Με τον ίδιο τρόπο που υπάρχει – ή επιδιώκουμε να διαμορφωθεί – οικολογική ή περιβαλλοντική συνείδηση, έτσι υπάρχει – ή μάλλον σφυρηλατείται με αργούς και βασανιστικούς ρυθμούς – συνείδηση απέναντι στα σκυλιά και εν γένει στα ζώα. Στην καλύτερη περίπτωση βεβαίως. Γιατί η σκληρή πραγματικότητα θέλει και στη χώρα μας χαμηλά τον δείκτη της φιλοζωίας με αδέσποτα, κακοποιήσεις και άλλα τινά.

Και όχι, ας μη βιαστούμε να καταλογίσουμε στη συγκατοίκηση με τα ζώα ή στη φιλοζωία το πρόσημο ενός «εξωτικού» ή δευτερεύοντος καθήκοντος. Κι αυτό γιατί η δομική αρχή της δεν είναι άλλη απ’ τον αδιαπραγμάτευτο σεβασμό της ζωής σε όλες τις μορφές της. Και άρα το ερώτημα που θέτει ο συγγραφέας Γιώργος Φραντζεσκάκης – στην αρχή αρχή του βιβλίου αλλά και στον τίτλο του – «Φιλόζωος ή μισάνθρωπος;» είναι σύνθετο, περίπλοκο αλλά και κλείνει το μάτι σε κάτι βαθύτερο:

Δεν υπάρχει φιλόζωος – επί της ουσίας και ειλικρινώς – που δεν νοιάζεται και τον συνάνθρωπό του. Και πάντα ο μισάνθρωπος – επί της ουσίας – μισεί και τα ζώα.

Προχωρώντας ένα βήμα πιο πέρα, ακόμη και ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει μια κοινωνία τα ζώα που κατοικούν εντός της, περικλείει και τον βαθμό αλληλεγγύης και κοινωνικής συνοχής της. Καλά ώς εδώ αλλά θα αναρωτηθεί ο αναγνώστης: «Με τέτοια ανεργία και φτώχεια θα κοιτάμε τα ζώα»; Λάθος. Εξάλλου πλάι στο προφίλ του ευμαρούς φιλόζωου που ξημεροβραδιάζεται στα pet shops, σε κήνσορες της φιλοζωίας που προσμετρούν τις δράσεις τους ως κρίκους στο χτίσιμο της δημόσιας εικόνας τους ή στην αύξηση των κερδών τους, υπάρχει και η ανιδιοτελής φιλοζωία με κάθε κόστος, συνώνυμη της αλληλεγγύης και της προσφοράς. Διαβάζοντας τα απολαυστικά κείμενα του Φραντζεσκάκη – που διατηρεί για σχεδόν εννιά χρόνια την πετυχημένη φιλοζωική στήλη «Κ9» στην «Καθημερινή» – επαναψηλαφίζεις την αρχαία, παντοτινή και περιπετειώδη σχέση ανθρώπων και σκύλων (αλλά και ζώων γενικότερα). Και μιλάμε για ένα βιβλίο που διεκδικεί και δάφνες λογοτεχνίας αφού απανθίζει τα καλύτερα κείμενα ενός μάχιμου δημοσιογράφου εβδομαδιαίας στήλης – ενός βιογράφου της κυνικής φιλοσοφίας όπως διατείνεται ο ίδιος που μας γεμίζει με χρήσιμες πληροφορίες για τα σκυλιά.

Το βιβλίο αποτελεί έναν οδηγό επιβίωσης των σκυλιών ή της ζωής με τα σκυλιά και εντός της πόλης. Αλλά πέραν αυτού κατορθώνει και κάτι πρωτότυπο: με πρόσχημα τα σκυλιά, ο Φραντζεσκάκης μιλάει για τις ανθρώπινες σχέσεις. Αλλά και με πρόσχημα κείμενα για ανθρώπινες σχέσεις ο συγγραφέας μιλάει για σκυλιά και ζώα εντός της σύγχρονης πόλης, εντός του σπιτιού μας, εντός της οικογένειάς μας, εντός του δημόσιου και ιδιωτικού χώρου μας. Σαν οξυδερκής χρονογράφος της καθημερινότητας μας – με άξονα πάντα τα σκυλιά αδέσποτα ή κατοικίδια – επιχειρεί μια κατάδυση στο ίδιο το κοινωνικό συμβόλαιο. Αρα μιλάμε για μια συλλογή κειμένων που κατ’ αρχάς φωτίζουν για λίγο την κοινωνία. Και ιδού ένα παράδειγμα από ένα έξοχο κείμενο του πονήματος.

Στη «Μικρή, χριστουγεννιάτικη ιστορία» ένας άστεγος που ξεχειμωνιάζει στο εγκαταλελειμμένο οικόπεδο δίπλα στην πολυκατοικία που διαμένει ο Φραντζεσκάκης αντιμετωπίζεται με καχυποψία απ’ τον συγγραφέα.

«Απ’ την αρχή τον πήρα με στραβό μάτι. Αγριόφατσα. Βαριά κατασκευή. Αργός και αμίλητος. Ο γείτονας που δεν θέλεις να έχεις δίπλα σου», αναφέρει στο κείμενο. Οταν όμως ο ίδιος αποφασίζει να προσεγγίσει τον άστεγο και να τον ρωτήσει αν χρειάζεται κάτι, η ίδια η απάντηση του ταλαιπωρημένου και πένητα τύπου αλλάζει άρδην τη μεταξύ τους σχέση: «Οχι ρε μόρτη, εντάξει είμαι. Επειδή όμως βλέπω ότι έχεις σκυλί, αν σου περισσεύει τροφή και για τούτην εδώ (σ.σ. ο άστεγος μιλάει για μια αδέσποτη σκύλα που τον ακολουθάει παντού) που με έχει πάρει από πίσω και δεν ξεκολλάει…». Και ο Φραντζεσκάκης καταλήγει: «Ο νέος μας γείτονας. Περήφανος, ολιγαρκής και φιλόζωος. Πόσους ανθρώπους ξέρετε που να συγκεντρώνουν και τις τρεις αυτές αρετές μαζί»; Αλήθεια πόσους ξαναρωτώ εγώ;