Αρκετά χρόνια πριν τα «ντολμαδάκια της Μαρίκας» κατοχυρωθούν ως «αλάτι και πιπέρι» στη νεότερη πολιτική ατζέντα, ο Τσόρτσιλ κέρδιζε επάξια τον ρόλο του master chef στους δείπνους του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Απ’ αυτή τη χαραμάδα της πολιτικής κουζίνας μπαίνει στην ιστοριογραφία η αμερικανίδα δημοσιογράφος Σίτα Στέλτσερ παραδίδοντας τον συναρπαστικό τόμο «Dinner with Churchill».

Στο βιβλίο της ο διεθνής τσελεμεντές είναι η συνέχεια της διπλωματίας με άλλα μέσα. Ο ίδιος ο Τσόρτσιλ ομολογούσε ότι ένιωθε πάντοτε πιο άνετα μαζί με όποιον «έφαγε ένα κομμάτι ψωμί». Από τους απεργούς ενός αγγλικού εργοστασίου μέχρι τον Στάλιν, ο βρετανός πολιτικός ξεδίπλωνε με μαεστρία τις διαπραγματευτικές του αρετές, με στόχο να «λύσει» τον αντίπαλο και να πετύχει το μάξιμουμ των διεκδικήσεών του.

Αύγουστος 1942

Χαβιάρι στη Μόσχα

Το «Δείπνος με τον Τσόρτσιλ» είναι ένα απάνθισμα από διπλωματικές νίκες και ήττες, αλλά και ραντεβού που ξεκίνησαν με τις χειρότερες προθέσεις, για να φέρουν τελικά στο ίδιο τραπέζι προαιώνιους εχθρούς. Στη μεγάλη τραπεζαρία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου οι θέσεις που είναι μονίμως αγκαζέ φέρουν τα ονόματα «Τσόρτσιλ» και «Στάλιν». Η αρχή γίνεται με την ανταλλαγή προσωπικών επιστολών μεταξύ τους που καταλήγουν σε ένα ταξίδι του άγγλου πρωθυπουργού στη Μόσχα:

«Το πρώτο ραντεβού ξεκίνησε άσχημα. Ο Στάλιν έδειχνε ευδιάθετος μόνο όταν άκουγε λεπτομέρειες για τον βομβαρδισμό της Γερμανίας από τους Αγγλους. Οι συνομιλίες της επομένης αποδείχθηκαν επίσης μια αποτυχία. Η μόνη απάντηση που έπαιρνε ο Τσόρτσιλ από τον Στάλιν ήταν η ανάγκη για ένα δεύτερο πολεμικό μέτωπο στην Ευρώπη. Στο επίσημο κατάλυμα του Σοβιετικού το μενού δεν αντανακλούσε καθόλου τις ελλείψεις τροφίμων που αντιμετώπιζε η ΕΣΣΔ εν καιρώ πολέμου. Περιλάμβανε χαβιάρι, κυνήγι, ψητό αρνάκι και στουριόνι με σαμπάνια. Οι προπόσεις διέκοπταν το γεύμα ανά τακτά διαστήματα, αλλά ο Τσόρτσιλ έγραψε στο ημερολόγιό του «Απαίσιο φαγητό». Οπως και η διάθεσή του. Το επόμενο απόγευμα ο Τσόρτσιλ ετοιμάστηκε για να αποχαιρετήσει τον Στάλιν, αλλά εντελώς απροσδόκητα προσκλήθηκε στο διαμέρισμα του Κρεμλίνου για έναν γύρο με ποτά. «Σε γενικές γραμμές πάντοτε συμφωνούσα μ’ αυτή την τακτική», σημείωσε ο Τσόρτσιλ. Τα ποτά έγιναν πολύ γρήγορα δείπνος. Ο Στάλιν μάλιστα έφερε μαζί την κόρη του Σβετλάνα, για να συναντήσει τον Τσόρτσιλ, και έβγαλε τους φελλούς απ’ τα μπουκάλια δημιουργώντας ένα αφρώδες τόξο στον αέρα. Στην αρχή έφαγε μικρή ποσότητα. Υστερα από τέσσερις ώρες συζητήσεων δεν υπήρξε καμιά σαφής απάντηση απ’ αυτόν τον «σκληρόπετσο άνθρωπο», όπως αργότερα τον χαρακτήριζε ο Τσόρτσιλ.

