Η έκρηξη του αριθμού των αστέγων στα αστικά κέντρα έχει προ πολλού ξεπεράσει ακόμα και τις πιο απαισιόδοξες προβλέψεις. Μεγάλος το εύρος, πλούσια η σύνθεση του «νεοάστεγου» πληθυσμού που ξεβράζεται στα πεζοδρόμια της πόλης και προστίθεται στους μακροχρόνια αστέγους. Ανεργία ή υποαπασχόληση, απώλεια ιδιοκτησίας λόγω κατάσχεσης, χαμηλές συντάξεις, όποια και αν είναι η αιτία, η φτώχεια πλήττει πλέον και όσους είχαν επαρκές βιοτικό επίπεδο.

Τις τελευταίες ημέρες υπάρχει – επιτέλους – κάποια κινητικότητα κρατικών φορέων, με κυριότερη πρωτοβουλία αυτή του υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης που προωθεί, μεταξύ άλλων, τη νομοθετική κατοχύρωση της έννοιας του αστέγου. Θυμίζουμε λοιπόν ότι η αντιμετώπιση του προβλήματος σε επίπεδο πρόληψης και επαναστέγασης απαιτεί βαθιά αντίληψη για την έλλειψη στέγης και κατανόηση των διαδικασιών που οδηγούν σε αυτήν. Η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Οργανώσεων που εργάζονται με τους Αστέγους (FEANTSA) έχει αναπτύξει μια τυπολογία για την έλλειψη στέγης και τον αποκλεισμό από την κατοικία. Λαμβάνοντας υπόψη τη φυσική, κοινωνική και νομική διάσταση της στέγης, αναδεικνύονται οι επί μέρους ομαδοποιήσεις και διαφοροποιήσεις: πλήρως άστεγοι (στον δρόμο), άνθρωποι σε χώρους φιλοξενίας (λόγω έλλειψης κατοικίας), άνθρωποι με επισφαλή και με ανεπαρκή ή ακατάλληλη στέγη. Αυτό το εννοιολογικό οπλοστάσιο (με τις υποκατηγορίες του και τις αντίστοιχες για κάθε περίπτωση πολιτικές του κράτους) και η αναγωγή του στα σημερινά ελληνικά δεδομένα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την καταγραφή και τη χαρτογράφηση του προβλήματος, την εξέλιξη και παρακολούθηση του φαινομένου και την αξιολόγησή του. Κάνουν λάθος, κατά τη γνώμη μας, όσοι εκ των προτέρων απορρίπτουν αυτή τη διαδικασία πιστεύοντας ότι ισοδυναμεί με άνευ όρων αποδοχή της οικτρής κατάστασης.

Από την άλλη, η πολιτεία άργησε αδικαιολόγητα. Εχασε χρόνο και πόρους, μη αντιδρώντας όταν οι άστεγοι ήταν λιγότεροι και προέρχονταν από συγκεκριμένες ευάλωτες ομάδες. Η εποχή όμως όπου το πρόβλημα ήταν εστιασμένο πέρασε ανεπιστρεπτί. Να γιατί είναι άμεση ανάγκη, τώρα πλέον που οι άστεγοι προέρχονται από τον γενικό πληθυσμό, να αναγνωριστούν ως ειδική-ευάλωτη κοινωνική ομάδα που χρήζει ειδικών μέτρων προστασίας. Δεν μπορεί πλέον η πλειονότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών να αφορά φιλανθρωπικού και ανακουφιστικού τύπου παροχές (προσωρινή στέγη, συσσίτια) χωρίς θεσμοθετημένη δράση που να βλέπει ολιστικά το θέμα: πρόληψη, ένταξη στην αγορά εργασίας, αποκατάσταση στον κοινωνικό ιστό.

Τόσο η διεθνής εμπειρία όσο και η γνώση του ελληνικού πεδίου – πολύτιμη, μεταξύ άλλων, η συμβολή της ΜΚΟ Κλίμακα – βοηθούν να δούμε μερικές βασικές αλήθειες. Κυρίως πρέπει να δεχτούμε ότι μακροπρόθεσμα η διαιώνιση του φαινομένου έχει κοινωνικό και οικονομικό κόστος μεγαλύτερο από την αποκατάσταση των αστέγων και την πρόληψη. Δεδομένης της ύφεσης και της συρρίκνωσης των διαθέσιμων υλικών και ανθρώπινων πόρων στην προνοιακή πολιτική, επιβάλλεται οικονομία δυνάμεων, σαφής ιεράρχηση αναγκών, ποιοτικές υπηρεσίες. Απαιτούνται γι’ αυτό δράσεις και διαδικασίες συμπληρωματικές, όχι αλληλεπικαλυπτόμενες ή ακόμα και αντιφατικές. Στην παρούσα συγκυρία, ειδικά η ιεράρχηση των προτεραιοτήτων και η προληπτική δράση πρέπει να έχουν σαφείς στόχους. Σύμφωνα με την Κλίμακα, αυτοί είναι το άμεσο πρόβλημα των αστέγων, οι ενοικιαστές με χαμηλά ή/και επισφαλή εισοδήματα, το κόστος της ιδιόκτητης ή/και ενοικιαζόμενης κατοικίας, η απουσία δημόσιων και κοινωνικών υποδομών που συμπληρώνουν την κατοικία και η υποβάθμιση του οικιστικού περιβάλλοντος. Καθίσταται λοιπόν επιτακτική ανάγκη η ενεργοποίηση του θεσμού της «κοινωνικής στέγης» που τόσο εντυπωσιακά αποτελέσματα έχει σε χώρες της Δ. Ευρώπης.

Μέσα στους επόμενους μήνες πρέπει να βρίσκεται σε πλήρη ανάπτυξη ένα ενιαίο, συνεκτικό σχέδιο που θα ξεκινά από την άμεση βοήθεια, αλλά δεν θα περιορίζεται σε αυτήν. Καίριο ζητούμενο είναι εκείνοι οι μηχανισμοί που θα δίνουν τη δυνατότητα στους αστέγους να επανέλθουν σε κάποια «στεγαστική κανονικότητα». Ακούω ήδη τον αντίλογο: Μπορούν να λειτουργήσουν αυτά σε μια περίοδο όπου η ασκούμενη πολιτική παράγει αστέγους με την ίδια περίπου ταχύτητα που παράγει ελλείμματα; Δύσκολα, πολύ δύσκολα.

Ο Κωστής Παπαϊωάννου είναι πρόεδρος

της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου www.antiphono.wordpress.com