Αναμφιβόλως, διανύουμε μια εξαιρετικά ιδιότυπη και πρωτόγνωρη περίοδο. Ως εκ τούτου, επιβάλλεται εξαρχής να αναγνωρίσουμε ότι τα εργαλεία ανάλυσης και οι εμπειρίες που διαθέτουμε μπορούν μόνο μερικώς να βοηθήσουν στην υπέρβαση της σημερινής σύνθετης πραγματικότητας.

Στη μετά Μνημόνιο Ελλάδα, καθοριστικό ρόλο θα παίξει η πολιτική δύναμη ή οι πολιτικές δυνάμεις που θα κατανοήσουν βαθιά τις σημερινές συνθήκες και θα εκπονήσουν ένα συνεκτικό πολιτικό σχέδιο με βάση τις αναγκαίες τομές και αλλαγές που απαιτούνται για τη χώρα. Και θα μπορέσουν να πείσουν ότι η ευθύνη της προώθησης των μεταρρυθμίσεων αφορά κάθε πολίτη που αντιλαμβάνεται το μέλλον της χώρας μας άρρηκτα συνδεδεμένο με την ενεργό συμμετοχή της στις διεθνείς εξελίξεις, στην οικογένεια του ευρώ και στην προοπτική της ευρωπαϊκής ενοποίησης.

Μας ενδιαφέρει ποιες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις θα καθορίσουν την πορεία στον νέο ιστορικό κύκλο. Και γι’ αυτό απαιτείται, όχι απλώς η έκφραση ή η άθροιση αιτημάτων. Αλλά η σύνθεση των αιτημάτων, των αναγκών και των προσδοκιών, αφενός μεν, των δυναμικών στρωμάτων της κοινωνίας που ελπίζουν να συμβάλουν σε μια νέα αναπτυξιακή πορεία και, αφετέρου, των αδύναμων λαϊκών στρωμάτων που υπέστησαν και συνεχίζουν να υφίστανται, βαρύτερα απ’ όλους, τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης. Αν η σύνθεση αυτή μετουσιωθεί σε ένα συνολικό πρόγραμμα ριζικών, αποτελεσματικών και, κυρίως, δίκαιων μεταρρυθμίσεων, μπορεί να οδηγήσει – εν καιρώ – στη συγκρότηση μιας νέας προοδευτικής, κοινωνικής και πολιτικής, πλειοψηφίας. […]

Η επερχόμενη εκλογική αναμέτρηση είναι ιδιαιτέρως κρίσιμη για το μέλλον της χώρας. Θα κριθεί, αν στη νέα εξαιρετικά σημαντική περίοδο θα επικρατήσουν οι δυνάμεις που επιθυμούν να διασφαλίσουν τις θετικές κατακτήσεις και τα επιτεύγματα της χώρας και να ξεπεράσουν με δημιουργικό τρόπο τις καθυστερήσεις και τις στρεβλώσεις. Ή, αντιθέτως, αν θα ανακοπεί αυτή η πορεία από δυνάμεις λαϊκισμού, αναχρονισμού, δημαγωγίας, οπισθοδρόμησης και συντηρητικής παλινόρθωσης.

Η συζήτηση δεν μπορεί να περιορίζεται μεταξύ στελεχών που, χρησιμοποιώντας δική τους «διάλεκτο», προσπαθούν να αποδώσουν ή να αποσείσουν ευθύνες. Αντιθέτως, πρέπει να είναι ανοιχτή σε κάθε μέλος και φίλο του ΠΑΣΟΚ, της Δημοκρατικής Παράταξης και της ευρύτερης Κεντροαριστεράς, καθώς και να παρακινήσει σε προγραμματική ευρηματικότητα και καινοτομία. […] Το αποτέλεσμα θα είναι θετικό αν όλοι σηκωθούμε λίγο ψηλότερα από το εσωκομματικό πεδίο, αν δεν περιοριστούμε σε «στενές» διαδικασίες που θεωρούνται κέντρο της Γης και αν προσπαθήσουμε να συνδεθούμε με τις προσδοκίες των προοδευτικών πολιτών. Αν αντιληφθούμε ότι η πολιτική δεν γίνεται με γκρίνιες, εσωκομματικούς υπολογισμούς και χαρακτηρισμούς, αλλά γίνεται με όραμα, σχέδιο και σοβαρότητα.

Ο Θόδωρος Τσίκας είναι πολιτικός επιστήμονας – διεθνολόγος, μέλος της Γραμματείας του Τομέα Τύπου και ΜΜΕ του ΠΑΣΟΚ