Ηταν ο μεγαλύτερος σεισμός που έγινε ποτέ στη Μεσόγειο και η επέτειος από το τρομερό χτύπημά του πλησιάζει σε λίγες ημέρες. Μια πολύ ισχυρή δόνηση μεγέθους 8,5 ρίχτερ που σημειώθηκε στον ελλαδικό χώρο –στη Δυτική Κρήτη –και από τότε μέχρι σήμερα, επί 1.653 χρόνια, δεν έπαψε ποτέ να απασχολεί τους ερευνητές.

Ηταν 21 Ιουλίου του 365 μ.Χ., ξημερώματα, όταν ο Εγκέλαδος ανύψωσε την κρητική γη με άλμα κατά 6,5 μέτρα και προκάλεσε τσουνάμι το οποίο κατέκλυσε την Ανατολική Μεσόγειο: ανέβασε μεγάλα καράβια στις στέγες των σπιτιών και έπνιξε 5.000 ανθρώπους.

Ακόμη και σήμερα μπορεί κάποιος να δει το σεισμικό ρήγμα στο έδαφος της Κρήτης αλλά και στο λιμάνι της αρχαίας Φαλάσαρνας που βρέθηκε σε απόσταση 100 μέτρων μακριά από τη θάλασσα λόγω του φαινομένου. Παρότι οι αριθμοί είναι τόσο εντυπωσιακοί που προκαλούν αμφιβολίες, η επιστημονική κοινότητα είναι σε θέση να υποστηρίξει με βεβαιότητα ότι σε κάθε σεισμικό τόξο, όπως και στο Ελληνικό, μπορούν να γίνουν μεγάλοι σεισμοί μεγέθους μέχρι 9 ρίχτερ. Αυτό που προσπαθούν πλέον να ανιχνεύσουν είναι η συχνότητα επανάληψης του φαινομένου. Το τι αναμένουν οι σεισμολόγοι από την περιοχή που έδωσε τον μεγαλύτερο σεισμό της Μεσογείου και το πόσο προετοιμασμένοι είμαστε για την επανάληψη ενός τέτοιου φαινομένου εξηγεί στα «ΝΕΑ» ο δρ Γεράσιμος Παπαδόπουλος, διευθυντής Ερευνών Σεισμολογίας στο Γεωδυναμικό Ινστιτούτο Αθηνών και πρόεδρος του Συστήματος της UNESCO για προειδοποίηση για τσουνάμι στον ΒΑ Ατλαντικό και τη Μεσόγειο.

«Η περιοχή της Μεσογείου χαρακτηρίζεται από πολύ υψηλή σεισμικότητα. Χώρες όπως η Αλγερία, η Ιταλία, η Ελλάδα, η Τουρκία, το Ισραήλ και άλλες έχουν κατ’ επανάληψη πληγεί από μεγάλους, καταστροφικούς σεισμούς. Αλλά τα μεγαλύτερα μεγέθη σεισμών έχει διαπιστωθεί ότι εμφανίζονται κατά μήκος του Ελληνικού τόξου που αποτελεί την πιο ενεργό γεωτεκτονική δομή στη Μεσόγειο. Εχει τοξοειδή διάταξη και ξεκινά από τα νησιά του Ιονίου, διέρχεται από τη Δυτική Πελοπόννησο και την Κρήτη και καταλήγει στη Ρόδο. Πολύ μεγάλοι σεισμοί έχουν γίνει στο Ελληνικό Τόξο όπως προκύπτει από ιστορικές μαρτυρίες αλλά και από ενόργανες καταγραφές από το 1911 και μετά» λέει ο δρ Παπαδόπουλος μιλώντας στα «ΝΕΑ»

