Ο Peter Burger (γενν. 1936), ομότιμος σήμερα καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Βρέμης, δημοσιεύει την παρούσα μελέτη το 1974: ανήκει τότε στη χορεία των νέων πανεπιστημιακών, έχοντας πίσω του σπουδές στη γαλλική και συγκριτική λογοτεχνία και ειδικό ενδιαφέρον για τον γαλλικό υπερρεαλισμό. Στον απόηχο του Μάη του ’68 και των κινημάτων αμφισβήτησης ανά την Ευρώπη, το πολιτισμικό βαρόμετρο της εποχής αρχίζει ήδη να δείχνει ύφεση και η υποσχετική αύρα μιας επίκαιρης πρωτοπορίας μοιάζει να εξαχνώνεται. Ο στόχος λοιπόν του Μπίργκερ δεν είναι ιστοριογραφικός – «όπως η θεωρία του μυθιστορήματος δεν είναι η ιστορία του, η θεωρία της πρωτοπορίας δεν είναι η ιστορία των κινημάτων της ευρωπαϊκής πρωτοπορίας». Χρησιμοποιώντας τον όρο του Φουκό, θα λέγαμε ότι ο συγγραφέας δουλεύει με όρους αρχαιολογίας μάλλον παρά ιστορίας, δείχνοντας τα υπόγεια δίκτυα και συστήματα λειτουργίας, τις προϋποθέσεις ή και αντιφάσεις που επιτρέπουν στην τέχνη των δύο-τριών πρώτων δεκαετιών του εικοστού αιώνα να πειραματιστεί τολμηρά «άνευ όρων και ορίων» με κάθε διαθέσιμο εκφραστικό μέσο. Πρόκειται για μια κριτική και ερμηνευτική προσέγγιση της λεγόμενης ιστορικής ή «ηρωικής» πρωτοπορίας, κινήματος που έχει έναρξη και λήξη μέσα στον χρόνο, μολονότι δίνει την αίσθηση ότι είναι διαρκής συνθήκη παντός καιρού. Μάλιστα, κατά τον Μπίργκερ, αυτή ακριβώς η αποτυχία, η ατυχής έκβαση των ουτοπικών προταγμάτων της πρωτοπορίας, παρουσιάζει σήμερα το μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τον ερευνητή των πολιτισμικών νοοτροπιών, των ιδεολογικών και θεσμικών αλλαγών ή και τον απλό φιλότεχνο ο οποίος θέλει να κατανοήσει το φαινόμενο και όχι να καταναλώσει ετοιμοπαράδοτες ιδέες.

Τι είναι, λοιπόν, πρωτοπορία;

Κατ’ αρχάς, ο όρος απηχεί το αγωνιστικό καταγωγικό του πλαίσιο: πρωτοπορία είναι η εμπροσθοφυλακή, επίλεκτο και μαχητικό τμήμα που προπορεύεται της στρατιωτικής φάλαγγας ώστε να αντιληφθεί ενδεχόμενο εχθρικό αιφνιδιασμό και να ειδοποιήσει εγκαίρως το κυρίως σώμα. Οι πρωτοπόροι βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του πυρός, ασκημένοι στην αστραπιαία ανταπόκριση, στην άμεση δράση. Αναγνωρίζουμε αυτόν τον σπινθήρα της ετοιμότητας και της αντεπίθεσης στην καλλιτεχνική πρωτοπορία: ντανταϊστικές εκδηλώσεις, ρωσικός φουτουρισμός και κονστρουκτιβισμός, εξπρεσιονιστικό και «επικό» θέατρο, υπερρεαλιστικό κίνημα, τεχνική του μοντάζ ή του κολάζ, happenings (δρώμενα), προκλητικά μανιφέστα αποθεώνουν τη στάση της ακραίας διαμαρτυρίας, της σύγκρουσης με τη θεσμοποιημένη τέχνη στη σύγχρονη αστική κοινωνία, προβάλλοντας το αίτημα της άμεσης και αδιαμεσολάβητης σχέσης με το κοινό. Σκοπός άμεσος η διάχυση της τέχνης στην κοινωνία, η ένταξη της τέχνης στην καθημερινή ζωή• απώτερη προοπτική η εξουδετέρωση του κατεστημένου συστήματος της τέχνης (μουσειοποίηση ή πραγμοποίηση – εμπορικοποίηση του καλλιτεχνικού έργου), η δραστική αλλαγή του μοντέλου ζωής της αστικής κοινωνίας. Είναι ποιητική της ρήξης, του σοκ και της ανένδοτης αναμέτρησης με την αστική κουλτούρα. Και, παρατηρεί ο Μπίργκερ, αυτή η αισθητική του σοκ εγείρει ένα βασικό πρόβλημα: είναι αδύνατο να διατηρηθεί αυτή η ένταση σε διάρκεια χρόνου – τίποτε δεν χάνει την επίδρασή του γρηγορότερα από το σοκ, καθώς είναι από τη φύση του μια ανεπανάληπτη εμπειρία, και η επανάληψη αλλοιώνει τη δραστικότητά του.

