Σιν Μπετ (υπηρεσία Εσωτερικής Ασφάλειας του Ισραήλ) να αναπτύξει τεχνολογικά εργαλεία, που συνήθως χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση τρομοκρατών, για να εντοπίζει φορείς του κοροναϊού. Και προειδοποιεί:

«Ίσως υποστηρίξετε ότι όλα αυτά δεν είναι κάτι νέο, αφού τα τελευταία χρόνια κυβερνήσεις και εταιρείες χρησιμοποιούν τις πιο εξελιγμένες τεχνολογίες για την παρακολούθηση και τη χειραγώγηση ανθρώπων. Ωστόσο, εάν δεν προσέξουμε, η επιδημία μπορεί να σηματοδοτήσει μια σημαντική καμπή στην ιστορία της παρακολούθησης. Όχι μόνο επειδή θα μπορούσε να λειάνει το δρόμο για την ανάπτυξη εργαλείων μαζικής επιτήρησης σε χώρες που τις έχουν απορρίψει μέχρι τώρα, αλλά ακόμη περισσότερο επειδή σηματοδοτεί μια δραματική μετάβαση από την επιδερμική στην λεπτομερή παρακολούθηση.

Μέχρι τώρα, όταν το δάχτυλό σας άγγιζε την οθόνη του έξυπνου κινητού σας  που είχατε κι έκανε κλικ πάνω σε ένα σύνδεσμο, η κυβέρνηση ήθελε να μάθει που ακριβώς «κλικάρατε». Αλλά με την πανδημία του κοροναϊού μετατοπίζεται η εστίαση του ενδιαφέροντος. Τώρα η κυβέρνηση θέλει να γνωρίζει τη θερμοκρασία του δακτύλου σας και την αρτηριακή πίεση κάτω από την επιδερμίδα του.

Έκτακτη ανάγκη

Ένα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε επεξεργαζόμενοι τη στάση μας έναντι της παρακολούθησης, είναι ότι δεν γνωρίζουμε ακριβώς μας παρακολουθούν και τι θα φέρουν τα επόμενα χρόνια. Η τεχνολογία παρακολούθησης αναπτύσσεται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς και αυτό που φάνταζε ως επιστημονική φαντασία πριν από 10 χρόνια είναι σήμερα κάτι το συνηθισμένο. Ας σκεφτούμε υποθετικά  ότι μια κυβέρνηση απαιτεί να φορά κάθε πολίτης βιομετρικό βραχιόλι που παρακολουθεί τη θερμοκρασία του σώματος και τους καρδιακούς παλμούς 24 ώρες το 24ωρο. Τα δεδομένα που θα προκύπτουν θα αποθηκεύονται και θα αναλύονται από κυβερνητικούς αλγορίθμους. Οι αλγόριθμοι θα γνωρίζουν ότι είστε άρρωστοι, πριν ακόμα το αντιληφθείτε εσείς οι ίδιοι και θα ξέρουν επίσης πού πήγατε και ποιον συναντήσατε. Οι αλυσίδες της μόλυνσης θα μπορούσαν να μειωθούν δραστικά, ακόμα και να κοπούν. Ένα τέτοιο σύστημα θα μπορούσε ενδεχομένως να σταματήσει την επιδημία στην αρχή της σε λίγες μέρες. Ακούγεται υπέροχο, έτσι;

Το μειονέκτημα είναι, φυσικά, ότι αυτό θα προσέδιδε νομιμότητα σε ένα τρομακτικό νέο σύστημα παρακολούθησης. Αν ξέρετε, για παράδειγμα, ότι έκανα κλικ σε έναν σύνδεσμο του Fox News ( το αγαπημένο τηλεοπτικό δίκτυο του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ) και όχι σε ένα σύνδεσμο του CNN, θα έχετε μάθει κάτι για τις πολιτικές μου απόψεις και ίσως και για την προσωπικότητά μου. Αλλά αν μπορείτε να παρακολουθήσετε τι συμβαίνει με τη θερμοκρασία του σώματος μου, την αρτηριακή μου πίεση και τους καρδιακούς μου παλμούς καθώς παρακολουθώ ένα συγκεκριμένο βίντεο, μπορείτε να μάθετε τι με κάνει να γελώ, να κλαίω, και αυτό που με κάνει πραγματικά να εξοργίζομαι.

