Κάποια λάθη τα επαναλαμβάνεις με χαρά. Λες και είναι ευλογημένα…Το έπραξε η ΑΕΚ επί σειράν ετών, κοντά ένα τέταρτο του αιώνα έφυγε και ήταν στείρο. Διακρίσεις γιοκ. Μόνο κάτι Κυπελλάκια προέκυψαν για να ξεδιψάσει το χείλος των στερημένων οπαδών. Μέχρι τη φετινή σεζόν που ο δρόμος για τον τίτλο ισοδυναμεί με αφύλαχτη διάβαση. Ή για να το πούμε σωστότερα, μέχρι να δρέψει καρπούς μιας προσπάθειας που άρχισε εδώ και δύο τρία χρόνια.

Οπως όλες οι βάρκες δεν ταξιδεύουν σε όλες τις θάλασσες, έτσι και όλοι οι παίκτες δεν μπορούν να σε οδηγήσουν σε επιτυχίες αν δεν είναι προσεκτικά επιλεγμένοι. Συμβαίνει και όταν μια ομάδα δεν στηρίζεται σε κανόνες, σε δομές, σε σωστό τρόπο λειτουργίας, πολύ δύσκολα θα σπάσει το τσόφλι και θα δει να ανατέλλει κάτι σημαντικό. Αν γυρίσουμε τον χρόνο πίσω, μία βασική διαφορά θα διαπιστώσουμε. Το επιθετικό δίδυμο. Σε λίγες περιπτώσεις ήταν αντίστοιχης ισχύος με το δίπολο των Δημητριάδη – Αλεξανδρή εκείνη την χρυσή τριετία της ΑΕΚ (1991-94) που άπαντες υποκλίθηκαν στην ανωτερότητά της. Τώρα, οι Λιβάγια – Αραούχο μπορούν να καμαρώνουν πως ο ένας συμπληρώνει τον άλλον. Καλό είναι, όμως, να θυμηθούμε κάποια στοιχεία από το μακρινό χθες.

Δημητριάδης – Αλεξανδρής

Η συνύπαρξη των δύο κορυφαίων σκόρερ των αρχών της δεκαετίας του ’90 έμοιαζε με έναν παράλογο έρωτα. Πολλές φορές αναρωτιέται κάποιος το πώς, αλλά καταλήγει στο γεγονός ότι ισορροπείς καλύτερα έτσι. Ο Δημητριάδης, όχι ιδιαίτερα τεχνίτης, υπήρξε φορ περιοχής που τα καλύτερά του χρόνια τα έζησε στην ΑΕΚ. Εξω από τη λίμνη της συγκεκριμένης ομάδας έμοιαζε με ψάρι έξω από το νερό. Στον Αρη όχι κάτι ξεχωριστό, αλλά στη Νέα Φιλαδέλφεια έφτασε στον κολοφώνα της δόξας του, έχοντας την ευτυχία να συνεργαστεί με εξαιρετικούς συμπαίκτες και παράλληλα να νιώσει εμπιστοσύνη από τον σπουδαίο Ντούσκο, που έχτισε ομάδα για να αξιοποιεί τον κεντρικό της επιθετικό. Ο Αλεξανδρής στον αντίποδα, για μια τριετία έφτιαξε hot όνομα δίπλα στον Δημητριάδη και ίσως δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι μετά τη φυγή του η ΑΕΚ δεν στέφθηκε ξανά πρωταθλήτρια. Πέτυχε 49 γκολ σε συνολικά 89 ματς, διόλου μικρό επίτευγμα, ενώ αναδείχθηκε και μια φορά πρώτος σκόρερ. Οπως άλλωστε συνέβη και με τον παρτενέρ του στη γραμμή κρούσης, τον Βασίλη Δημητριάδη. Μάλλον δεν ήταν αυτό που συνήθως αποκαλούμε «κολλητοί», ωστόσο τα χνώτα τους ταίριαξαν μέσα στις γραμμές, βρήκαν ζωτικό χρόνο να αναπνεύσουν και να δράσουν. Θα λέγαμε πως ο ένας αγάπησε τα (αγωνιστικά και όχι μόνο ) ελαττώματα του άλλου, δεν ζήτησε να αλλάξει και τον αγάπησε όπως ήταν. Γι’ αυτό και πέτυχαν!

Αραούχο – Λιβάγια

Ο αργεντινός στράικερ ήταν και την περασμένη σεζόν στην ΑΕΚ, το δεύτερο μισό της καλύτερα, αλλά έδειξε τις δυνατότητές του. Προφανώς όχι ολότελα επαρκείς για να κάνει καριέρα στην Ισπανία, σίγουρα όμως φτάνουν και με το παραπάνω για την όχι πολύ υψηλής ποιότητας εγχώρια Λίγκα. Τούτη τη χρονιά δεν άρχισε το ίδιο καλά, ήδη όμως έχει 10 γκολ και δύο ασίστ. Οσο για το ταίρι του στην επίθεση; Ο Λιβάγια με τα οκτώ γκολ και τις τρεις τελικές πάσες έχει αφήσει τα διαπιστευτήριά του και επιβεβαιώνει ότι κανείς μόνος του δεν μπορεί να κατακτήσει τον (ποδοσφαιρικό) κόσμο. Θέλει ο οποιοσδήποτε το συμπλήρωμά του. Οι αρμόδιοι κατάφεραν να φτιάξουν μια γραμμή κρούσης που ναι μεν αποτελείται από δανεικούς, αμφότεροι οι παίκτες όμως διαθέτουν το καλύτερο καύσιμο: έχουν κίνητρο να ξεχωρίσουν, να φτιάξουν την καριέρα τους, να φύγουν από το τέλμα. Κοιτούν, όπως όλη η ΑΕΚ, ψηλά. Αλλά δεν πρόκειται για την κατεύθυνση των ματιών. Η δίψα της ψυχής για επιτυχίες τούς κάνει όλους να κοιτούν ψηλά!