Βέβαια, τα πρωτοποριακά κινήματα καλλιέργησαν εντέχνως κάτι σαν «αναμενόμενο σοκ» και διέστειλαν θεαματικά τη στιγμιαία παρουσία του, όμως η κύρια πρόθεσή τους, δηλαδή η ενσωμάτωση της καθημερινότητας στο έργο τέχνης και η διείσδυση της πολιτικής στάσης στον χώρο της αισθητικής, δεν τελεσφόρησε. Το επαναστατικό σύνθημα για «πολιτικοποίηση της τέχνης» ως απάντηση στην επιχειρούμενη «αισθητικοποίηση της πολιτικής» δεν απέδωσε. Αυτή τη «διαλεκτική της αποτυχίας» αναπτύσσει μεθοδικά o Μπίργκερ, με στιβαρή επιχειρηματολογία αντλημένη κυρίως από τη γερμανική φιλοσοφική παράδοση και ιδιαίτερα από τη λεγόμενη Σχολή της Φρανκφούρτης.

Πειραματισμοί και αλληγορία

«Τα μόνα έργα που μετράνε σήμερα είναι εκείνα που δεν είναι πια έργα»: η αινιγματική ρήση του Αντόρνο σχολιάζεται εκτενώς στο τρίτο κεφάλαιο του παρόντος βιβλίου («Το πρωτοποριακό έργο τέχνης»). Τα ready-mades σειραϊκής παραγωγής, το τυχαίο εύρημα (objet trouve) στο οποίο υλοποιείται η εικονοκλαστική πρόθεση της συνένωσης τέχνης και ζωής, το υπερρεαλιστικό hasard objectif (αντικειμενική συγκυρία), η επικόλληση-προσάρτηση καθημερινών υλικών στον εικαστικό πίνακα, καταστρέφουν ένα καθιερωμένο σύστημα αναπαράστασης και αξιολόγησης. Από την άλλη, σκηνοθετούν το απίθανο επιχειρώντας να τιθασεύσουν το τυχαίο, να το καταστήσουν επαναλήψιμο. Δεν παραπέμπουν απλώς στην πραγματικότητα, είναι πραγματικότητα. Ο Μπένγιαμιν μίλησε για «θετική βαρβαρότητα» αναφερόμενος στη βία των πειραματισμών της πρωτοπορίας και η αλληγορική του μέθοδος, η οποία εκτενώς σχολιάζεται, τείνει να νοηματοδοτήσει τα θραύσματα-ερείπια μιας κατακερματισμένης πραγματικότητας.

Το βιβλίο του Μπίργκερ είναι άκρως απαραίτητο στον σημερινό αναγνώστη. Με γνώση αντιμετώπισε τις (πολλές) δυσκολίες του κειμένου ο Γιώργος Σαγκριώτης. Χρησιμότατος ο προλογικός οδηγός της Νίκης Λοϊζίδη και η, δίκην επιλόγου, δευτερολογία του συγγραφέα – απάντηση σε σχόλια που προκάλεσε η έκδοση του βιβλίου.

Σήμερα η πολυσυζητημένη μελέτη του Μπίργκερ είναι πλέον βιβλίο αναφοράς σε διεθνή κλίμακα για τα θέματα της πρωτοπορίας. Ο ίδιος έχει επανειλημμένα διευκρινίσει ότι θα πρέπει να διακρίνουμε την (ιστορική) πρωτοπορία από τον ευρύτερό της μοντερνισμό, καθώς και από ό,τι αποκαλεί νέο – πρωτοπορία, τάσεις δηλαδή μεταπολεμικές (π.χ. δεκαετίες 1950, 1960) ή και σημερινές, που τείνουν να «επαναλάβουν» την κίνηση της ρήξης σε εντελώς διαφορετικά συμφραζόμενα, άρα με αλλοιωμένους όρους. Ετσι, καταχρηστικά μιλάμε για «πρωτοπορία» στον χώρο των εμπορικών κυκλωμάτων της τέχνης, της διαφήμισης, στο χρηματιστήριο των πολιτισμικών αξιών, εννοώντας καινοτόμες προσπάθειες ή βελτιωτικές τεχνικές που πολύ απέχουν από το όραμα μετασχηματισμού της κοινωνίας μέσω της τέχνης, κύριο κέλευσμα της αυθεντικής πρωτοπορίας.