∆ιαβάζοντας στο «Athens review of books» ένα πολιτικόάρθρο,πέφτει το µάτι µου σε ένα ποίηµα. Ο τίτλος είναι «Θεσσαλονίκη». Περιγράφει µια σκηνή πολύ απλή: µια µητέρα στέκεται στο παράθυρο ακουµπώντας το χέρι στον ώµο του γιου της. Η φράση αυτή είναι στα λαντίνο, «Λα µάντρε ι ελ φίζο», τα ισπανικά των σαλονικιών Εβραίων. Χρόνια πριν από την καταστροφή, διευκρινίζει, και έτσι τα λέει όλα, διά της αποσιωπήσεως. Το Ολοκαύτωµα, τη λήθη, τη µνήµη. Την αίσθηση της απώλειας στους απογόνους, την προσπάθειά τους να διατηρήσουν κάποιες εικόνες, την απελπισία τους για τα φτωχά αποτελέσµατα της προσπάθειας.

Η µετάφραση του ποιήµατος είναι του ΙακώβΣιµπή, από τη «Χααρέτζ» της 29ης Απριλίου. Ονοµα συγγραφέα, Νίρα ΤζέρσιΚατ, δεν καταλαβαίνω µεσιγουριά αν είναι γυναίκα ή άντρας. Μπορεί να είναι διάσηµη ποιήτρια (ή ποιητής), δεν ξέρω. Αµέσως όµως έρχονται στο µυαλό µου βόλτες που έχω κάνει ως φοιτήτρια στη Θεσσαλονίκη, κλειστά παράθυρα σπιτιών παρατηµένων που δεν µπορούσα να τοποθετήσω στις λίγες γνώσεις µου, ώρες και µέρες απορίας και σιωπής, φωτογραφίες που έβγαζα σπιτιών που θα κατεδαφίζονταν (το καταλάβαινα, ακόµα κι αν δεν είχαν την ταµπέλα επάνω τους, της κατεδάφισης). Πόσα δεν ξέραµε τότε, πόσα δενσυνδέαµε, πόσα κενά χάσκανε στο µυαλό µας… Αυτοί που θα µας φώτιζαν δεν βρίσκονταν εκεί, έπρεπε να περάσουν χρόνια για να συµπληρωθεί το παζλ, για όσους ήθελαν να φωτίσουν τα µυστήρια. Σ’ ένα τέτοιο παράθυρο σαν να ανοίγει το σπασµένο ξώφυλλο και να βλέπω αυτή τη µητέρα µε τον γιο της. Αν ο δήµαρχος Θεσσαλονίκης καταφέρει αυτό που δήλωσε, ότι στοχεύει να φέρει τουρίστες απογόνους σαλονικιών Εβραίων και Τούρκων, θα πρέπει να φτιάξει κάποιους χάρτες κατατοπιστικούς, να βάλει κάποιες ταµπέλες στην αγνώριστη πια Θεσσαλονίκη. Μαζί µε τους τουρίστες από το ΙΣραήλ, την Τουρκία, κι όλο τον κόσµο τελικά, θα µπορέσουµε επιτέλους κι εµείς να γνωρίσουµε την πόλη αυτή, να καταλάβουµε τη νεώτερη ιστορία της, να καλύψουµε τα κενά που ακόµα γεννιούνται σε κάποιον που την περπατά και θέλει να την καταλάβει.

http://pezotis.blogspot.com/