Ο μεγαλύτερος

«Διεθνώς οι επιστήμονες πιστεύουν ότι ο μεγαλύτερος γνωστός σεισμός στη Μεσόγειο ήταν εκείνος που έγινε στην περιοχή της Δυτικής Κρήτης το ξημέρωμα της 21ης Ιουλίου του 365 μ.Χ. Ο σεισμός αυτός προκάλεσε και ένα καταστροφικό τσουνάμι που κατέκλυσε πολλές περιοχές της λεκάνης της Ανατολικής Μεσογείου μέχρι τη Νότια Αδριατική, τη Σικελία, την Αίγυπτο και το Ισραήλ. Το μέγεθός του υπολογίζεται ότι ήταν περίπου 8,5 στην κλίμακα Ρίχτερ. Πριν από δύο – τρεις δεκαετίες ορισμένοι ιστορικοί επιστήμονες και σεισμολόγοι υποστήριξαν ότι δεν θα μπορούσε να έχει γίνει ένας τόσο μεγάλος σεισμός και ότι οι ιστορικές πληροφορίες που είχαμε αφορούσαν περισσότερους από έναν ισχυρούς σεισμούς που έγιναν στη Μεσόγειο την εποχή εκείνη και «αμαλγαμοποιήθηκαν» με το πέρασμα του χρόνου με αποτέλεσμα σιγά σιγά να γίνει πιστευτό ότι όλες αφορούσαν έναν πολύ μεγάλο σεισμό. Σήμερα, αυτός ο ισχυρισμός έχει καταρριφθεί για τον απλούστατο λόγο ότι οι μαρτυρίες που έχουν συλλεχθεί από επιστήμονες διαφόρων ειδικοτήτων δεν είναι μόνο ιστορικές αλλά επίσης γεωλογικές και αρχαιολογικές».

Ο δρ Παπαδόπουλος εξηγεί ότι στη Δυτική Κρήτη εντοπίζονται πολλές γεωλογικές μαρτυρίες. «Εχουν διαπιστωθεί μεγάλοι ογκόλιθοι που παρασύρθηκαν στην ξηρά από το γιγαντιαίο τσουνάμι του 365 μ.Χ. Επίσης, το τσουνάμι άφησε ως ισχυρό αποτύπωμα στρώματα ιζημάτων θαλάσσιας άμμου που μετέφερε και απόθεσε στην ξηρά. Αλλά το ίδιο τσουνάμι στο πέρασμά του αναστάτωσε και τον πυθμένα της θάλασσας στο Νότιο Ιόνιο και σχημάτισε ιδιόμορφα στρώματα ιζημάτων, κάτι που έδειξε και σχετική έρευνα ιταλών επιστημόνων».

Η πιο εντυπωσιακή γεωλογική μαρτυρία για τον σεισμό είναι η αιφνίδια, «συν-σεισμική», όπως λένε οι επιστήμονες, ανύψωση της δυτικής ακτής της Κρήτης με άλμα που έφθασε τουλάχιστον τα 6,5 μ. «Το αρχαίο λιμάνι της Φαλάσαρνας, που επί 30 χρόνια ανέσκαψε με αφοσίωση και συνεχή εργασία η αρχαιολόγος δρ Ελπίδα Χατζιδάκη, σήμερα βρίσκεται σε απόσταση 100 και 200 μέτρων μέσα από την ακτή, ακριβώς εξαιτίας της μεγάλης εδαφικής ανύψωσης που προκάλεσε ο σεισμός του 365 μ.Χ. Επίσης σε διάφορα σημεία της Δυτικής Κρήτης ομάδες αρχαιολόγων έχουν εντοπίσει «ορίζοντες καταστροφής» που αποδίδονται στο καταστροφικό αποτέλεσμα αυτού του σεισμού» συμπληρώνει ο Γεράσιμος Παπαδόπουλος.

Τρομερές συνέπειες

Οι σύγχρονοι επιστήμονες όχι μόνο απέδειξαν ότι οι τρομερές συνέπειες του σεισμού, όπως μας έχουν γίνει γνωστές από τις ιστορικές μαρτυρίες, ήταν το αποτέλεσμα ενός και μόνο φαινομένου αλλά πραγματοποίησαν, επίσης, προσομοιώσεις σε ηλεκτρονικό υπολογιστή και κατάφεραν να αναπαραγάγουν με πολύ ρεαλιστικό τρόπο την πορεία που ακολούθησε το τσουνάμι του 365 μ.Χ. «Μετά τους μεγάλους σεισμούς και τα τσουνάμι στα σεισμικά τόξα της Ινδονησίας (Σουμάτρα, 26/12/2004, μέγεθος 9,3) και της Ιαπωνίας (Τοχόκου, 11/3/2011, μέγεθος 9), αμερικανοί και άλλοι επιστήμονες έδειξαν με την έρευνά τους ότι σε κάθε σεισμικό τόξο, όπως και στο Ελληνικό, μπορούν να γίνουν μεγάλοι σεισμοί μεγέθους μέχρι το 9 της κλίμακας Ρίχτερ. Συνεπώς, σήμερα δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ένας πολύ μεγάλος σεισμός και τσουνάμι έγιναν το πρωί της 21ης Ιουλίου του 365 με επίκεντρο τη Δυτική Κρήτη» σημειώνει ο διευθυντής Ερευνών του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου.