Ο θυμός, η χαρά, η ανία και η αγάπη είναι βιολογικά φαινόμενα,  όπως ο πυρετός και ο βήχας. Η ίδια τεχνολογία που αναγνωρίζει τον βήχα θα μπορούσε επίσης να εντοπίσει το γέλιο. Εάν οι εταιρίες και οι κυβερνήσεις αρχίσουν να συλλέγουν κατά μαζικό τρόπο βιομετρικά δεδομένα, μπορούν να φθάσουν στο σημείο να μας γνωρίζουν πολύ καλύτερα από ό, τι γνωρίζουμε εμείς οι ίδιοι τον εαυτό μας και τότε όχι μόνον θα μπορούν να  προβλέψουν τα  αισθήματά μας, αλλά και να τα χειραγωγήσουν και να μας πουλήσουν ο,τι – από προϊόντα μέχρι πολιτικούς. Η βιομετρική παρακολούθηση θα καθιστούσε την κυβερνοπειρατεία στα δεδομένα της Cambridge Analytica να μοιάζει βγαλμένη από την Εποχή του Λίθου. Φανταστείτε στη Βόρεια Κορέα το 2030 να είναι υποχρεωμένοι όλοι οι πολίτες να φορούν βιομετρικό βραχιόλι 24 ώρες το 24ωρο. Όταν ακούν μια ομιλία του «Μεγάλου Ηγέτη» και το βραχιόλι συλλαμβάνει ενδείξεις θυμού, τότε θα είναι τελειωμένοι…

Θα μπορούσε, φυσικά, να υποστηρίξει κανείς την ανάγκη βιομετρικής παρακολούθησης ως προσωρινού μέτρου στη διάρκεια μιας έκτακτης κατάστασης, που θα σταματούσε με τη λήξη της. Αλλά τα προσωρινά μέτρα μέτρα έχουν την κακή συνήθεια να διαρκούν περισσότερο από τις καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, καθώς υπάρχει πάντα μια νέα κατάσταση έκτακτης ανάγκης που παραμονεύει στον ορίζοντα. Η πατρίδα μου, το Ισραήλ, επί παραδείγματι, κήρυξε κατάσταση έκτακτης ανάγκης στη διάρκεια του πολέμου της Ανεξαρτησίας του 1948, που δικαιολόγησε μια σειρά προσωρινών μέτρων, από τη λογοκρισία του Τύπου και τη δήμευση γης, μέχρι και την παρασκευή πουτίγκας (δεν κάνω πλάκα). Ο πόλεμος της Ανεξαρτησίας έχει κερδηθεί εδώ και πολύ καιρό, αλλά το Ισραήλ δεν κήρυξε ποτέ λήξασα την έκτακτη ανάγκη και δεν κατήργησε πολλά από τα “προσωρινά” μέτρα του 1948 (εκείνο για την πουτίγκα καταργήθηκε το 2011).

Ακόμη και αν μηδενιστούν οι μολύνσεις από τον κορωνοϊό, ορισμένες διψασμένες για προσωπικά δεδομένα κυβερνήσεις θα μπορούν να ισχυριστούν ότι πρέπει να διατηρήσουν την επιτήρηση των βιομετρικών δεδομένων επειδή φοβούνται ένα δεύτερο κύμα κοροναϊού, ή επειδή υπάρχει ένα νέο στέλεχος του Έμπολα εν εξελίξει στην κεντρική Αφρική ή επειδή . . . τέλος πάντων,  αντιλαμβάνεστε. Τα τελευταία χρόνια μαίνεται μια μεγάλη μάχη για την ιδιωτικότητά μας. Η κρίση του κοροναϊού μπορεί να είναι το σημείο βρασμού αυτής της μάχης, γιατί όταν οι άνθρωποι καλούνται να επιλέξουν μεταξύ της ιδιωτικότητας και της υγείας, συνήθως επιλέγουν την υγεία.

