Η Παιδεία αποτελεί το οδυνηρότερο παράδειγμα της αδυναμίας πολιτείας και κοινωνίας να πραγματοποιήσουν τις επιβαλλόμενες μεταρρυθμίσεις σε όλους τους τομείς, με συνέπεια να οδηγηθούμε στη σημερινή καθολική χρεοκοπία.

Η σημερινή ηγεσία του υπουργείου Παιδείας, έπειτα από ένα διαρκές ράβε – ξήλωνε 40 χρόνων, επανέρχεται στις ρυθμίσεις του 1976. Επιστροφή στα τέσσερα μαθήματα των Πανελλαδικών Εξετάσεων. Επέκταση εξετάσεων «πανελληνίου τύπου» και στις τρεις τάξεις του λυκείου. Συνυπολογισμός των ενδοσχολικών επιδόσεων για την εισαγωγή στα ΑΕΙ και ΤΕΙ. Υπενθυμίζω ότι τα τέσσερα μαθήματα των Πανελλαδικών Εξετάσεων του 1980 αυξήθηκαν σε 13 επί Αρσένη, για να μειωθούν σε εννέα επί Ευθυμίου και σε έξι επί Γιαννάκου. Σήμερα επανερχόμαστε και πάλι στα τέσσερα. Παράλληλα, η στροφή προς την Τεχνική Εκπαίδευση επιδιώκεται με άτολμα μέτρα, όπως η προσθήκη προαιρετικού τέταρτου έτους μαθητείας, χωρίς να αλλάζει ουσιαστικά ο ερμαφρόδιτος χαρακτήρας των ΕΠΑΛ. Μόνες βέβαιες οι αρνητικές επιπτώσεις: αναταραχή στα λύκεια και πρόσχημα για κατευθυνόμενες καταλήψεις. Διόγκωση των φροντιστηρίων από τις πολλαπλές εξετάσεις. Διαιώνιση της παπαγαλίας.

Τα δύο άλλα σκέλη του «αμαρτωλού» εκπαιδευτικού τριγώνου, αριστερή αντιπολίτευση και συνδικαλιστικές ηγεσίες, συνεχίζουν αμετανόητα τον καταστρεπτικό τους ρόλο. Χρησιμοποιούν τα υπαρκτά προβλήματα της Παιδείας με μοναδικό στόχο την εξυπηρέτηση κομματικών και συντεχνιακών συμφερόντων. Ναρκοθετούν το μέλλον των παιδιών του ελληνικού λαού που προσφεύγουν στη δημόσια εκπαίδευση, υπέρ της οποίας δήθεν κόπτονται. Πριμοδοτούν την ιδιωτική εκπαίδευση και την παραπαιδεία εναντίον των οποίων, υποτίθεται, μάχονται. Ποιος γονιός σήμερα, εφόσον είχε την οικονομική δυνατότητα, δεν θα επέλεγε για τα παιδιά του ένα ιδιωτικό σχολείο ή ένα ξένο πανεπιστήμιο;

Στην καρδιά της οικονομικής κρίσης, με τις ελληνικές οικογένειες γονατισμένες από τις οικονομικές αφαιμάξεις και την ανεργία, αριστερή αντιπολίτευση και συνδικαλιστές κλείνουν σχολεία και πανεπιστήμια. Στέλνουν τους μαθητές στους δρόμους και στα φροντιστήρια. Η ηγεσία της ΟΛΜΕ με επιστολή της καλεί τους μαθητές σε «ανένδοτο αντιμνημονιακό αγώνα για να πέσει η κυβέρνηση». Με συνθήματα όπως «η Ιστορία γράφεται με ανυπακοή» στη γραμμή τού «ή αυτοί ή εμείς», αποκαλύπτουν ότι στερούνται του απαραίτητου εκπαιδευτικού και δημοκρατικού ήθους για να είναι δάσκαλοι των παιδιών του ελληνικού λαού.

