Πάλκο στημένο πρόχειρα: Ηταν κάτι σαν διασημότητα του χωριού, παγκοσμίως γνωστός σε 20 οικοδομικά τετράγωνα, όπως έλεγε γελώντας. Τραγουδούσε στη χάση και στη φέξη, σε γάμους και βαφτίσια, σε εσπερίδες του αθλητικού συλλόγου και στο ετήσιο πανηγύρι. Αυτό ήταν το καλύτερό του. Δεχόταν παραγγελιές από τις παρέες και χαιρόταν όταν έβλεπε το βουναλάκι με τα άδεια κουτιά μπίρας κάτω από τα τραπέζια να υψώνεται –σπονδή στον Αγιο του καλοκαιριού και στο ετήσιο ραντεβού των ξενιτεμένων.

Εισιτήριο πλοίου για Σέριφο: Ηρθε από τη Γερμανία για να γνωρίσει τους νότιους που, όπως λένε κάποιοι, είναι τεμπέληδες και του τρώνε τα λεφτά. Τους παρακολούθησε να δουλεύουν αγωνιώντας για το μέλλον, κολύμπησε στις ίδιες θάλασσες και χόρεψε μαζί τους αυτούς τους διονυσιακούς κυκλωτικούς χορούς. Καλοί δεν είναι εκείνοι που δεν έχουν ελαττώματα, γενναίοι δεν είναι εκείνοι που δεν αισθάνονται φόβο. Ξεχωριστοί είναι, κατέληξε, όσοι αποφασίζουν να κάνουν κάτι κόντρα στις προκαταλήψεις τους.

Ψάθα ξεχασμένη στο πορτμπαγκάζ: Ηταν μια νύχτα που τα άστρα έπεφταν σαν βροχή. Τα κοίταζαν και της είπε: Να θυμάσαι αυτό το βράδυ. Τίποτα δεν συμβαίνει δύο φορές. Γι’ αυτό γεννηθήκαμε χωρίς να έχουμε την πείρα και θα πεθάνουμε χωρίς τη ρουτίνα. Ακόμη κι αν είμαστε οι χειρότεροι μαθητές στο σχολείο του κόσμου, δεν θα το κάνουμε δύο φορές. Κανένας χειμώνας, κανένα καλοκαίρι, καμία ημέρα δεν θα έρθει ξανά. Δεν υπάρχουν δύο ίδιες νύχτες, δύο ίδια φιλιά, δύο ίδια κοιτάγματα στα μάτια.

Ούζο μετά ποικιλίας: Ιστορίες. Μια γουλιά ούζο. Ιστορίες. Ενα κομμάτι χταπόδι. Ιστορίες. Από τους χειμώνες και τα καλοκαίρια που φύγανε, ιστορίες κρεμασμένες από το δέντρο της ζωής, κοινές περιπέτειες που υπενθυμίζουν το ότι μεγαλώνουμε μαζί. Μια γουλιά ούζο. Μια ελιά. Ιστορίες που απελευθερώνουν συναισθήματα –ο καθένας αιχμάλωτος του δικού του αφηγήματος, όλοι μας λέξεις του κοινού έπους. Διαχειριστές στη χώρα των ιστοριών.

Καρέκλες σε μπαλκόνι: Ο ζεστός καιρός ανοίγει το κρανίο της πόλης, το εκθέτει την ώρα που η θερμοκρασία κάνει το τσιμέντο να πάλλεται σαν ανθρώπινο δέρμα. Μικρά καράβια σε μια τεράστια έρημη θάλασσα, τα λίγα φωτισμένα μπαλκόνια του Αυγούστου, ήχος από κύματα οι ζαριές στο τάβλι, οι κόρνες από τα ελάχιστα αυτοκίνητα υπενθύμιση ενάντια στην ακινησία. Κοίτα όμως καλύτερα. Το δίκιο το είχε εκείνος, ο Κιχώτης: Τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται. Το προφανές είναι ένα λάθος, παντού υπάρχει κι ένας ίσκιος.

Φωτογραφία στα Σύβοτα: Προσπάθησε να αναπαραστήσει τη φωτογραφία που έβγαλε πριν από 30 χρόνια. Φόντο η θάλασσα, ίδια στάση σώματος, παρόμοιο καπέλο. Κι όμως κάτι είχε αλλάξει. Η παιδική ηλικία είχε γλιστρήσει στο νερό και χάθηκε μαζί με το λιμάνι όπου κάποτε έτρωγε παγωτό, μαζί με τον λόφο όπου έδωσε το πρώτο του φιλί. Τα μυστικά πνίγηκαν στη θάλασσα πίσω του και έμεινε το βλέμμα να θυμίζει αυτό που ήταν κάποτε, αυτό που είχε ελπίσει ότι θα γίνει, εκείνο που τώρα πια δεν μπορεί να αλλάξει.

Ανάρτηση στο facebook: Η αγωνία φούντωνε όλο το καλοκαίρι. Πότε θα βγουν τα αποτελέσματα; Από τα βάθη του χειμώνα γνώριζε ότι υπήρχε μέσα της ένα αήττητο καλοκαίρι. Ομως όταν οι άνθρωποι είναι χαρούμενοι δεν προσέχουν αν είναι χειμώνας ή καλοκαίρι. «Κυράτσες φοιτήτριες», έγραψε με καμάρι και αυτοσαρκασμό στο προφίλ της στο facebook την ημέρα που βγήκαν οι βάσεις, όταν μαζί με τις φίλες πανηγύρισαν την είσοδό τους στον κόσμο των μεγάλων.

Μετάλλιο Ολυμπιακών Αγώνων: Εύθραυστη ομορφιά. Μια προσπάθεια μερικών δευτερολέπτων με το βάρος πολλών ετών μοναχικής προσπάθειας. Μια ομαδική κραυγή. Μια σημαία που σημαίνει για τον καθένα κάτι άλλο. Δάκρυα που ποιος ξέρει τι σημαίνουν. Κοιτάω γύρω. Μετάλλια για όλους, σκέφτομαι. Για όσους ακόμα προσπαθούν.