Η αστυνομία του σαπουνιού

Στην πραγματικότητα η ρίζα του προβλήματος είναι το να ζητάς από τους ανθρώπους να διαλέξουν μεταξύ της ιδιωτικότητάς τους και της υγείας τους, γιατί πρόκειται για ψευτοδίλημμα. Μπορούμε και πρέπει να απολαμβάνουμε τόσο την ιδιωτικότητα μας όσο και την υγεία μας. Μπορούμε να επιλέξουμε να προστατέψουμε την υγεία μας και να σταματήσουμε την επιδημία του κοροναϊού όχι με την καθιέρωση καθεστώτων ολοκληρωτικής επιτήρησης, αλλά με την ενδυνάμωση των πολιτών. Τις τελευταίες εβδομάδες, ορισμένες από τις πιο επιτυχημένες προσπάθειες ανάσχεσης της πανδημίας του κοροναϊού τέθηκαν σε εφαρμογή από τη Νότια Κορέα, την Ταϊβάν και τη Σιγκαπούρη. Και μολονότι οι χώρες αυτές χρησιμοποίησαν κάποιες εφαρμογές παρακολούθησης,  στηρίχθηκαν πολύ περισσότερο στη διενέργεια εξετάσεων για τον κοροναϊό σε ευρύ φάσμα του πληθυσμού, στην ειλικρινή αναφορά των κρουσμάτων από τους πάσχοντες και στην προθυμία συνεργασίας ενός καλά πληροφορημένου κοινού.

Δεν είναι η κεντρική παρακολούθηση κι οι σκληρές τιμωρίες ο μόνος τρόπος να κάνει κανείς τους πολίτες να συμμορφωθούν με ευεργετικές οδηγίες. Όταν εξηγήσει κανείς στον κόσμο τα επιστημονικά δεδομένα και όταν ο κόσμος εμπιστεύεται τις Αρχές που του εξηγούν αυτά τα δεδομένα, τότε οι πολίτες μπορούν να κάνουν το σωστό, έστω κι αν δεν έχουν τον «Μεγάλο Αδελφό» πάνω απ’ το κεφάλι τους. Ένας καλά ενημερωμένος και με ίδιον κίνητρο πληθυσμός είναι συνήθως πολύ ισχυρότερος και αποτελεσματικός από έναν επιτηρούμενο από την αστυνομία, αδαή πληθυσμό.

Πάρτε για παράδειγμα, το πλύσιμο των χεριών με σαπούνι – μια από τις μεγαλύτερες προόδους που σημειώθηκαν ποτέ στον τομέα της ανθρώπινης υγιεινής, μια απλή ενέργεια, που σώζει εκατομμύρια ζωές ετησίως. Αν και το θεωρούμε σήμερα δεδομένο, οι επιστήμονες ανακάλυψαν τη σημασία του πλυσίματος των χεριών με σαπούνι μόλις τον 19ο αιώνα. Πριν από αυτό, ακόμη και οι γιατροί και οι νοσηλευτές έκαναν τη μία μετά την άλλη τις χειρουργικές επεμβάσεις χωρίς να πλένουν τα χέρια τους. Δισεκατομμύρια άνθρωποι σήμερα πλένουν καθημερινά τα χέρια τους, όχι επειδή φοβούνται την αστυνομία σαπουνιού, αλλά επειδή αντιλαμβάνονται τα γεγονότα: πλένω τα χέρια μου με σαπούνι επειδή έχω ακούσει για ιούς και βακτήρια, καταλαβαίνω ότι αυτοί οι μικροσκοπικοί οργανισμοί προκαλούν ασθένειες και ξέρω ότι το σαπούνι μπορεί να τους απομακρύνει.

Αλλά για να επιτευχθεί ένα τέτοιο επίπεδο συμμόρφωσης και συνεργασίας απαιτείται εμπιστοσύνη, να εμπιστεύεσαι την επιστήμη, τις Αρχές και τα ΜΜΕ.  Τα τελευταία χρόνια, ανεύθυνοι πολιτικοί έχουν εσκεμμένα υπονομεύσει την εμπιστοσύνη στην επιστήμη, στις δημόσιες Αρχές και στα ΜΜΕ. Οι ίδιοι ανεύθυνοι πολιτικοί τώρα ίσως μπουν στον πειρασμού να ακολουθήσουν  το δρόμο του αυταρχισμού, υποστηρίζοντας ότι δεν μπορεί κανείς να εμπιστευτεί το λαό ότι θα κάνει το σωστό.

