Η Ιταλία, ιδρυτικό μέλος της ευρωζώνης και χώρα που ανήκει στο G7, βυθίζεται τόσο βαθιά στο χρέος που η πιστοληπτική αξιολόγησή της βρίσκεται πια μόλις μία βαθμίδα πάνω από το «junk». Την ίδια ώρα, το κόστος δανεισμού της χώρας είναι το χαμηλότερο που έχει υπάρξει. Αυτή η αντίφαση δείχνει τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα καθώς προσπαθεί να οδηγήσει την οικονομία των χωρών του ευρώ σε ανάκαμψη.Η Standard & Poor’s υποβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα της Ιταλίας την περασμένη Παρασκευή. Δεν φταίει το ότι η Ιταλία δεν προσπαθεί. Ο πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι πιέζει για μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας ώστε να είναι φθηνότερο για τις εταιρείες να προσλαμβάνουν και ευκολότερο να απολύουν όσους δεν αποδίδουν. Επίσης παγώνει τους μισθούς στον δημόσιο τομέα. Ομως σε ένα περιβάλλον όπου ο πληθωρισμός σχεδόν απουσιάζει και οι μισθοί του ιδιωτικού τομέα αυξάνονται, η ανταγωνιστικότητα της Ιταλίας μειώνεται. Παράλληλα η χώρα δεν μπορεί να προχωρήσει σε υποβάθμιση εθνικού νομίσματος για να αυξήσει τις εξαγωγές.

Θα περίμενε κάποιος ότι οι αγορές θα εκμεταλλεύονταν την κατάσταση ανεβάζοντας τις αποδόσεις των ομολόγων και υποχρεώνοντας την κυβέρνηση να δράσει. Καθώς όμως οι αγορές κρατικών ομολόγων από την ΕΚΤ δείχνουν όλο και πιο πιθανές, αυτές οι κυρώσεις από τις αγορές δεν θα έλθουν ποτέ.

Οσο περισσότερο παρεμβαίνει η ΕΚΤ τόσο μειώνονται οι πιέσεις στις κυβερνήσεις της ευρωζώνης –ιδιαίτερα στη Γερμανία. Με την κεντρική τράπεζα να σηκώνει το βάρος της ανάκαμψης της οικονομίας, η Γερμανία μπορεί να συνεχίσει να κατηγορεί τους γείτονές της για αμέλεια στα δημοσιονομικά και να αγνοεί τον ξεκάθαρο κίνδυνο του αποπληθωρισμού. Οπως είπε πρόσφατα ο συνάδελφός μου στο Bloomberg Τζιμ Ο’Νιλ, η Γερμανία οφείλει να κάνει παραχωρήσεις τόσο στο θέμα της δημοσιονομικής ευελιξίας όσο και του πληθωρισμού για να βοηθήσει τις πιο χρεωμένες χώρες, ανταμείβοντάς τις για την πρόοδο που έχουν κάνει και βοηθώντας τις να αναπτυχθούν ταχύτερα.

Ο Μαρκ Γκίλμπερτ είναι αρθρογράφος του Bloomberg

© Bloomberg News