Την εβδομάδα που πέρασε ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν με μια βαλίτσα στο χέρι. Μέσα σε αυτήν μετέφερε και το νεοδημοκρατικό πρόγραμμα για τη μεταμνημονιακή εποχή, προκειμένου να το παρουσιάσει αναλυτικά στους ευρωπαίους εταίρους. Πρώτος σημαντικός σταθμός του, η Βίλχελμστρασε, όπου βρίσκεται το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών. Δεύτερος, οι Βρυξέλλες και η προσύνοδος των ηγετών του ΕΛΚ. Αν είχαν κάτι διαφορετικό οι εν λόγω συναντήσεις του από προηγούμενες, ήταν πως οι συνομιλητές του είχαν πολύ συγκεκριμένες απορίες και ζητούσαν εξειδικευμένες απαντήσεις.

Το διήμερο του προέδρου της ΝΔ σε γερμανική και βελγική πρωτεύουσα μπορεί να περιγραφεί και ως η συνέχεια μιας συντονισμένης επιχείρησης γοητείας των ξένων που έχει ξεκινήσει εδώ και καιρό. Επόμενο στάδιό της ένα ταξίδι στη Βιέννη, έπειτα από πρόσκληση του αυστριακού καγκελάριου Σεμπάστιαν Κουρτς, στις 15 Ιουλίου. Εκεί, με αφορμή την αυστριακή προεδρία της Ενωσης, που ξεκινά από αύριο, ο οικοδεσπότης διοργανώνει μια εκδήλωση με ηγέτες της κεντροδεξιάς ευρωπαϊκής πολιτικής οικογένειας.

ΕΝ ΑΝΑΜΟΝΗ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ. Για τους συνεργάτες του Μητσοτάκη οι επαφές που έχει κάνει μέχρι τώρα εκτός συνόρων, αλλά και οι προσκλήσεις που δέχεται –όπως αυτή του Κουρτς –«φανερώνουν πως οι Ευρωπαίοι τον αντιμετωπίζουν πια ως εν αναμονή πρωθυπουργό». Στην ανάλυσή τους, δηλαδή, «δεν μιλάμε πια για μια επιχείρηση γοητείας». Αυτή, θεωρούν ότι έχει αποδώσει καρπούς. «Πλέον τον βλέπουν ως εκείνον με τον οποίο θα κάθονται γύρω από το ίδιο τραπέζι, ενδεχομένως και άμεσα». Οπότε θέλουν να γνωρίζουν όσα πρεσβεύει και σε ζητήματα όπως το Προσφυγικό. Μέσα από μια τέτοια γωνία αναλύουν την αυστριακή πρόσκληση, φέρ’ ειπείν. Ή το ενδιαφέρον του ιρλανδού πρωθυπουργού Λίο Βαράντκαρ για τη μητσοτακική θέση σχετικά με το Brexit.

Τα θέματα που κυριάρχησαν στις περισσότερες συζητήσεις του γαλάζιου αρχηγού, σε Βερολίνο και Βρυξέλλες, ήταν η οικονομία και το Προσφυγικό. Σύμφωνα με ανθρώπους από το περιβάλλον του στο εξωτερικό ακούν με προσοχή τις θέσεις που εκείνος εκφράζει. «Και παρά τα αντιθέτως λεγόμενα, δεν δέχεται πίεση». Ειδικά στα ραντεβού που έκανε με τους Γερμανούς, από τον υπουργό Οικονομικών Ολαφ Σολτς μέχρι τους εκπροσώπους της κοινοβουλευτικής ομάδας των CDU/CSU, το νούμερο ένα θέμα στην ατζέντα ήταν οι γερμανικές επενδύσεις στην Ελλάδα. «Το ερώτημα», λένε άνθρωποι με γνώση όσων συζήτησε ο Μητσοτάκης εκεί, «είναι πια πώς θα πάρουν τα λεφτά τους πίσω».

ΟΙ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ. Με άλλα λόγια, αν κάτι ζητούσε επιτακτικά να μάθει η γερμανική πλευρά είναι τι διαφορετικό θα κάνει μια κυβέρνηση ΝΔ από αυτά που κάνει μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και πώς σκοπεύει να βελτιώσει τις συνθήκες προσέλκυσης επενδύσεων. Μάλιστα, οι ερωτήσεις που είχε δεν αφορούσαν απλά το περίγραμμα του νεοδημοκρατικού σχεδίου, αντίθετα εστίασαν σε λεπτομέρειες αυτού. Οσοι, άλλωστε, έχουν πηγές στην ηγέτιδα δύναμη της ΕΕ επιμένουν πως «σύμφωνα με μελέτες αρκετών οικονομολόγων το μεγάλο πλεόνασμα που έχει η Γερμανία κινδυνεύει να χαθεί αν δεν ξοδευθεί, εξού και αναζητεί πιθανές χώρες για επενδύσεις εντός ευρωπαϊκών συνόρων». Οσο για το αφήγημα της αξιωματικής αντιπολίτευσης; Μπορεί να συνοψιστεί στο «θα είμαστε σοβαροί κι έτσι εσείς θα έχετε υψηλές αποδόσεις κι εμείς θέσεις εργασίας και μεγαλύτερο ΑΕΠ».

Στο τετ α τετ με τον Σολτς ο Μητσοτάκης έθεσε και το θέμα των φοροελαφρύνσεων. Η αντίδραση δεν ήταν, αναφέρουν συνεργάτες του, αρνητική. Επειδή, «το μόνο που θέλει το Βερολίνο είναι να μη δημιουργηθούν νέα ελλείμματα». Επίσης, σύμφωνα με πληροφορίες, έβαλε στην κουβέντα και τα υπερπλεονάσματα. Στη λογική της επαναδιαπραγμάτευσής τους, σε δεύτερο πάντα χρόνο κι εφόσον οι επιδόσεις μιας κυβέρνησής του στις μεταρρυθμίσεις κριθούν ικανοποιητικές. Στην περίπτωση, δηλαδή, που η χώρα εμφανίσει υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης.