Αν εξαιρέσουμε το άρθρο του έγκριτου καθηγητή (και Π 80) Ηλία Μόσιαλου, στο οποίο οριοθετούνται τουλάχιστον με επιγραμματική σαφήνεια ο φιλελευθερισμός και η σοσιαλδημοκρατία ως προς τη θέαση και διαχείριση του κράτους, η τρέχουσα αρθρογραφία των πλείστων υψηλόβαθμων στελεχών στα «ΝΕΑ» για το «πώς και προς τα πού» του ΠΑΣΟΚ δείχνει ότι εξακολουθούν να αριστεύουν στην έκθεση ιδεών της τρίτης λυκείου: φληναφήματα και ευχολόγια για την «ανάπτυξη», για το καλό και το κακό κράτος, για το «μέλλον της χώρας» και άλλα ηχηρά μαρτυρούν ότι η εκθεσάδικη νοοτροπία ριζώνει και διαιωνίζεται ως σύνδρομο πολιτικού καθωσπρεπισμού που διέπει βουλευτές, υπουργούς και πρώην υπουργούς. Ο πρόσφατος σχετικός σχολιασμός του σεβαστού δασκάλου Δ. Μαρωνίτη στο «Βήμα» (4 Δεκ. 2011) με ενθαρρύνει να προχωρήσω τη συζήτηση παρακάτω.

Ο καθωσπρεπισμός συνίσταται στο ότι τα πασοκικά στελέχη εκθέτουν τις αφόρητα τετριμμένες σκέψεις τους λες και ξεναγούν στο κυριακάτικο μέλλον κάποιους λειψόνοες τουρίστες και όχι τους δεινά χειμαζόμενους πολίτες. Ασφαλώς και δεν είναι τόσο πληκτικά τα υψηλόβαθμα στελέχη όσο το υποδηλώνει η αρθρογραφία τους. Και έμπειρα και ευφυή είναι, μα το πιο επικίνδυνο με τη βλακεία είναι ότι δεν αποβλακώνει μόνον εκείνους που την ακούν παρά, για να προεκτείνω τον Μπρεχτ, και εκείνους που – καληώρα – την προσποιούνται.

Γιατί άραγε καθωσπρεπίζουν με τόσο ανούσια αρθρογραφία τα «πράσινα» στελέχη; Διότι φυλάγονται μη εκτεθούν καθώς οι ραγδαίες ενδοκομματικές εξελίξεις δεν είναι εισέτι προβλέψιμες. Αρθρογραφούν για να δηλώσουν παρόντες και για να πείσουν πως έχουν ανανήψει από τον «λαϊκισμό»• με περιεχόμενο των άρθρων τους την ξαναζεσταμένη σούπα της «κριτικής της διετίας», της «αναγνώρισης των λαθών», του «κρατισμού», της «αλλαγής φυσιογνωμίας του κόμματος» και άλλα βουκολικά παρόμοια. Ενώ έχουν πράγματι τόσα να πουν• αν ιδίως αξιοποιούσαν τις μακρές και ζέουσες προφορικές συνεννοήσεις και συζητήσεις τους.

