Αυτό που συμβαίνει τις τελευταίες μέρες στο ελληνικό πανεπιστήμιο θυμίζει τη χιλιοειπωμένη φράση του Αντόνιο Γκράμσι: «Ο παλιός κόσμος πεθαίνει, ο καινούργιος δεν έχει ακόμη γεννηθεί». Μέσα στη δίνη της μεγαλύτερης κρίσης που έχει ζήσει η χώρα τα τελευταία χρόνια και εν μέσω μιας μεταρρυθμιστικής ερήμου ψηφίστηκε από 260 βουλευτές ένας σημαντικός νόμος, που αλλάζει το δημόσιο πανεπιστήμιο.

Πριν από μερικές εβδομάδες είχα κάνει την πρόβλεψη ότι «όσοι φοβούνται, αλλά και όσοι εύχονται, πως η ψήφιση του νόμου θα οδηγήσει σε παρατεταμένη αναταραχή τα πανεπιστήμια, όπως το 2006, θα διαψευστούν. Αυτή τη φορά», έλεγα, «η πανεπιστημιακή κοινότητα, αλλά και η κοινωνία, δείχνουν ότι δεν θα ανεχθούν απειροελάχιστες μειοψηφίες να ταλαιπωρήσουν το πανεπιστήμιο». Μήπως διαψεύστηκα εγώ; Θα προσπαθήσω να αποδείξω πως όχι.

Εδώ και δύο εβδομάδες, περίπου 250 τμήματα είναι υπό «κατάληψη». Η κατάσταση αυτή έχει όλα τα αρνητικά χαρακτηριστικά των τελευταίων, τουλάχιστον, ετών. Οι αποφάσεις παίρνονται από το 5%-10% των φοιτητών-μελών των κομματικών στρατών, με απίθανες αντιδημοκρατικές μεθοδεύσεις και με πολλαπλή παραβίαση του καταστατικού των ίδιων των φοιτητικών συλλόγων, ώστε να εκπίπτουν σε οποιοδήποτε Μονομελές Πρωτοδικείο. Οι «καταλήψεις», πράξεις παράνομες, νεκρώνουν το πανεπιστήμιο, το μετατρέπουν σε έρημη χώρα και επιτείνουν την απαξίωσή του. Επικρατεί ένα κλίμα ζόφου και εγκατάλειψης. πανεπιστημιακοί δάσκαλοι και φοιτητές απειλούνται επειδή θέλουν, οι μεν να κάνουν τη δουλειά τους, οι δε να σπουδάσουν. Ομως όλα αυτά έχουν ειπωθεί πολλές φορές και είναι γνωστά.

Εκείνο που είναι πρωτόγνωρο είναι η αντίδραση της πανεπιστημιακής κοινότητας, τόσο των καθηγητών όσο και των φοιτητών. Καθώς πρυτάνεις, συνδικαλιστές και κατ’ επάγγελμα αρνητές κάθε αλλαγής έχουν βραχυκυκλώσει τα θεσμικά όργανα των καθηγητών και των φοιτητών, πρωτοβουλίες αυθόρμητες, από τα κάτω, ξεφυτρώνουν παντού σε όλα τα πανεπιστήμια της χώρας με ένα σύνθημα: «Ανοιχτό μυαλό, ανοιχτό πανεπιστήμιο»! Οι πανεπιστημιακοί συγκεντρώνουν εκατοντάδες υπογραφές κάτω από κείμενα για τον σκοπό αυτόν. Ζητούν από τους θεσμικούς παράγοντες, και ιδιαίτερα από τους πρυτάνεις, να συμβάλουν στη διεξαγωγή των εξετάσεων, στην έναρξη των πανεπιστημιακών παραδόσεων, στην προστασία του σύνθετου εκπαιδευτικού και ερευνητικού έργου του πανεπιστημίου, αλλά και να αναλάβουν τις ευθύνες τους για την ομαλή υλοποίηση των νομικών τους υποχρεώσεων σε σχέση με τον νέο νόμο. Δηλώνουν ότι οι όποιες επιφυλάξεις ή/και αρνητικές εκτιμήσεις για τις πρόσφατες θεσμικές αλλαγές στην ανώτατη εκπαίδευση δεν αποτελούν άλλοθι για τις συνθήκες ακαδημαϊκής εκτροπής, που υπονομεύουν το μέλλον των σπουδαστών και δυσφημούν το δημόσιο πανεπιστήμιο. Οπως έγραψε ένας συνάδελφος στον εσωτερικό διάλογο του ΑΠΘ, «είμαστε, ίσως, μία από τις λίγες κατηγορίες εργαζομένων (στο Δημόσιο, για να μην ξεχνιόμαστε) που όταν βλέπουμε κατεβασμένα τα ρολά δυσανασχετούμε ή και οργιζόμαστε, και δεν κάνουμε επιτόπου μεταβολή ανακουφισμένοι που δεν θα δουλέψουμε».

Από την άλλη μεριά, οι φοιτητές οργανώνονται με τον τρόπο που ξέρουν. Σχηματίζουν ομάδες στα κοινωνικά ηλεκτρονικά δίκτυα, συντονίζονται με τα κινητά τους και συμμετέχουν με πρωτοφανείς αριθμούς στις γενικές συνελεύσεις των συλλόγων τους με στόχο να τερματιστούν οι καταλήψεις. Για παράδειγμα, στη Νομική του ΑΠΘ 420 ανεξάρτητοι φοιτητές κατόρθωσαν να ανατρέψουν την κατάληψη. Αλλού δεν τα καταφέρνουν για ελάχιστες ψήφους. Παντού όμως είναι αισθητή η παρουσία τους.

Πολλά έχουν να γίνουν ακόμη. Πολλοί φοιτητές και φοιτήτριες τηλεφωνούν από το σπίτι και ρωτούν τις γραμματείες «πότε θα λήξει η κατάληψη». Η απογοήτευση συχνά μετατρέπεται σε αδιαφορία. Αλλά και ο φόβος για το μέλλον σε απελπισία. Η αλήθεια είναι πως η εποχή δεν είναι η καλύτερη για να εδραιωθούν και να δώσουν καρπούς οι μεταρρυθμίσεις. Οι έλληνες πανεπιστημιακοί καλούνται να υλοποιήσουν μια γιγάντια προσπάθεια για την ανάταξη των πανεπιστημίων, σε συνθήκες συνεχούς μισθολογικής συρρίκνωσης. Παρά τις κοινές δοξασίες, στην πλειονότητά τους ασκούν με συνέπεια ένα σύνθετο διδακτικό και ερευνητικό έργο, που γίνεται όλο και πιο δύσκολο σε συνθήκες οικονομικού στραγγαλισμού τόσο του εισοδήματος του μέσου πανεπιστημιακού όσο και της χρηματοδότησης της λειτουργίας των πανεπιστημίων. Από την άλλη μεριά, όμως, οι περισσότεροι καθηγητές και φοιτητές γνωρίζουν ότι δεν υπάρχει άλλη επιλογή.

Το πανεπιστήμιο για να ζήσει και να δώσει αυτά που μπορεί πρέπει να μείνει ανοιχτό. Οι Κασσάνδρες εν τέλει θα διαψευστούν. Το πανεπιστήμιο και θα ανοίξει και θα ζήσει. Γιατί αυτό έχει επιλέξει η μεγάλη πλειοψηφία των καθηγητών και των φοιτητών. Και η κοινωνία είναι δίπλα τους.

Ο Ορέστης Καλογήρου είναι καθηγητής στο Tμήμα Φυσικής του ΑΠΘ