Αλλά κάθε πότε επαναλαμβάνεται αυτός ο μεγάλος σεισμός; «Aυτό το κρίσιμο ερώτημα δεν έχει απαντηθεί ακόμη γιατί στην ιστορική περίοδο δεν γνωρίζουμε παρόμοιο σεισμό στην ίδια περιοχή» απαντά ο Γεράσιμος Παπαδόπουλος και συμπληρώνει: «Από γεωλογικές παρατηρήσεις ορισμένοι επιστήμονες υπολόγισαν ότι ίσως ο σεισμός του 365 μ.Χ επαναλαμβάνεται κάθε 15.000 χρόνια. Αλλοι, βασισμένοι στην σεισμική συμπεριφορά του Ελληνικού Τόξου πιστεύουν ότι η περίοδος επανάληψης του σεισμού είναι περίπου 5.000 χρόνια ή και λιγότερο. Η πραγματικότητα είναι ότι δεν έχουμε ακόμη απάντηση στο ερώτημα αυτό αλλά, από την άλλη μεριά, ο σεισμός μπορεί να ξαναγίνει οποτεδήποτε. Η χώρα δεν έχει συμπεριλάβει στα σχέδιά της ένα τέτοιο ενδεχόμενο και γι’ αυτό είμαστε απροετοίμαστοι».

Τα ιστορικά κείμενα είναι οι πιο εύγλωττοι μάρτυρες

«Στις 21 Ιουλίου του 365, λίγο μετά το φως της μέρας όλος ο κόσμος επλήγη ξαφνικά από μεγάλη καταστροφή. Ολη η Γη εσείσθη. Η θάλασσα τραβήχτηκε πίσω τόσο ώστε αποκαλύφθηκε ο βυθός. Πολλά πλοία «κάθισαν» όπως στη στεγνή ξηρά και πολύς κόσμος μάζευε ψάρια και άλλα είδη. Αλλά το νερό επανήλθε ορμητικά με μεγάλο ύψος, υπερπήδησε νησιά και τις ανωμαλίες της ξηράς, ισοπέδωσε πολλά κτίρια και σκότωσε πολλές χιλιάδες ανθρώπων. Στην Αλεξάνδρεια μεγάλα πλοία εναποτέθηκαν στις στέγες.

Στη Μεθώνη [της Πελοποννήσου] είδαμε μετά από καιρό ένα Σπαρτιάτικο πλοίο να αποσυντίθεται σε απόσταση δύο μιλίων από την ξηρά», έγραφε μεταξύ άλλων ένας από τους πιο αξιόπιστους ιστορικούς της εποχής, ο Αμμιανός Μαρκελίνος. Τα ιστορικά κείμενα που σώζονται μέχρι σήμερα είναι οι πιο εύγλωττοι μάρτυρες του φαινομένου που έμελλε να αλλάξει ριζικά την εικόνα του τότε κόσμου. Οι εικόνες που περιγράφουν μας θυμίζουν σκηνές της σύγχρονης ιστορίας όπως αυτές που προκάλεσε το τσουνάμι που έπληξε τα Χριστούγεννα του 2004 τον Ινδικό Ωκεανό.

Ο βυζαντινός ιστορικός Ζώσιμος, που έζησε τον 5ο αιώνα, μας πληροφορεί ότι στην Κρήτη ο σεισμός κατέστρεψε 100 πόλεις και προκάλεσε πολλά θύματα. Ο επίσης βυζαντινός χρονογράφος Γεώργιος Μοναχός του 9ου αιώνα αναβίβασε σε 5.000 τους ανθρώπους που σκοτώθηκαν από το τσουνάμι. Η καταστροφή από τον σεισμό και το τσουνάμι στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου ήταν τόσο τρομερή ώστε οι κάτοικοι καθιέρωσαν να οργανώνουν κάθε χρόνο στην ετήσια επέτειο του συμβάντος γιορτή ονομαζόμενη «γενέσια του σεισμού» για να θυμούνται τον φονικό σεισμό.