Κι ύστερα η ατμόσφαιρα άλλαξε. «Ο δείπνος ξεκίνησε με λίγα ραπανάκια και κατέληξε σε μεγάλο μπουφέ – ψητό γουρουνόπουλο, δύο ψητά κοτόπουλα, μοσχαρίσιο κρέας, αρνάκι, μεγάλη ποικιλία ψαρικών. Φαγητό αρκετό για να ικανοποιήσει 30 άτομα. Ο Στάλιν τσαλαβούτηξε σε λίγα πιάτα, έφαγε μια πατάτα από εδώ, κάτι αποφάγια από εκεί. Υστερα από τέσσερις ώρες στο τραπέζι ξαφνικά έδειξε μεγάλη όρεξη. Αφού πρόσφερε στον Τσόρτσιλ μια γουρουνοκεφαλή κι εκείνος αρνήθηκε, την ανέλαβε όλη μόνος του. Μ’ ένα μαχαίρι καθάρισε τα κομμάτια που ήθελε και αφού την κάρφωσε έχωσε το ψαχνό στο στόμα. Στη συνέχεια έκοψε κοψίδια από τα μάγουλα και τα έφαγε με τα δάχτυλα. Η σιχαμάρα απ’ την πλευρά του Τσόρτσιλ μετριάστηκε από την αίσθηση του θριάμβου ότι, επιτέλους, ο πάγος ανάμεσά τους είχε λειώσει. Το ίδιο βράδυ έστειλε τηλεγράφημα στον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, Κλέμεντ Aτλι, γράφοντας «Μόλις τέλειωσε μια συνομιλία κι έναν δείπνο έξι ωρών με τον Στάλιν και τον Μολότοφ στο ιδιωτικό του διαμέρισμα… Αποχωρήσαμε σε πολύ εγκάρδια και φιλική ατμόσφαιρα».

Νοέμβριος 1943

Πέστροφα

στην Τεχεράνη

Ο πόλεμος προχωρούσε και κανείς δεν μπορούσε να είναι σίγουρος για την έκβασή του. Η πρώτη διάσκεψη των Τριών Μεγάλων – Ρούζβελτ, Τσόρτσιλ και Στάλιν – προγραμματίστηκε να φιλοξενηθεί στην Τεχεράνη, όπου θ’ αποφασιζόταν η τελική διάταξη των συμμαχικών δυνάμεων. Στα 69α γενέθλιά του, στις 30 Νοεμβρίου, ο Τσόρτσιλ οργάνωσε ένα γκαλά, για να χρησιμοποιήσει λίγη από τη διπλωματική μαγεία του:

«Οπως πάντοτε, είχε την επίβλεψη ακόμη και της τελευταίας λεπτομέρειας κυκλοφορώντας ανάμεσα στη βρετανική αποστολή. Είχε φορέσει τα καλά του για το επίσημο γεύμα και, καθώς περίμενε τους καλεσμένους, αναβόσβηνε το πούρο – σήμα κατατεθέν. Πρώτος έφτασε ο Ρούζβελτ με τη συνοδεία του γιου του, που έσπρωχνε το αναπηρικό καροτσάκι, και τους χαμογελαστούς μυστικούς πράκτορές του. Ο Στάλιν έφτασε με κακή διάθεση. Απέρριψε ένα από τα όχι και τόσο διάσημα κοκτέιλ του Ρούζβελτ, αρνήθηκε τη χειραψία με τον Τσόρτσιλ και σχολίασε επικριτικά την υπερεπάρκεια των ασημικών. Το μενού περιλάμβανε πέστροφα από την Κασπία κι ένα εξεζητημένο επιδόρπιο με τον τίτλο «Persian lantern ice». Η σαμπάνια, τα γαλλικά και τα περσικά κρασιά έρρεαν συνεχώς για τις ανάγκες των προπόσεων που επέτρεψαν στον Τσόρτσιλ να ξεπεράσει όλες τις ενοχλητικές επικρίσεις εις βάρος του και να επαινέσει τον αμερικανό πρόεδρο, καθώς και τον «Μεγάλο Στάλιν»».