Κανονικά η εμπιστοσύνη που έχει διαβρωθεί εδώ και χρόνια,  δεν μπορεί να ανοικοδομηθεί σε μια νύχτα. Αλλά οι καιροί που ζούμε, δεν είναι κανονικοί. Σε μια περίοδο κρίσης μπορούν να αλλάξουν γρήγορα τα μυαλά. Μπορείτε να μαλώνετε επί χρόνια με τα αδέλφια σας, αλλά σε μια έκτακτη ανάγκη, ανακαλύπτετε ξαφνικά μια κρυμμένη δεξαμενή εμπιστοσύνης και αδελφοσύνης και σπεύδετε να βοηθήσετε ο ένας τον άλλον. Αντί να χτίσουμε ένα καθεστώς επιτήρησης, δεν είναι πολύ αργά για την ανοικοδόμηση της εμπιστοσύνης των ανθρώπων στην επιστήμη, στις δημόσιες Αρχές και στα ΜΜΕ. Οπωσδήποτε θα πρέπει να χρησιμοποιούμε και τις νέες τεχνολογίες, αλλά αυτές οι τεχνολογίες θα πρέπει να ενδυναμώνουν τους πολίτες. Είμαι υπέρ της παρακολούθησης της θερμοκρασίας του σώματός μου και της αρτηριακής μου πίεσης, αλλά αυτά τα δεδομένα δεν θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν για τη δημιουργία μιας πανίσχυρης κυβέρνησης. Αντίθετα, τα δεδομένα αυτά θα πρέπει να μου επιτρέψουν να λαμβάνω πιο ενημερωμένες προσωπικές επιλογές και επίσης να μπορώ να καθιστώ υπόλογη την κυβέρνηση για τις αποφάσεις της.

Αν μπορούσα να παρακολουθώ την κατάσταση της υγείας μου επί 24 ώρες το 24ωρο, θα μάθαινα όχι μόνο εάν έχω γίνει επικίνδυνος για την υγεία των γύρω μου, αλλά και ποιες συνήθειές μου συμβάλλουν στην κατάσταση της υγείας μου. Και αν  μπορούσα να αποκτήσω πρόσβαση και να αναλύσω αξιόπιστα στατιστικά στοιχεία για τη διάδοση του κοροναϊού, θα ήμουν σε θέση να κρίνω αν η κυβέρνηση μου λέει την αλήθεια και εάν υιοθετεί τις σωστές πολιτικές για την καταπολέμηση της επιδημίας. Όποτε οι άνθρωποι μιλούν για παρακολούθηση, να θυμόμαστε ότι την ίδια τεχνολογία παρακολούθησης  μπορούν συνήθως να χρησιμοποιήσουν όχι μόνο οι κυβερνήσεις για την παρακολούθηση ατόμων – αλλά και τα άτομα για να παρακολουθούν τις κυβερνήσεις.

Η επιδημία του κοροναϊού συνιστά επομένως μια μεγάλη δοκιμασία της κοινωνικής ευθύνης.  Το διάστημα που ακολουθεί ο καθένας μας πρέπει να επιλέξει να εμπιστευτεί τα επιστημονικά δεδομένα και τους ειδικούς στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης και όχι τις αβάσιμες θεωρίες συνωμοσίας και πολιτικούς που νοιάζονται μόνο για τους εαυτούς τους. Αν δεν καταφέρουμε να κάνουμε τη σωστή επιλογή, μπορεί να υπογράψουμε την παράδοση των πιο πολύτιμων ελευθεριών μας, πιστεύοντας ότι αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να διασφαλίσουμε την υγεία μας.

Εθνικιστική απομόνωση ή παγκόσμια αλληλεγγύη;

Η δεύτερη σημαντική επιλογή που αντιμετωπίζουμε έχει να κάνει με την εθνικιστική απομόνωση ή την παγκόσμια αλληλεγγύη. Τόσο η πανδημία του κορωνοϊού όσο και η οικονομική κρίση που προκαλεί είναι παγκόσμια προβλήματα, που μπορούν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά μόνον με παγκόσμια συνεργασία.

Για να νικήσουμε τον κοροναϊό πρέπει πρωτίστως να ανταλλάζουμε πληροφορίες παγκοσμίως. Αυτό είναι το μεγάλο αβαντάζ που έχουν οι άνθρωποι έναντι των ιών. Ένας κοροναϊός στην Κίνα και ένας κοροναϊός στις ΗΠΑ δεν μπορούν να ανταλλάξουν συμβουλές για το πώς να μολύνουν τους ανθρώπους. Αλλά η Κίνα μπορεί να διδάξει τις ΗΠΑ πολλά πολύτιμα μαθήματα σχετικά με τον κορωνοϊό και πώς να τον αντιμετωπίσει. Αυτό που ανακαλύπτει το πρωί ένας Ιταλός γιατρός στο Μιλάνο το πρωί, θα μπορούσε να σώσει ζωές το ίδιο βράδυ στην Τεχεράνη. Όταν η βρετανική κυβέρνηση διστάζει μεταξύ πολλών πολιτικών μπορεί να πάρει συμβουλές από τους Κορεάτες που αντιμετώπισαν πριν από έναν μήνα ένα παρόμοιο δίλημμα. Αλλά για να γίνει αυτό, χρειαζόμαστε ένα πνεύμα παγκόσμιας συνεργασίας και εμπιστοσύνης.

