«Οι χειρότεροι καταπιεστές είναι οι πρώην καταπιεσμένοι. Οι πιο βίαιοι θύτες, τα πρώην θύματα. Οι πιο ανίκανοι για βελτιωτική αυτοκριτική και αναστοχασμό επί του εαυτού τους, αυτοί των οποίων η φωνή και η υπόσταση είχαν στο παρελθόν αγνοηθεί, περιφρονηθεί, τσαλαπατηθεί βάναυσα». Είναι, όμως, αυτό μια διαπίστωση που ισχύει μόνο για άτομα και ομάδες; Ή ισχύει και για «ταπεινωμένα» πολιτεύματα; Πράγματι…

«Κατατονική», «καχεκτική», «ατροφική», επί χρόνια τσαλαπατημένη από έκθεσμους παράγοντες, η μετεμφυλιακή Δημοκρατία μας έχει δυστυχώς αποκτήσει μεταπολιτευτικά την αλαζονεία, την αδυναμία αναστοχασμού, την αυτάρκεια και την αυταρέσκεια των «αδιαφιλονίκητων». Εφόσον βασίζεται στη λαϊκή κυριαρχία, τεκμαίρεται… «άσφαλτη». Το ότι φτάσαμε, λοιπόν, στη σημερινή ηθικοπολιτικοοικονομική κατάπτωση οφείλεται, προφανώς, στην παρέμβαση… εξωγήινων! Για ποια θέματα, όμως, θα είχε προβληματιστεί η «3η Ελληνική Δημοκρατία», αν είχε ικανότητα θεσμικού αναστοχασμού και αυτοκριτικής;

Μήπως π.χ., προκειμένου η κεντρική πολιτική εξουσία να χειραφετηθεί από τις δουλείες του μερικού και του βραχυπρόθεσμου –από τους εκβιασμούς, δηλαδή, μέσω των οποίων επωφελούνται, ποδηγετώντας λίγους βουλευτές, όσοι έχουν ισχυρή επικοινωνιακή, οικονομική και συνδικαλιστική δύναμη -, θα ήταν σκόπιμος ο προβληματισμός για την υιοθέτηση προεδρικού συστήματος; Σε συνδυασμό, όμως, με μια –«κοινοβουλευτικής φιλοσοφίας» –έσχατη ασφαλιστική δικλίδα, ώστε να αποφεύγονται οι ακραίες ακαμψίες και οι κίνδυνοι κατάχρησης εξουσίας που ενυπάρχουν πάντα σε μια «αιρετή μοναρχία»; (Μια κοινοβουλευτικής υφής ασφαλιστική δικλίδα προτείνω στο νέο μου βιβλίο «Το πολιτικό σύστημα των ΗΠΑ», που παρουσιάζεται στις 23 Ιανουαρίου από τους κ.κ. Λοβέρδο, Μητσοτάκη και Α. Διαμαντοπούλου. Μια τέτοια δικλίδα ίσως ωθούσε κάποιους, μη τυπολάτρες, νομικούς στην εκτίμηση ότι είναι επιτρεπτή η αναθεώρηση προς ένα «αμβλυμμένο προεδρικό σύστημα»).

Εναλλακτικά, μήπως θα χρειαζόταν προβληματισμός για τη, νομικοπολιτικά ευχερέστερη, υιοθέτηση γαλλικού τύπου ημιπροεδρικού συστήματος; Με πρόεδρο και Κοινοβούλιο, όμως, ισόχρονων θητειών –και, περίπου, ταυτόχρονης ανάδειξης –ώστε να ελαχιστοποιείται το ενδεχόμενο πολιτικής σύγκρουσής τους;

Χωρίς, δε, καμία μεταβολή μοντέλου δημοκρατίας: μήπως θα ήταν σκόπιμη η ίδρυση Συνταγματικού Δικαστηρίου (ώστε να υπάρχει ασφάλεια δικαίου και επιτάχυνση δικαιοσύνης); Αλλά και δημιουργία Γερουσίας, με εποπτικό έλεγχο στη λειτουργία των θεσμών, καθώς και με κάποιο «αριστοκρατικό» στοιχείο στην ανάδειξή της;

Μήπως, επίσης, θα έπρεπε να εισαχθεί το ασυμβίβαστο υπουργικών και βουλευτικών καθηκόντων; Αλλά και κώλυμα εκλογιμότητας των υπουργών στις επόμενες εκλογές; Ή, ακόμη, απαγόρευση απεριόριστης συνεχόμενης εκλογής βουλευτή στην ίδια εκλογική περιφέρεια;

Η κατάργηση του σταυρού προτίμησης (ενδεχομένως σε συνδυασμό με την ανάδειξη των περισσότερων βουλευτών σε μονοεδρικές περιφέρειες) δεν θα άξιζε κάποια συζήτηση; Αλλά και ο περιορισμός των αποδεκτών προτάσεων μομφής κατά της κυβέρνησης, μόνον όταν προτείνεται συγκεκριμένος εναλλακτικός πρωθυπουργός, ώστε να μη συσπειρώνονται αρνητικά οι αντίθετες πολιτικές δυνάμεις;

Τέλος, δεν θα είχε νόημα να δοθεί περισσότερος ωφέλιμος πολιτικός χρόνος στην εκάστοτε κυβέρνηση, με εισαγωγή, όπως αλλού, πενταετούς κοινοβουλευτικού κύκλου; Και με θεσμοθέτηση διακομματικής σταυροδοσίας για –πιο αξιοκρατική άλλωστε –ανάδειξη ευρωβουλευτών, ώστε οι ευρωεκλογές να μην απονομιμοποιούν πολιτικά την κυβέρνηση; Αλλά και με παροχή στη συνήθη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, π.χ. των 151 βουλευτών, της δυνατότητας παράτασης κατά έναν χρόνο της θητείας του υπηρετούντος Προέδρου της Δημοκρατίας –ο οποίος εκλέχτηκε με αυξημένη πλειοψηφία, άρα διακομματική συναίνεση –ώστε να αποφεύγονται πρόωρες εκλογές (και ο «πολιτικός ευνουχισμός» μιας κυβέρνησης που τις αναμένει);

Συμπερασματικά λοιπόν. Μήπως μια λιγότερο αλαζονική Δημοκρατία, θα είχε ήδη αναθέσει σε ειδικούς την αναζήτηση «θεσμικών φαρμάκων» για περιορισμό των παθογενειών της; (Και πάντως δεν θα συζητούσε, αφρόνως, δύο επιλογές καταστροφής: το δημοψήφισμα λαϊκής πρωτοβουλίας και την εκλογή ΠτΔ, στο πλαίσιο μιας κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, απευθείας από τον λαό, που θα εγκαθιστούσαν στη χώρα μόνιμο «εκλογικό πυρετό»!)…

Ο Θανάσης Διαµαντόπουλος είναι καθηγητής Πολιτικών Θεσµών και Συγκριτικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήµιο