«Ακούγαμε από έξω: «Κάψτε τους»». Τα περιέγραψε στην αίθουσα του δικαστηρίου με ανατριχιαστική λεπτομέρεια η υπάλληλος που επέζησε από την απόλυτη φρίκη στην τραγωδία της Marfin. Για το πώς οι άνθρωποι αυτοί, παγιδευμένοι σε λίγα τετραγωνικά μέτρα, δεν ήξεραν αν θα ζούνε μέσα στα επόμενα πέντε λεπτά. Χωρίς δυνατότητα διαφυγής, αφού στην είσοδο του καταστήματος δέχονταν επίθεση με βόμβες μολότοφ. Και μετά την αγωνία για την επιβίωση, το σοκ από το τραγικό τέλος των συναδέλφων τους. «Ακουσα μια φωνή να λέει «να καείτε»». Ναι, είναι δύσκολο να το συλλάβει ανθρώπινος νους. Οτι εκείνη την ώρα κάποιοι ζητωκραύγαζαν, βλέποντας πίσω από τη βιτρίνα ενός τραπεζικού καταστήματος ανθρώπους εγκλωβισμένους στη φωτιά. Οτι κάποιοι διαδηλωτές ή απλοί περαστικοί, μπολιασμένοι με οργή και μίσος ούρλιαζαν θριαμβευτικά, αντικρίζοντας τον θάνατο των άλλων.

Λίγοι το θυμούνται, αλλά η επίθεση στη Marfin συνέβη την ημέρα που η Βουλή ψήφιζε το πρώτο Μνημόνιο. Πριν δηλαδή η ελληνική κοινωνία γευτεί το πικρό φάρμακο της σκληρής λιτότητας, πριν βιώσει την τραγωδία των απολύσεων, των μειώσεων, των λουκέτων και της φτωχοποίησης. Πολύ πριν από τους «Αγανακτισμένους», πολύ πριν κάποιοι χτίσουν καριέρα με το αντιμνημόνιο, πολύ πριν κάποιοι υποσχεθούν Ζάππεια, διαγραφές, επαναδιαπραγμάτευση, παράλληλα προγράμματα και παράλληλα σύμπαντα. Ηταν Μάιος του 2010. Στους εμπορικούς δρόμους της Αθήνας υπήρχε κίνηση, η Σταδίου –όπου συνέβη η τραγωδία –δεν ήταν έρημος δρόμος όπως σήμερα. Και οι τότε κυβερνώντες υπόσχονταν ότι η περιπέτεια θα κρατήσει για λίγο. Η Ελλάδα το 2012 θα επέστρεφε στις διεθνείς αγορές.

Η τραγωδία της Marfin –την οποία τώρα, ύστερα από έξι χρόνια, η ελληνική Δικαιοσύνη προσπαθεί να διαλευκάνει –είναι ένα συλλογικό τραύμα που η ελληνική κοινωνία κρατά θαμμένο βαθιά στο υποσυνείδητό της. Τρεις άνθρωποι –η μια σε προχωρημένη εγκυμοσύνη –δολοφονήθηκαν, αλλά κανείς δεν έκανε πορεία διαμαρτυρίας, κανείς δεν έγραψε τραγούδια, καμία παράταξη ή κοινωνική ομάδα δεν οικειοποιήθηκε τους νεκρούς. Τις ημέρες που ακολούθησαν την τραγωδία, ο τηλεοπτικός προβολέας φώτισε τις ευθύνες της τράπεζας για τις ελλείψεις στα μέτρα ασφαλείας. Εντάξει, φταίει και το γεγονός ότι μέσα στην αναμπουμπούλα δεν βρέθηκαν οι δράστες. Αλλά και τότε ακούστηκαν πολλά γραφικά –«δεν στόχευαν τους εργαζόμενους, αλλά την τράπεζα», «ήταν μέρα απεργίας, τι δουλειά είχαν» και άλλα πολλά. Ολα όσα ακούστηκαν την πρώτη ημέρα της δίκης και όλα όσα θα ακολουθήσουν, θα μας θυμίζουν ότι ο κύκλος της βίας, το τυφλό μίσος κάποιων στο όνομα κάποιου κοινωνικού αγώνα απέναντι σε ένα κατεστημένο, ήταν ανεκτός σε ένα κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας. Και εξηγεί, σε κάποιο βαθμό, το γιατί οι νεκροί της Marfin δεν ήταν οι τελευταίοι στον μακρύ κύκλο βίας που βιώνει η χώρα τα τελευταία χρόνια.