Εφόσον θέλουν να απευθυνθούν προς το εκλογικό σώμα μέσω μιας εφημερίδας μεγάλης κυκλοφορίας, οφείλουν να εκθέσουν και να εκτεθούν εν τοις πράγμασι. Το μέλλον του ΠΑΣΟΚ πρέπει να συγκεκριμενοποιηθεί, γι’ αυτό και δίνω ένα παράδειγμα του τι θα περίμενε η ουτιδανότης μου ως πολίτη να αναγνώσει μεταξύ άλλων: Το ΠΑΣΟΚ επιλέγει ως στρατηγική προτεραιότητα την, π.χ., αγροτική παραγωγή και τον τουρισμό. Τούτο σημαίνει ότι οι λοιποί τομείς (παιδεία, υγεία, στρατός, μεταφορές, τράπεζες κ.λπ.) υπακούουν και συντονίζονται με αυτή την προτεραιότητα, που θα ισχύσει επί δύο τετραετίες τουλάχιστον: οι κληρωτοί μας δεν κάμνουν ανόητες πορείες και ασκήσεις με τις ξιφολόγχες παρά μαζεύουν τις ελιές πλάι-πλάι με τους χρειαζούμενους λαθρομετανάστες. Συνεπάγεται, επίσης, ότι τα επενδυτικά προγράμματα καθώς και οι δημόσιες δαπάνες υπηρετούν πρωτίστως αυτόν τον στρατηγικό στόχο (και επομένως όσο πιο μεμακρυσμένος από τον στόχο είναι ένας τομέας τόσο λιγότερο θα ευνοηθεί: οι συνταξιούχοι αξιωματικοί και πυροσβέστες δεν έχουν να προσδοκούν κανένα άμεσο όφελος από μια τέτοια πασοκική κυβέρνηση, εν αντιθέσει προς τους δασοπυροσβέστες και τους μουσειοφύλακες που θα επιδοτηθούν δεόντως κ.λπ., κ.λπ.). Για την επίτευξη του στόχου το κόμμα θα επιδιώξει να συμμαχήσει και να συνεργαστεί με τις τάδε πολιτικές δυνάμεις και με τις δείνα κοινωνικές ομάδες• ο πεπαλαιωμένος μύθος των «μη προνομιούχων» είναι πολύ αόριστος για να χωρέσει το άδηλο μέλλον της χώρας. Εξάλλου, οι ένδοξοι εφοπλιστές δεν είναι απαραίτητοι για τις δικές μας προτεραιότητες και χωρίς να χύσουμε στάλα δάκρυ τους χαρίζουμε όλους στη ΝΔ και στον ΛΑΟΣ, θα επιδιώξουμε όμως να ενισχύσουμε τους μικρομεσαίους πλοιοκτήτες στα πλαίσια της τουριστικής αναβάθμισης κ.λπ., κ.λπ. Κοντολογίς, τα πολιτικά στελέχη του ΠΑΣΟΚ μας εξηγούν «με ποιους θα πάν’ και ποιους θ’ αφήσουν», αν θέλουν να σκύψουμε να τους διαβάσουμε (και όχι να ψάχνουμε στα γραφόμενά τους για τα υπονοούμενα που αφορούν τη δελφινομαχία). Και όποιος επιμένει ακόμη να ισχυρίζεται πως τάχα οραματίζεται μια «παλινορθωμένη Ελλάδα» με «υπερήφανους τους Ελληνες», είναι αφελώς αναρχοαυτόνομος σαν κάτι αδέσποτους της Αριστεράς ή αγιάτρευτα και παλαιότροπα δεξιός• και όχι νεωτερικός δεξιός σαν τον σοβαρό και γνήσιο κύριο Μάνο.

Με επιλεγμένους και εκτεθειμένους τους στρατηγικούς στόχους βαραίνει η πολιτική συζήτηση, καθώς μέσ’ από στοχευμένες επιλογές θα διαφανεί το τέλος της πολυσυλλεκτικότητας και το εκλογικό κόστος. Ας μιμηθούμε τον σοσιαλδημοκράτη πρωθυπουργό που έβαλε ελάχιστες προτεραιότητες (ευρωζώνη, Ολυμπιάδα, οδοποιία, εξοπλισμός νοσοκομείων) και γι’ αυτό τις κατόρθωσε. Από την εποχή του Τρικούπη ονειρευόμασταν τη ζεύξη Ρίου – Αντίρριου• χωρίς τον Σημίτη με το μπλοκάκι, θα μέναμε στην ονείρωξη, που συχνά συγχέεται με το όραμα. Θα έχουμε «Ονειρο στο κύμα» του χαριτόβρυτου Παπαδιαμάντη και όχι «Το μόνον της ζωής του ταξείδιον» του μεγάλου και είρωνος Βιζυηνού.

Ο Μίμης Σουλιώτης είναι ποιητής και διδάσκει Λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας

dsouliot@gmail.com