Eχετε πάρει είδηση τους «φτωχάρες»; Η λέξη αυτή είναι δικής μου επινόησης (κατά το «Ελληνάρας», «ολυμπιακάρας» κ.ο.κ.) και αφορά ένα θλιβερό φαινόμενο της εποχής. Οι άνθρωποι αυτοί ζουν ανάμεσά μας και είναι κάθε άλλο παρά φτωχοί. Απλώς περιφέρουν θριαμβευτικά μια εικονική υποτιθέμενη ανέχεια – τόσο στο φιλικό περιβάλλον τους όσο και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Για φιγούρα; Για να τους λυπηθούμε; Για να είναι της μοδός; Δεν γνωρίζω. Ρωτήστε τους.

Οι «φτωχάρες» κομπάζουν για τις οικονομικές δυσκολίες που – και καλά – αντιμετωπίζουν. Oποια συζήτηση κι αν προσπαθήσεις να ανοίξεις μαζί τους, θα καταλήξει σε κάτι τέτοιο: «Διακοπές; Με τι λεφτά; Μόνο δεκαπέντε μέρες στο εξοχικό μας στη Σαντορίνη και τέρμα». Ή πάλι: «Πού να βγεις έξω με αυτή την ακρίβεια; Το Σάββατο πήγαμε για sushi και στη μία ήμασταν ήδη στα κρεβάτια μας».

Συχνά καυχιούνται πως είναι άνεργοι (ασχέτως αν είναι εισοδηματίες, αν εισπράττουν παχυλά νοίκια κ.λπ.) πως μένουν σε υποβαθμισμένες – για τα δικά τους δεδομένα – περιοχές όπως Εξάρχεια, Παγκράτι (αν και στην πραγματικότητα κατοικούν Κολωνάκι και Μετς αντίστοιχα), ενώ κατακεραυνώνουν συνεχώς τους «πλούσιους» γενικώς και αορίστως. Σαν το ανάποδο της Μαντάμ Σουσούς ένα πράμα.

Τέλος, οι «φτωχάρες» υπογραμμίζουν την ατελείωτη ευαισθησία τους για τη φτωχολογιά. Με δάκρυα στα μάτια μιλάνε για τους άδειους δρόμους, τα κλειστά μαγαζιά, τους εκατοντάδες χιλιάδες άστεγους. Αν φυσικά, κάποιος από τους τελευταίους τολμήσει να τους ζητήσει κάνα ευρουλάκι, τον αγνοούν επιδεικτικά, βυθισμένοι στις πλουσιοπάροχες υπηρεσίες που τους παρέχει το τελευταίας τεχνολογίας iPhone τους.

Δεν τους αγαπάμε τους «φτωχάρες». Γιατί είναι κουραστικοί. Γιατί είναι ψεύτες. Γιατί δυστυχώς έχουμε πλέον αρκετούς φτωχούς και δεν χρειαζόμαστε «μαϊμούδες».