Οι χώρες θα πρέπει να είναι πρόθυμες να ανταλλάσσουν πληροφορίες ανοιχτά και να ζητούν ταπεινά συμβουλές και να μπορούν να εμπιστεύονται τα δεδομένα και τις γνώσεις που λαμβάνουν. Απαιτείται επίσης μια παγκόσμια προσπάθεια για την παραγωγή και τη διανομή ιατρικού εξοπλισμού, κυρίως των  test kits και των αναπνευστήρων. Αντί κάθε χώρα να προσπαθεί να το κάνει αυτό τοπικά και να αποθηκεύει ό,τι εξοπλισμό μπορεί να εξασφαλίσει, μια συντονισμένη παγκόσμια προσπάθεια θα μπορούσε να επιταχύνει σημαντικά την παραγωγή και να διασφαλίσει ότι ο σωστικός εξοπλισμός διανέμεται πιο δίκαια. Ακριβώς όπως οι χώρες κρατικοποιούν βασικούς κλάδους της βιομηχανίας στη διάρκεια των πολέμων, ο ανθρώπινος πόλεμος κατά του κοροναϊού μπορεί να απαιτήσει από εμάς να «εξανθρωπίσουμε» τις κρίσιμες γραμμές παραγωγής. Μια πλούσια χώρα με λίγα κρούσματα κοροναϊού πρέπει να είναι πρόθυμη να στείλει πολύτιμο εξοπλισμό σε μια φτωχότερη χώρα με πολλά κρούσματα, πιστεύοντας ότι όταν χρειαστεί βοήθεια, οι άλλες χώρες θα σπεύσουν να τη συνδράμουν.

Θα μπορούσε να εξεταστεί και μια παρόμοια παγκόσμια προσπάθεια συγκέντρωσης ιατρικού προσωπικού. Οι χώρες που πλήττονται τώρα λιγότερο, θα μπορούσαν να στείλουν ιατρικό προσωπικό στις πιο πληγείσες περιοχές του πλανήτη και για να τους βοηθήσουν  στην ώρα της ανάγκης τους, αλλά και για να αποκτήσουν πολύτιμη εμπειρία. Κι όταν αργότερα αλλάξει η κατάσταση με την πανδημία, η βοήθεια μπορεί να ρέει προς την αντίθετη κατεύθυνση.

Παγκόσμια συνεργασία στην οικονομία

Ο Ισραηλινός στοχαστής σημειώνει την ανάγκη παγκόσμιας συνεργασίας και στο μέτωπο της οικονομίας: «δεδομένης της παγκόσμιας φύσης της οικονομίας και των αλυσίδων εφοδιασμού, εάν κάθε κυβέρνηση κάνει το δικό της αδιαφορώντας πλήρως για τις άλλες χώρες, το αποτέλεσμα θα είναι να προκύψει χάος και μια βαθύτερη κρίση. Χρειαζόμαστε ένα παγκόσμιο σχέδιο δράσης και το χρειαζόμαστε γρήγορα.

Σημαντικό είναι επίσης να επιτευχθεί μια παγκόσμια συμφωνία για τα ταξίδια. Η αναστολή όλων των διεθνών ταξιδιών για μήνες θα προκαλέσει τεράστιες δυσκολίες και θα δυσχεράνει τον πόλεμο κατά του κοροναϊού. Οι χώρες πρέπει να συνεργαστούν για να επιτρέψουν τουλάχιστον σε λίγους, σημαντικούς ταξιδιώτες να συνεχίσουν να περνούν τα σύνορα: σε επιστήμονες, γιατρούς, δημοσιογράφους, πολιτικούς, επιχειρηματίες. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με μια παγκόσμια συμφωνία σχετικά με τον προκαταρκτικό έλεγχο των ταξιδιωτών από τη χώρα καταγωγής τους. Όταν ξέρεις ότι επετράπη η επιβίβαση σε αεροσκάφος μόνον σε ταξιδιώτες που ελέγχθηκαν εξονυχιστικά, θα είσαι πιο πρόθυμος να τους δεχθείς στη χώρα σου.

