Η πρόθεση του δημοσιογράφου ήταν καλή. Ηθελε να κάνει το πορτρέτο ενός χαρακτηριστικού ψηφοφόρου του Ντόναλντ Τραμπ, ενός από αυτούς τους «αόρατους» μεσοαστούς Αμερικανούς, δηλαδή, που πιστεύουν ότι τα μέσα ενημέρωσης είναι προκατειλημμένα, ότι οι μειονότητες δεν χρήζουν προστασίας και ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έχει υπερβολικές εξουσίες. Και διάλεξε τον Τόνι Χοβέιτερ, έναν 29χρονο ηλεκτροσυγκολλητή που ζει με την οικογένειά του στο Οχάιο.

Μόνο που υπήρχε ένα πρόβλημα: ο Χοβέιτερ είναι νεοναζί. Για την ακρίβεια, όπως έγραψαν οι Νιου Γιορκ Τάιμς που φιλοξένησαν το περασμένο Σάββατο το μακροσκελές πορτρέτο, ο «νεοναζί της διπλανής πόρτας». Πιστεύει ότι οι φυλές πρέπει να ζουν χωριστά, ότι ο αριθμός των θυμάτων του Ολοκαυτώματος έχει διογκωθεί και ότι ο Χίτλερ δεν ήταν τόσο θερμός θιασώτης της «τελικής λύσης» όσο ο Χίμλερ. Για την προπαγάνδιση των απόψεών του, μάλιστα, ίδρυσε μαζί με άλλους το ακροδεξιό Παραδοσιακό Εργατικό Κόμμα, που έλαβε μέρος τον περασμένο Αύγουστο στις ρατσιστικές διαδηλώσεις στη Σάρλοτσβιλ.

Είναι σωστό/επιβεβλημένο/χρήσιμο να δίνει βήμα μια μεγάλη εφημερίδα σε έναν τέτοιο άνθρωπο, κρατώντας μάλιστα αυστηρή ουδετερότητα; Ναι, απαντά ο συντάκτης Ρίτσαρντ Φόσετ, καθώς αυτό μας βοηθά να καταλάβουμε ότι το μίσος και ο εξτρεμισμός είναι πολύ πιο διαδεδομένα στην καθημερινή ζωή των Αμερικανών απ’ ό,τι νομίζουμε. Οχι, αντιτείνει ο πολιτικός αναλυτής Τζάσμιν Μουγιάνοβιτς, κατηγορώντας τους δημοσιογράφους των Νιου Γιορκ Τάιμς ότι ζουν στο συννεφάκι τους, βέβαιοι (δικαιολογημένα) πως, όταν εκραγεί αυτή η βία, άνθρωποι σαν κι εκείνους –πλούσιοι, λευκοί, με μεγάλη κοινωνική κινητικότητα –δεν θα πάθουν τίποτα.

Η συζήτηση έχει φουντώσει. Ο δημοσιογράφος αναγνωρίζει ότι, παρά τις ώρες που πέρασε με τον νεοναζί, δεν μπόρεσε να καταλάβει γιατί ένας τόσο έξυπνος και κοινωνικός άνθρωπος, «που οι καλοί του τρόποι θα άρεσαν σε οποιαδήποτε μαμά», οδηγήθηκε στα ιδεολογικά άκρα. Οι επικριτές του ρεπορτάζ υποστηρίζουν ότι ο αμερικανός εξτρεμιστής παρουσιάστηκε ως εξαίρεση, ενώ στην πραγματικότητα ο ρατσισμός στην αμερικανική κοινωνία έχει δομικό χαρακτήρα. Αλλά υπάρχει κι ένα υστερόγραφο: ο ίδιος ο Χοβέιτερ απολύθηκε από τη δουλειά του λόγω της κατακραυγής που προκάλεσε το άρθρο, ενώ θα αναγκαστεί σύντομα και να μετακομίσει.

Αντικειμενικά συμπεράσματα δεν υπάρχουν. Η ίδια η αντικειμενικότητα, άλλωστε, είναι ένας από τους μεγαλύτερους μύθους γύρω από τη δημοσιογραφία. Ισως αυτό να ήταν το μεγαλύτερο λάθος του αμερικανού δημοσιογράφου: ότι προσπάθησε να είναι «αντικειμενικός», ενώ το ζητούμενο ήταν να είναι ακριβής. Ο αναγνώστης έχει ανάγκη από τη ματιά του δημοσιογράφου, υπό τον όρο να μην αλλοιώνει τα γεγονότα. Οταν τηρείς σχολαστικά τις ισορροπίες, συχνά παίρνεις άθελά σου θέση. Και μάλιστα την αντίθετη από τη δική σου.

Οσο για τον νεοναζί, ας πρόσεχε. Οταν κηρύσσεις το μίσος, κάποια στιγμή θα εισπράξεις μίσος. Οταν ζητάς τον διαχωρισμό των φυλών, μπορεί μια μέρα να καταλήξεις περικυκλωμένος αποκλειστικά από τη δική σου απεχθή «φυλή». Εκτός από τη δημοσιογραφία, η αντικειμενικότητα είναι μύθος και στη δημοκρατία.