Με τον Ν. 4009/2011 για τα ΑΕΙ, μια διεθνής πρακτική –με ομολογουμένως μεγάλη επιτυχία –θεσμοθετήθηκε και στην Ελλάδα. Η δυνατότητα λειτουργίας «επώνυμης έδρας» σε ένα ίδρυμα με σκοπό την καλλιέργεια ενός αντικειμένου, την υποστήριξη διδακτικών δραστηριοτήτων και ερευνητικών έργων, τη δέσμευση του ιδρύματος για την απασχόληση του με αυτό, σηματοδοτεί πλευρές της ακαδημαϊκής πραγματικότητας που από σπάνιες θα πρέπει να γίνουν συνηθισμένες.

Αλλωστε, μια από τις ασθένειες των ελληνικών ιδρυμάτων είναι η ανεπαρκής διασύνδεσή τους με την αγορά εργασίας. Για να υπάρξει ουσιαστική διασύνδεση θα πρέπει να κινητοποιηθεί το τρίγωνο «γνώση – οικονομία – κοινωνία». Σε απλά ελληνικά, δηλαδή, ένα πανεπιστημιακό ίδρυμα να διαγνώσει τις εκπαιδευτικές ανάγκες της κοινωνίας στην οποία βρίσκεται, να σχεδιάσει προγράμματα κατάρτισης και επιμόρφωσης για να αξιοποιηθεί το ανθρώπινο δυναμικό από τις οικονομικές δυνάμεις της περιοχής, έχοντας διαγνώσει τις απαιτήσεις της τοπικής ανάπτυξης. Φυσικά, πρέπει να κινητοποιήσει προς την κατεύθυνση της επιχειρηματικότητας και της καινοτομίας τους φοιτητές του, ώστε να καλλιεργήσει το «επιχειρείν», να συμβουλευτεί την τοπική οικονομία για να περιλάβει στα προγράμματα σπουδών του τις δυνατότητες και τις ευκαιρίες. Να σκεφτεί αν η ερευνητική του πολιτική χωράει επιμέρους στοχεύσεις και κοινές πρωτοβουλίες με τις οικονομικές δυνάμεις.

Το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας ευτύχησε να έχει έναν ισχυρό οικονομικό παράγοντα στην περιοχή –τη ΔΕΗ. Και συμφώνησε να συστηματοποιήσει τη συνεργασία μαζί της. Πρόκειται μέσω της διάγνωσης εκπαιδευτικών αναγκών να σχεδιάσει προγράμματα επιμόρφωσης, κατάρτισης, συνεχιζόμενης και διά βίου εκπαίδευσης, θερινά σχολεία, online ανοιχτά σεμινάρια. Εχει άλλωστε Παιδαγωγική Σχολή που μπορεί να υποστηρίξει μεθοδολογικά όλες τις μορφές εκπαίδευσης. Πρόκειται να σχεδιάσει, σε συνεργασία με τη ΔΕΗ, ειδικό πρόγραμμα πρακτικής άσκησης για τους φοιτητές της Πολυτεχνικής του Σχολής. Γιατί όχι να λειτουργήσει ως ενδιάμεσος και για φοιτητές άλλων πολυτεχνικών Σχολών σε συνέργεια με τα άλλα ελληνικά Ιδρύματα;

Πρόκειται να συζητήσει με τη ΔΕΗ και την τοπική κοινωνία τις δυνατότητες ερευνητικών έργων προσανατολισμένων στα ευαίσθητα θέματα της ενέργειας. Αλλωστε, στη Δυτική Μακεδονία, το ερώτημα «μετά τον λιγνίτη τι;» θα καθορίσει την αναπτυξιακή στρατηγική της περιοχής. Τι πιο λογικό: κοινωνία, γνώση, οικονομία να απασχοληθούν από κοινού.

Οι τρεις επώνυμες έδρες ΔΕΗ του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας φιλοδοξούν επιπλέον να αποτελέσουν σημείο αναφοράς για ερευνητικές πρωτοβουλίες και έλξη χρηματοδοτούμενων προγραμμάτων ώστε να αυξηθεί το ανθρώπινο δυναμικό του και τα διαθέσιμά του. Ευελπιστεί ότι η διασύνδεση εφαρμοσμένων γνώσεων με τα προγράμματα σπουδών του και η δυνατότητα διάχυσης γνώσεων και πρωτοβουλιών ιδιαίτερα για την καινοτομία και την επιχειρηματικότητα θα συμβάλει για την άρση των εμποδίων ανάπτυξης. Πιστεύει, τέλος, ότι το αρχικό πείραμα των τριών εδρών θα βρει μιμητές και θα απλωθεί σε συνέργειες άλλων οργανισμών και ιδρυμάτων.

Αλλωστε η μία από τις τρεις έδρες περιέχει το πεδίο των διασυνοριακών συνεργασιών. Τι πιο φυσικό σε μια συνοριακή περιφέρεια;

Ολα αυτά για να προχωρήσουν πρέπει να ιδωθούν με μια νέα ματιά χωρίς αγκυλώσεις του παρελθόντος. Αν δεν υποστηρίξει τη διασύνδεση και την επιχειρηματικότητα ένας δημόσιος θεσμός, παρακολουθώντας και ενθαρρύνοντας τους φοιτητές του, τους νέους και τους όχι και τόσο νέους της περιοχής, δεν μπορεί να επιτευχθεί τίποτα. Ή μάλλον θα επιτευχθεί η σπατάλη χρημάτων σε «σεμινάρια» και η συλλογή «χαρτιών» που δεν έχουν αντάλλαγμα.

Αν η οικονομία δεν βρει τα κανάλια επικοινωνίας με τη γνώση τίποτα δεν θα πάει μπροστά. Και αυτό θα είναι τελικά εις βάρος της κοινωνίας. Γι’ αυτό είναι σημαντικές οι τρεις αυτές έδρες, αποδίδοντας την πολλαπλάσια αξία από το κόστος τους.

Ο Θεόδωρος Χατζηπαντελής είναι καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και πρόεδρος της Επιτροπής Διοίκησης του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας