Η Βρετανία υπήρξε και παραμένει διαφορετική από την υπόλοιπη Ευρώπη. Και η διαφορετικότητα δεν περιορίζεται μόνο στην οδήγηση αριστερά ή τις υάρδες και τις λίμπρες. Αυτά είναι επιφαινόμενα μιας βαθύτερης ιστορικής διαφοροποίησης. Που την έκανε να είναι επί σαράντα πέντε χρόνια ο μόνιμος αντιρρησίας στις περισσότερες πρωτοβουλίες της ΕΕ, να ζητεί παρεκκλίσεις, επιστροφές κονδυλίων και ειδικά πρωτόκολλα. Σε βαθμό που το πραγματικό ερώτημα θα μπορούσε να είναι όχι γιατί το Ηνωμένο Βασίλειο θέλει να αποχωρήσει από την ΕΕ αλλά γιατί εντάχθηκε.

Μια εξαιρετική ανάλυση της διαφορετικότητας των Βρετανών έχει γίνει από τους Ρενέ Γκοσινί και Αλμπέρ Ουντερζό στο περίφημο «Ο Αστερίξ στους Βρετανούς» (που πρωτοεκδόθηκε το 1965). Τέτοια που να μπορεί να υποστηριχθεί ότι στο κόμικ αυτό είχε ήδη προβλεφθεί το Brexit.

Αν όμως το ερώτημα της σκοπιμότητας της ένταξης της Βρετανίας είναι θεωρητικό και άνευ πρακτικής σημασίας, το ερώτημα της σκοπιμότητας του Brexit επανέρχεται ζωηρά στο προσκήνιο τόσο εντός όσο και εκτός Βρετανίας.

Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ δήλωσε πρόσφατα ότι το Brexit είναι «καταστροφή» τόσο για τη Βρετανία όσο και για την ΕΕ, ότι ακόμη και αν οι Βρετανοί αποχωρήσουν από την ΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 50 της Συνθήκης, το άρθρο 49 τους επιτρέπει να επανενταχθούν (!) και ότι ο ίδιος θα ήταν ευτυχής να διευκολύνει αυτό.

Μια μέρα πριν τον Γιούνκερ, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ δήλωνε ότι θα ήταν ανοιχτός σε μια «αλλαγή διάθεσης» του Ηνωμένου Βασιλείου ως προς την απόφασή του να εγκαταλείψει την ΕΕ.

Αλλά και μέσα στη Βρετανία, μέσα στην ίδια την κυβέρνηση της Τερίζα Μέι, διαφοροποιούνται οι απόψεις όχι μόνο ως προς την «ένταση» των post-brexit ρυθμίσεων αλλά και ως προς αυτό καθ’ εαυτό το Brexit.

Δεν είναι γνωστές –ούτε προφανείς –οι αιτίες στις οποίες μπορεί να αποδοθεί αυτή η αλλαγή στάσης της ΕΕ. Οι οικονοµικές επιπτώσεις ήταν ήδη γνωστές. Οι επιπτώσεις στην ελεύθερη διακίνηση υπηρεσιών, αγαθών, κεφαλαίων και προσώπων, επίσης. Αποτελούν, εξάλλου, κύριο αντικείμενο της συνεχιζόμενης διαπραγμάτευσης. Μήπως, λοιπόν, η αιτία –ή μια από τις αιτίες –πρέπει να αναζητηθεί αλλού, π.χ. στο γεωπολιτικό πεδίο; Μήπως, για παράδειγμα, η Γερμανία, λόγω –και –των πολιτικών της προβλημάτων των τελευταίων μηνών, αλλά και των ευρύτερων εξελίξεων στην Ευρώπη και στον περίγυρό της, το ξανασκέπτεται να αφήσει τη Γαλλία, μετά την αποχώρηση της Βρετανίας, ως τη μόνη πυρηνική και την κύρια στρατιωτική δύναμη της ΕΕ; Με ό,τι αυτό θα συνεπαγόταν σε επίπεδο επιρροής στη λήψη συνολικότερων αποφάσεων; Ή, μήπως, η αλλαγή της στάσης της ηγεσίας της ΕΕ δεν είναι παρά μόνο μια ένδειξη/επίδειξη γενναιοφροσύνης απέναντι στις αλλεπάλληλες ήττες που έχει υποστεί η Τερίζα Μέι –και οι Βρετανοί γενικότερα –στη διαπραγμάτευση του Brexit; Τα αποτελέσματα της διαπραγμάτευσης θα δώσουν και τις απαντήσεις στα ερωτήματα. Καθώς και στο αν είχε δίκιο ο Αστερίξ.

Ο Αλέκος Κρητικός έχει διατελέσει στέλεχος της ΕΕ και γενικός γραμματέας στα υπουργεία Εσωτερικών και Ανάπτυξης