Είναι στιγμές που βρίσκομαι «στον απάνω μπερντέ», «στο πάνω κυπαρίσσι», φράσεις που έμαθα μικρός από μια μακρινή μου θεία Αμπελακιώτισσα, και που δεν ήξερα γιατί τις κράταγε η μνήμη. Να, τώρα έμαθα. Κάτι τέτοιες λοιπόν στιγμές τα βλέπω όλα μαύρα κι άραχλα όπως χθες βράδυ.

Εβλεπα τον κόσμο γύρω μου σαν ένα τεράστιο παζλ που ξεκινάει απ’ την ανάποδη και δεν ξέρει πώς και πού να τελειώσει.

Μόλις έχεις συμπληρώσει την εικόνα του επιτραπέζιου αυτού παιγνίου, και λες να, εδώ η καλή γιαγιά, εδώ ο κακός λύκος, εδώ η αθώα παιδούλα με το απαραίτητο καλαθάκι.

Και ξαφνικά εκεί που αυτοθαυμάζεσαι σαν γνήσιος Πολάκης που κρύβεται μέσα σου (μην κοιτάτε αλλού, όλοι κρύβουμε έναν μικρό Πολάκη μέσα μας), αρχίζει το αριστούργημα να τινάζει με δύναμη κι ορμή, να ξερνάει τα κομμάτια του, στον αέρα, σαν τα πλακάκια του μπάνιου σε σεισμό 9 ρίχτερ και να τα σκορπάει στο πάτωμα. Πώς τώρα να το ξαναφτιάξεις που το χαρτί με τις οδηγίες και την εικόνα στο έσκισε, στο τσαλαπάτησε, στο πέταξε στον καιάδα η τρεχάμενή σου η ζωή.

Και ώρες προσπαθώ να βάλω πάλι τα πράγματα στη θέση τους, καμιά ψηφίδα όμως δεν ταιριάζει. Πού το κακό; Πού το καλό; Και πού το καλαθάκι; Το μόνο που καταφέρνεις είναι να βλέπεις να σχηματίζεται μπροστά σου ένα έκτρωμα, ίδιο κι απαράλλαχτο μ’ αυτό που ζούμε κάθε μέρα τα τελευταία δέκα χρόνια. Και τότε αρχίζει ο φίλος (πια) πανικός. Και το χειρότερο είναι πως τον ίδιο φόβο, τον ίδιο πανικό τον διαβάζεις καθαρά και στα μάτια των όλων γύρω σου. Ομως αυτή η απελπισία, αντί να μας ενώσει, μας απομακρύνει τον έναν απ’ τον άλλον, και καταντάμε κάτι μοναχικά πλάσματα που δεν ζούνε αλλά μιμούνται τη ζωή. Είναι όμως και κάτι άλλες στιγμές που σου ανοίγουν την καρδιά. Οπως στο μεσημεριανό δελτίο που άκουσα τον κύριο Πρωθυπουργό να μιλάει στη Θεσσαλονίκη. Μετά βέβαια έμαθα πως υπήρξε ρητή εντολή να μην ανακοινωθεί η ποινή του ΠΑΟΚ πριν τελειώσει την κατά κάποιον τρόπο ομιλία του.

Είπε λοιπό ο κύριος Τσίπρας ότι σε λίγο θα μπορούν να επισκέπτονται οι πολίτες τους σταθμούς του Μετρό.

Το μετρό βεβαίως δεν θα λειτουργεί, αλλά τι πιο ωραίο, τι πιο ρομαντικό από μια τσάρκα στους έρημους σταθμούς. Φαντάζομαι θα υπάρχουν και άνθρωποι του ΣΥΡΙΖΑ που θα ξεναγούν αφιλοκερδώς τους χαρούμενους περιηγητές. «Κι εδώ βλέπετε την ταμπέλα που θα γράφει με κόκκινα ηλεκτρονικά ψηφία την ακριβέστατη ώρα που θα καταφθάνει ο συρμός. Εδώ θα τοποθετήσουμε ένα έργο τέχνης, μια δημιουργία ενός θεσσαλονικιού, βεβαίως, καλλιτέχνη. Οχι, αυτό δεν είναι τάφος. Αυτό είναι η τάφρος στην οποία θα τοποθετηθούν όταν έρθει η ώρα (σας) οι ράγες, ηλεκτροφόρες πάντα που θα φέρνουν το βαγόνι μπροστά σας. Εσείς όπως πάντα θα κάνετε μια ευγενική και ήσυχη ουρά περιμένοντας, διαβάζοντας ένα βιβλίο. Ελάτε τώρα να κάνουμε πρόβα. Ολοι στην ουρά. Μπράβο. Εγώ θα κάνω ότι έρχεται το τρένο. Βββββββββββουουμμμμμμμμπουπ. Εφτασε. Τώρα κάνω τις πόρτες. Οχι, λάθος, πρώτα θα ακούγεται ένα μελοκούδουνο. Γκλαννννν. Τώρα οι πόρτες. Φλλλλαααπππ. Οχι βρε κουτά, μην πέφτετε στην τάφρο. Καλέ θα σκοτωθείτε. Πρόβα κάνουμε, για όνομα του Θεού. Αμέσως το μυαλό σας στην αυτοχειρία. Και τώρα θα ανέβουμε στην επιφάνεια από τις κυλιόμενες σκάλες. Οι οποίες ακόμα δεν λειτουργούν γι’ αυτό θα ανέβουμε με τα πόδια. Λίγο κουράγιο παιδιά. Βαθιές αναπνοές. Ετσι. Γιατί έχει πολλή ανηφόρα μέχρι την επιφάνεια. Αλλά μιλάμε για μεγάλη. Πολύ μεγάλη ανηφόρα».