Φεβρουάριος 1945

Τζιν με λεμόνι στη Γιάλτα

Η σύσκεψη που θα έκρινε τις τύχες του μεταπολεμικού κόσμου ξεκίνησε με τις χειρότερες προθέσεις. Ο ίδιος ο Τσόρτσιλ χαρακτήρισε τη Γιάλτα «Ριβιέρα του Aδη» και πίστευε ότι θα επιβιώσει από εκεί μόνο με «άφθονη ποσότητα ουίσκι»:

«Ο Στάλιν δεν ήταν καθόλου έτοιμος να δώσει λύσεις στις ανάγκες των καλεσμένων του. Ηθελε, βέβαια, να παίξει τον ρόλο του μεγάλου οικοδεσπότη προσφέροντας μπουκάλια σαμπάνιας, μπόλικο χαβιάρι και… βούτυρο, μια πολυτέλεια της εποχής που μόνο στη Βρετανία μπορούσε να ανακαλύψει κανείς. Οταν ένας μέλος της βρετανικής αποστολής παραπονέθηκε ότι δεν υπήρχαν λεμόνια για το τζιν, οι Σοβιετικοί εμφάνισαν την επόμενη μέρα… λεμονιές. Το πρώτο επίσημο γεύμα δόθηκε από τον Ρούζβελτ, στην αίθουσα του μπιλιάρδου, στις 4 Φεβρουαρίου. Ηταν ένας δείπνος τυπικά αμερικανικός. «Παρότι προστέθηκαν χαβιάρι και στουριόνι, είχαμε κοτοσαλάτα, κρεατόπιτα, τηγανητό κοτόπουλο και λαχανικά», έγραψε ο υπουργός Εξωτερικών, Εντουαρντ Στετίνιους… Στις 8 του μήνα ο Στάλιν έδωσε τον δικό του δείπνο στο Παλάτι Γιουσούποφ. Ο Στετίνιους παρατήρησε ότι υπήρξαν «είκοσι πιάτα και σαράντα πέντε προπόσεις». Την επόμενη μέρα ο βρετανός διπλωμάτης Αλεξάντερ Κάρντογκαν έγραψε για τον πρωθυπουργό του: «Φαίνεται μια χαρά, παρά τα μπουκάλια καυκασιανής σαμπάνιας που θα ρήμαζαν την υγεία οποιουδήποτε ανθρώπου υπό κανονικές συνθήκες».

Στις 10 Φεβρουαρίου ήταν η σειρά του Τσόρτσιλ. Ο δείπνος ξεκίνησε με χαβιάρι και «πάντρεψε» δυτικές και ρωσικές συνταγές. Υπήρξαν πολλές προπόσεις, αλλά κανείς μεθυσμένος. Ο Ρούζβελτ δεν άδειαζε ποτέ το ποτήρι του, ενώ ο Στάλιν κατάπινε τη βότκα του όταν πίστευε ότι κανείς δεν τον έβλεπε. Οι Σοβιετικοί έφαγαν μεγάλες ποσότητες μήλων και αχλαδιών, για να «ισοφαρίσουν» τις τεράστιες δόσεις βότκας. Ο Τσόρτσιλ με το ποτό ανά χείρας επαινούσε τον Στάλιν και ευχόταν οι σύμμαχοι να παραμείνουν ενωμένοι μετά το τέλος του πολέμου…».

Παρ’ όλες τις τεχνικές του, βέβαια, ένας από τους σημαντικότερους στόχους του θα περάσει από το τραπέζι, αλλά θα καταλήξει στο κενό. Η ελεύθερη και ανεξάρτητη Πολωνία ήταν ένα ζήτημα που ο Στάλιν δεν μπορούσε να χωνέψει όσες βότκες κι αν τον κερνούσαν.