Η Ελλάδα του ’80 έχει την τιμητική της στην Ελλάδα του 2017. Θες γιατί κυβερνά ένα αριστερό κόμμα με δανεικά συνθήματα και «πάγκο» από το παλαιό ΠΑΣΟΚ είτε γιατί το βιοτικό μας επίπεδο πηγαίνει πίσω ολοταχώς. Ή τελικά γιατί, όπως λέει ο Νίκος Δήμου, «έχουμε φτάσει να είμαστε 95% παρελθόν και 5% παρόν».

Διόλου τυχαία, αυτές τις ημέρες γιορτάζουμε τα 30 χρόνια από το αθλητικό έπος του 1987. Τότε που τα σπίτια γέμισαν με ελληνικές σημαίες, η αθλητική μυθολογία απέκτησε νέους θεούς και ήρωες, που εξορίσαμε την μπάλα του ποδοσφαίρου από τη γειτονιά και πιάσαμε τη «σπυριάρα» του μπάσκετ. Τραγουδήσαμε το «Ημαστε πάντοτε παιχτάρες, μα δεν αλλάζαμε μπαλιές», απαιτώντας ταυτόχρονα μπασκέτες στα σχολεία και τα αντίστοιχα –ακριβά για την εποχή τους –αθλητικά παπούτσια από τους γονείς μας. Καύσωνας, ιαχές, χαρές, αισιοδοξία, σοσιαλισμός. Ηταν πράγματι όλα τόσο ωραία τότε ή μήπως ήταν όλα μια στιγμή που εξιδανικεύει το χθες σαν ένα βίντατζ φίλτρο του instagram;

Οσοι θυμούνται το καλοκαίρι του ’87, θυμούνται και περίπου 1.300 νεκρούς από τον καύσωνα σε Αθήνα και επαρχία. Θυμούνται το δεύτερο έτος μιας σοσιαλιστικής λιτότητας –προϊόν μιας πρωτοφανούς υποτίμησης του νομίσματος και συγκράτησης μισθών. Αρκετοί συνδικαλιστές αλλά και η ηγεσία τής (νεοφιλελεύθερης τότε) ΝΔ κατηγορούσαν την κυβέρνηση ως «αντιλαϊκή», αφού τη διετία 1986-87 οι πραγματικοί μισθοί και τα μεροκάματα είχαν μειωθεί πάνω από 10% και οι δαπάνες του Δημοσίου κατά 4%. Η περιρρέουσα ατμόσφαιρα είχε κάτι από σήψη, από τέλος εποχής. Λίγους μήνες μετά, ο υπουργός που έφερε την οικονομία στα ίσια της, ο Κώστας Σημίτης, θα αναγκαζόταν σε παραίτηση και το ΠΑΣΟΚ θα επέστρεφε ξανά σε παροχές, αφού η ηγετική ομάδα σχεδίαζε πρόωρες εκλογές. Το ένδοξο καλοκαίρι του ’87, όμως, το σοσιαλιστικό όνειρο μάλλον είχε ξεθωριάσει. Και ακολούθησαν δυστυχώς άλλα, καθόλου ένδοξα καλοκαίρια με κίτρινα πρωτοσέλιδα, υποκλοπές, πάμπερς, σκάνδαλα, δικαστήρια και «βρώμικες» χρονιές. Με όσο φως και ελπίδα μπήκαν τα 80s με άλλη τόση κατήφεια και διχασμό μάς άφηναν.

Ηταν λοιπόν αξέχαστο εκείνο το καλοκαίρι του ’87, αλλά και προπομπός μιας μεγάλης πολιτικής περιπέτειας. Μια ψύχραιμη επιστροφή μάς βοηθά να είμαστε και πιο υποψιασμένοι απέναντι στους πολιτικούς νοσταλγούς τού χθες. Οσο απομακρυνόμαστε από αυτό, εξάλλου, τόσο πιο ηρωικό και επικίνδυνο γίνεται. Ιδιαίτερα όταν ξανασερβίρεται τζάμπα (βλέπε σκισμένα Μνημόνια), αγνοεί ανάγκες και εξελίξεις (βλέπε Παιδεία) και τον λογαριασμό πληρώνουν οι πολλοί και οι επόμενες γενιές.

Είπαν κάτι πολύ ωραίο σε μια τηλεοπτική εκπομπή οι πρωταγωνιστές του ’87: «Παιδιά, μην τρελαίνεστε, αθλητισμός είναι, δεν αλλάζει τις ζωές μας, αλλά μπορεί να μας εμπνεύσει να πιστέψουμε στο ομαδικό πνεύμα» ή κάπως έτσι τέλος πάντων. Κοινώς, ο αθλητισμός είναι για χαρές, δεν είναι φάρμακο για την κοινωνική και οικονομική μας υστέρηση. «Χρειάζεται μέτρο» είναι σαν να μας λένε. Και επιτέλους, λίγο μέλλον, θα συμπληρώναμε.

Ο Παναγιώτης Βλάχος είναι νομικός, σύμβουλος δημόσιας καινοτομίας