Προβλέποντας ότι η πλειοψηφία των εκπαιδευτικών δεν θα εμπλακεί σε πολιτικούς τυχοδιωκτισμούς, ΣΥΡΙΖΑ και κομματικοί συνδικαλιστές καταφεύγουν στους μαθητές. Τους υποκινούν σε καταλήψεις. Τα σχολεία θα κλείνουν όχι από τους απεργούς καθηγητές αλλά από τους καταληψίες μαθητές. Ετσι τα ημερομίσθια δεν θα χάνονται, ενώ θα αυξάνονται τα φροντιστήρια και τα ιδιαίτερα.

Οι οδυνηρές συνέπειες της κομματικοποίησης της Παιδείας είναι ορατές. Αποσύνθεση της σχολικής ζωής. Αναίρεση της συνταγματικής επιταγής για διαμόρφωση ελεύθερων, υπεύθυνων και δημοκρατικών πολιτών. Η εφιαλτική άνοδος της επιρροής του νεοναζιστικού μορφώματος στον χώρο της νεολαίας είναι το επίτευγμα κομμάτων και συνδικάτων. Προηγήθηκαν ο οπαδικός χουλιγκανισμός των ποδοσφαιρικών γηπέδων αλλά και ο πολιτικός χουλιγκανισμός της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Με την ανοχή ή και τη σύμπραξη της κοινοβουλευτικής Αριστεράς. Αλλά και με τη συνενοχή μερίδας πανεπιστημιακών που, όπως επί χούντας συμβιβάστηκαν με τη βία των δικτατόρων, σήμερα έχουν συμβιβαστεί με την ανομία, την ασυδοσία, την πολιτική αλητεία, με την οποία και συναλλάσσονται. «Δεν ανέχομαι τη βία. Απλώς δίνω ανοχή στις μειοψηφίες» –της βίας, προσθέτω –δήλωσε ανερυθρίαστα ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Η κρίση είναι η τελευταία ευκαιρία προκειμένου η Ελλάδα να γίνει «κανονική» χώρα. Η συγκυβέρνηση, πασχίζει. Καταφέρνει όμως πολύ λίγα και πολύ αργά. Ακόμη και αν επιτύχει τους δημοσιονομικούς στόχους, που είναι το έλασσον, αδυνατεί να επιτύχει τις βαθιές μεταρρυθμίσεις, που είναι το μείζον. Η «μεταρρύθμιση» στην Παιδεία το επιβεβαιώνει.

Εχω επανειλημμένα διατυπώσει τη θέση ότι η κρίση απαιτεί υπέρβαση. Η χώρα χρειάζεται κυβέρνηση εθνικής ανασυγκρότησης. Κυβέρνηση ολιγομελή, από προσωπικότητες με κύρος, ήθος, εμπειρία και διάθεση προσφοράς. Μείγμα άφθαρτων και πεπειραμένων πολιτικών με διακεκριμένες προσωπικότητες του επιστημονικού, πνευματικού και επιχειρηματικού κόσμου.

Γνωρίζοντας πρόσωπα και πράγματα, τη μεταρρύθμιση της Παιδείας θα την εμπιστευόμουνα σε τρεις γυναίκες: στην Αννα Διαμαντοπούλου και στη Μαριέττα Γιαννάκου, που έχουν αποδείξει ότι διαθέτουν τα κότσια να συγκρουστούν με τις κομματικές και τις συνδικαλιστικές συντεχνίες. Με το διεθνές κύρος και την εμπειρία μιας Ελένης Αρβελέρ, μπορούν να κινητοποιήσουν το υγιές πανεπιστημιακό και εκπαιδευτικό προσωπικό, εσωτερικού και εξωτερικού, σε μια προσπάθεια αναγέννησης της ελληνικής Παιδείας.

O Βασίλης Κοντογιαννόπουλος έχει διατελέσει υπουργός Παιδείας