Σε πρώτη ανάγνωση, το γεγονός έχει τοπική σημασία αλλά η κατάληξή του ξεπερνά τα όρια ενός νομού και αποκτά πολιτικές διαστάσεις. Την περασμένη εβδομάδα τραβεστί – μέλη του ΠΑΚΙ (Πανελλήνιο Κίνημα Ισότητας) πραγματοποίησαν παράσταση διαμαρτυρίας στην Πλατεία Ταχυδρομείου της Λάρισας καταγγέλλοντας έναν επιχειρηματία για την έξωσή τους από τα γραφεία του κινήματος.

Σαν από μηχανής προστάτες της πόλης, μέλη του Πατριωτικού Ελληνικού Συνδέσμου (της γνωστής ακροδεξιάς κοπής που όλοι φαντάζεστε) εμφανίστηκαν από το πουθενά για να γκρεμίσουν τη μικροφωνική εγκατάσταση και να ακυρώσουν, κατά δήλωσή τους, την εκδήλωση. Στη συνέχεια διαφήμισαν την επέμβασή τους σαν να έβαζαν γύψο σε ένα κακοφορμισμένο μέλος της κοινωνίας.

Η εξάπλωση της πεζοδρομιακής αυτοδικίας ως το ανώτερο στάδιο της αγανάκτησης είναι τετριμμένο πλέον συμπέρασμα στον δημόσιο διάλογο. Αυτό που έχει ενδιαφέρον να γνωρίζουμε σε τέτοιες περιπτώσεις είναι: πρώτον, η αντίδραση των περιοίκων και, δεύτερον, των τοπικών μέσων ενημέρωσης.

Κατά τα άλλα, μια αναφορά του Συνδέσμου στο Διαδίκτυο προκαλεί ερωτήματα: «Επιρρίπτουμε πάσα ευθύνη στον δήμαρχο Λαρισαίων Κώστα Τζανακούλη, ο οποίος έδωσε και την άδεια για να πραγματοποιηθεί η συγκεκριμένη εκδήλωση, μιμούμενος μάλλον και ζηλεύοντας τη δόξα των ομολόγων του, Μπουτάρη και Καμίνη, με το Gay Parade. Αυτά όμως να τα βλέπει ο λαός της Λάρισας και ειδικά οι πιστοί χριστιανοί που ψήφισαν την παράταξή του, γιατί τη μια παραχωρεί δημόσιο χώρο στους Πακιστανούς για προσευχή, την άλλη σε κάθε είδους πρώην ποινικό με ιδιαιτερότητες εκτός εκκλησίας».

Εάν ο περιβόητος Σύνδεσμος έχει αποφασίσει να παίξει τον ρόλο του σωτήρα, τον τελευταίο λόγο τον έχει η ίδια η τοπική κοινωνία και, κατά περίσταση, η Δικαιοσύνη. Εάν, όμως, οι βλέψεις του είναι πολιτικές –και κρύβονται για την ώρα κάτω από ένα πέπλο πολιτικαντισμού -, τότε λόγο έχουν και τα κόμματα του συνταγματικού τόξου. Οπως σε αντίστοιχες περιπτώσεις, η καταγγελία της βίας γίνεται από τις ενωμένες δυνάμεις του κοινοβουλευτισμού με λογικά επιχειρήματα. Το καταλάβατε, κύριε Πολύδωρα, ή να αφαιρέσουμε τους Λακεδαιμόνιους;