Τα μέλη του Κογκρέσου τον έχουν χαρακτηρίσει ποικιλοτρόπως τις τελευταίες εβδομάδες. «Προδότης» και «ένοχος για προδοσία» είναι τα πιο βασικά επίθετα που του έχουν προσδώσει. Οι ομοσπονδιακοί εισαγγελείς έχουν ήδη ετοιμάσει το κατηγορητήριο εναντίον του Εντουαρντ Σνόουντεν, του νεαρού κατασκόπου που τόλμησε να καταγγείλει τα άκρως απόρρητα προγράμματα παρακολούθησης των Αμερικανικών Μυστικών Υπηρεσιών.

Την ίδια ώρα, ο άνθρωπος αυτός δοξάζεται από τον Τζούλιαν Ασάνζ, τον ιδρυτή του Wikileaks, ως μέλος της «νέας, μεθοδικής» γενιάς την οποία «πρόδωσε ο Μπαράκ Ομπάμα». Για τον Ασάνζ, ο αληθινός «προδότης» είναι ο Μπαράκ Ομπάμα. Και είναι και άλλοι πολλοί σε όλο τον κόσμο αλλά και στις ΗΠΑ που συμπάσχουν με τον Σνόουντεν. Αντιμετωπίζουν τις αποκαλύψεις του ως απαραίτητη βάση για την προάσπιση των ατομικών ελευθεριών έναντι της ασφάλειας, την οποία έχει αναλάβει μια Υπηρεσία Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ (η NSA), εξοπλισμένη με την τεχνολογία που της επιτρέπει να συγκεντρώνει και να αναλύει τα ψηφιακά ίχνη της ζωής μας.

Τι είναι, λοιπόν, ο Σνόουντεν; Είναι ένας αυτοδίδακτος σπασίκλας της τεχνολογίας που πρόδωσε την πατρίδα του και τον εργοδότη του (την ιδιωτική εταιρεία Booz Allen Hamilton), εξέθεσε τις ΗΠΑ σε ακόμη μεγαλύτερο κίνδυνο τρομοκρατικής απειλής και ίσως τώρα -συνειδητά ή ασυνείδητα –έχει καταστήσει τον θησαυρό του διαθέσιμο στην Κίνα και τη Ρωσία, έθνη που δεν είναι πλέον εχθροί, είναι όμως αντίπαλες δυνάμεις;

Ή μήπως είναι ένας γενναίος νέος Αμερικανός αποφασισμένος να αγωνιστεί –με τον κίνδυνο να βρεθεί στη φυλακή για πολλά χρόνια –ενάντια στη μετά την 11η Σεπτεμβρίου εισβολή της χώρας του στις ζωές των πολιτών∙ την πιο παρεμβατική επιτήρηση, την αδιάκριτη συγκέντρωση δεδομένων από το παγκόσμιο ψηφιακό καυσαέριο και τις δυνάμεις ενός συγκαταβατικού μυστικού δικαστηρίου που εκδίδει εντάλματα για διεθνείς παρακολουθήσεις και «χτένισμα» των ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Ο Σνόουντεν έχει εξαφανιστεί από προσώπου γης –προφανώς έχει βρει καταφύγιο στη ζώνη τράνζιτ του αεροδρομίου Σερεμέτιεβο της Μόσχας. Ισως ένας τρόπος να αντιληφθούμε τι έχει κάνει είναι να φανταστούμε πώς θα ήταν τα πράγματα εάν δεν υπήρχε. Δεν θα γνωρίζαμε με ποιον τρόπο η NSA, μέσω του Prism και άλλων προγραμμάτων, έχει γίνει «ο ουσιαστικός ιδιοκτήτης της ψηφιακής περιουσίας των Αμερικανών αλλά και των ξένων», όπως έχουν χαρακτηριστικά πει οι δημοσιογράφοι Τζέιμς Ράιζεν και Ερικ Λίχτμπλο. Δεν θα γνωρίζαμε με ποιον τρόπο μπορεί να έχει πρόσβαση στα e-mail, στους λογαριασμούς στο facebook ή στα βίντεο απλών πολιτών σε όλο τον πλανήτη. Ούτε θα γνωρίζαμε πώς αποκτούσε τα στοιχεία τηλεφωνικών κλήσεων εκατομμυρίων Αμερικανών.

Δεν θα συζητούσαμε επίσης εάν οι ΗΠΑ θα έπρεπε τελικά να μετατρέψουν την παρακολούθηση σε μια μεγάλη επιχείρηση. Δεν θα είχαμε επιτέλους μια σοβαρή συζήτηση ανάμεσα στους Ευρωπαίους –με τις πιο αυστηρές απόψεις τους περί ιδιωτικότητας –και τους Αμερικανούς σχετικά με το πού ακριβώς βρίσκεται η ισορροπία μεταξύ ελευθερίας και ασφάλειας. Τουλάχιστον όχι τώρα.