Αν κατά τον 19ο αιώνα άρχιζε να παίζει στρατιωτική μπάντα τη «Μασσαλιώτιδα» την ώρα που ο καθολικός αρχιεπίσκοπος του Παρισιού έψελνε αναστάσιμους ύμνους, ο ιεράρχης μάλλον θα εγκατέλειπε τη λειτουργία, διαμαρτυρόμενος για την παρείσφρυση της κοσμικής εξουσίας στα εκκλησιαστικά του. Στην Αθήνα του 21ου αιώνα δεν έχουμε τέτοια μίση, έχουν λυθεί οι παρεξηγήσεις: όχι μόνο παίζει στρατιωτική μπάντα τον εθνικό ύμνο ενώ ο ορθόδοξος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών ψέλνει επί της εξέδρας το «Χριστός Ανέστη», αλλά στη συνέχεια τον τραγουδά και ο ίδιος –ενώ ώς τώρα περιοριζόταν απλώς να τον ακούει, διάβασα. Η προσθήκη του πολιτικού στοιχείου στη θρησκευτική τελετουργία είναι πρόσφατο φαινόμενο, έμαθα επίσης: καθιερώθηκε επί των επάρατων «Σαμαροβενιζέλων», το 2013, αλλά δεν είχαν κανένα πρόβλημα να τη συνεχίσουν οι υπερευλογημένοι «Τσιπροκαμμένοι». Ετσι, μετά και την υποδοχή «με τιμές αρχηγού κράτους» του Αγίου Φωτός εξ Ιερουσαλήμ, το «Ελλήνων Πάσχα» ολοκληρώνεται με πλήρη και ευτυχή διαπλοκή Εκκλησίας – Κράτους.

Ισως μοιάζει ματαιοπονία να εξακολουθεί να γράφει κανείς για αυτά όταν –μας λένε οι έρευνες της ΔιαΝΕΟσις –η Εκκλησία έχει αποδοχή κάπου 60%, ενώ οι εφημερίδες (άρα και ο γράφων) μόλις κοντά στο 30%. Ομως οι Ενοπλες Δυνάμεις έχουν αποδοχή 85% και η Αστυνομία κάτι πάνω από 70%. Πρωθυπουργός, Βουλή, κυβέρνηση βρίσκονται ανάμεσα στην Εκκλησία και στις εφημερίδες –τα κόμματα κάτω και από αυτές, στο 25%. Η στρατιωτική μπάντα που παιανίζει τη νύχτα της Ανάστασης βγαίνει κερδισμένη, όχι η κυβέρνηση που τη στέλνει, ούτε η εξέδρα που ψέλνει.

Ομως οι Ενοπλες Δυνάμεις και η Αστυνομία δεν έχουν ιεροκήρυκες και δασκάλους, ούτε επιδίδονται σε δημόσιες σχέσεις όπως οι εκκλησιαστικοί και πολιτικοί θεσμοί. Δεν έχουν τρόπους επιρροής σε συνειδήσεις και απόψεις -αν δεν οφείλεται σε παρέμβαση του Αντίχριστου, οι κυβερνήσεις, η Εκκλησία, τα κόμματα και τα μέσα επικοινωνίας ευθύνονται για το ότι η κοινωνία των πολιτών τα εμπιστεύεται λιγότερο από τους ενόπλους. Τα ίδια είναι που καλλιεργούν πνεύμα μιλιταριστικό, αυταρχικό, επιθετικό: το αναγκαίο κακό της άσκησης (νόμιμης) βίας αναδεικνύεται σε μέγιστη αξία.

Οι πολιτικοί θεσμοί και δευτερευόντως η Εκκλησία ευθύνονται για αυτό το αποτέλεσμα –θα άξιζε να το σκεφθούν οι δύο όψεις του αδιαίρετου πολιτικοθρησκευτικού νομίσματος, όπως βεβαίως και τα μέσα επικοινωνίας. Δεν είναι κρίμα κι άδικο να φροντίζει μόνο η Ενωση Αθέων να διαδοθεί η πραγματεία του Κοραή περί Αγίου Φωτός αυτές τις ημέρες; Εκτός από οπλαρχηγούς και ιερείς, είχε και διαφωτιστές κάποτε αυτό το γένος.