Δυστυχώς, προς το παρόν τα κράτη δεν κάνουν τίποτε απ’ αυτά. Η διεθνής κοινότητα έχει παραλύσει συλλογικά. Φαίνεται ότι δεν υπάρχουν πια ενήλικες στο δωμάτιο. Θα περίμενε κανείς να δει πριν από μερικές εβδομάδες μια έκτακτη συνάντηση των ηγετών των μεγάλων χωρών για να καταλήξουν σε ένα κοινό σχέδιο δράσης. Μόλις την περασμένη εβδομάδα κατάφεραν οι ηγέτες των κρατών μελών της G7 να διοργανώσουν μια τηλεδιάσκεψη- και δεν οδήγησε σ’ ένα τέτοιο σχέδιο.

Σε προηγούμενες παγκόσμιες κρίσεις – όπως η χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 και η επιδημία του Έμπολα  το 2014 – οι ΗΠΑ ανέλαβαν το ρόλο παγκόσμιου ηγέτη. Όμως η σημερινή αμερικανική κυβέρνηση έχει αποποιηθεί το ρόλο αυτό. Έχει καταστήσει σαφές ότι ενδιαφέρεται πολύ περισσότερο για το μεγαλείο της Αμερικής παρά για το μέλλον της ανθρωπότητας. Η κυβέρνηση Τραμπ έχει εγκαταλείψει ακόμη και τους στενότερους συμμάχους της χώρας. Όταν απαγόρευσε όλα τα ταξίδια από την ΕΕ, δεν μπήκε καν στον  κόπο να προειδοποιήσει την ΕΕ – πόσο μάλλον να διαβουλευθεί μαζί της γι’ αυτό το δραστικό μέτρο. Έχει σκανδαλίσει τη Γερμανία καθώς φέρεται να έχει προσφέρει ένα δισ. δολάρια σε μια γερμανική φαρμακευτική εταιρεία για να αγοράσει τα δικαιώματα για ένα νέο εμβόλιο κατά του Covid-19. Ακόμη και αν η σημερινή κυβέρνηση, τελικά αλλάξει στρατηγική και αποφασίσει ένα παγκόσμιο σχέδιο δράσης, λίγοι θα ακολουθήσουν έναν ηγέτη, που ουδέποτε αναλαμβάνει την ευθύνη, ουδέποτε παραδέχεται λάθη και ο οποίος συνηθίζει να διεκδικεί όλα τα εύσημα για τον εαυτό του αφήνοντας όλο το φταίξιμο στους άλλους», υπογραμμίζει ο Γιουβάλ Νώε Χαράρι. Και καταλήγει:

«Εάν δεν καλύψουν άλλες χώρες το κενό που άφησαν οι ΗΠΑ, όχι μόνον θα είναι πολύ δυσκολότερο να σταματήσει η σημερινή πανδημία, αλλά η κληρονομιά της θα συνεχίσει να δηλητηριάζει τις διεθνείς σχέσεις τα επόμενα χρόνια. Ωστόσο, κάθε κρίση συνιστά επίσης και μια ευκαιρία. Πρέπει να ελπίζουμε ότι η σημερινή επιδημία θα βοηθήσει την ανθρωπότητα να συνειδητοποιήσει τον οξύ κίνδυνο που συνιστά η παγκόσμια ασυμφωνία.

Η ανθρωπότητα πρέπει να κάνει μια επιλογή. Θα βαδίσουμε στο δρόμο της ασυμφωνίας ή θα υιοθετήσουν την πορεία της παγκόσμιας αλληλεγγύης; Αν επιλέξουμε την ασυμφωνία,  αυτό όχι μόνο θα παρατείνει την κρίση, αλλά πιθανόν να οδηγήσει σε ακόμη χειρότερες καταστροφές στο μέλλον. Αν επιλέξουμε την παγκόσμια αλληλεγγύη, αυτό θα συνιστά  μια νίκη όχι μόνο ενάντια στον κορονοαό, αλλά και ενάντια σ’ όλες τις μελλοντικές επιδημίες και κρίσεις, που θα μπορούσαν να απειλήσουν την ανθρωπότητα τον 21ο αιώνα.»