Ο Τζέφρι Ευγενίδης δεν σηκώνει την ελληνική σημαία αλλά κάνει έμμεσα κάτι πιο σημαντικό: βάζει το ελληνικό στοιχείο βαθιά στο διεθνές παιχνίδι, συνδέοντάς το όχι με ιδέες αλλά με πραγματικότητες.

Ο ίδιος γνωρίζει τον Καβάφη και τον Σεφέρη αλλά δεν έχει μελετήσει τους αρχαίους τραγικούς και αγνοεί την ελληνική κουλτούρα.

Ωστόσο στο «Middlesex» κατάφερε να μιλήσει (υποδειγματικά) για τα Μικρασιατικά, παρότι δεν είχε ακούσει καμία σχετική μαρτυρία στο σπίτι του αλλά άντλησε τη σχετική ιστορία των παππούδων τής/τού Καλάιοπε/Καλ αποκλειστικά από τα διαβάσματά του! Ισως γι’ αυτό δεν ακούγεται ούτε διδακτικός, ούτε ελληνολάγνος, ούτε αφελής. Το ίδιο συμβαίνει άλλωστε και με τον σχεδόν συνομήλικό του Τζορτζ Πελεκάνο, σταρ του αστυνομικού μυθιστορήματος.

Με παππούδες ταβερνιάρηδες κι οι δυο τους και με σημεία αναφοράς το Ντιτρόιτ και την Ουάσιγκτον αντίστοιχα, πόλεις δηλαδή που δεν έπαψαν να σπαράσσονται από τις διαμάχες λευκών – μαύρων, πλούτου – φτώχειας, εμφανίστηκαν στα Γράμματα σχεδόν ταυτόχρονα, στις αρχές του ’90, αλλά καταξιώθηκαν στα μάτια της κριτικής και στην αγορά προς τα τέλη της δεκαετίας.

Ο 53χρονος σήμερα Πελεκάνος είναι πιο πολιτικοποιημένος, ευαίσθητος στην αλληλεπίδραση των φυλετικών και ταξικών προβλημάτων.

Ο Ευγενίδης, πάλι, είναι πιο διανοούμενος, με ευαισθησία στα υπαρξιακά ζητήματα.

Και οι δύο όμως, όσο διαφορετικοί κι αν είναι μεταξύ τους, καταφέρνουν τόσο με τη νοοτροπία τους όσο και με το έργο τους να διαλύουν τα κλισέ της ομογένειας, διαψεύδοντας ταυτόχρονα τις προκαταλήψεις της μητρόπολης.