«Ο Γκρας και οι γυναίκα του ήταν καθαροί και καλοντυμένοι». Τόσο κοινότοπα καταγραφόταν η καθημερινότητα του γνωστού γερμανού συγγραφέα Γκίντερ Γκρας από την ανατολικογερμανική μυστική αστυνομία Στάζι. Μία νέα έκδοση με ανέκδοτο υλικό από τα αρχεία της μυστικής υπηρεσίας αναδεικνύει τη σημασία που έδινε το συγκεκριμένο καθεστώς στις παρακολουθήσεις Δυτικών και την εμμονή με την καταγραφή των κινήσεών τους που απέρρεε από την καχυποψία απέναντι στη διανόηση της «άλλης πλευράς», ακόμη και όταν αυτή προερχόταν από την Αριστερά.


Ο Κωστής Κορνέτης διδάσκει Σύγχρονη Ελληνική και Ευρωπαϊκή Ιστορία στο Πανεπιστήμιο Βrown Ο Γκίντερ Γκρας είναι από τους συγγραφείς που απασχολούν διαρκώς την επικαιρότητα. Πριν από μερικά χρόνια ξεσηκώθηκε σάλος όταν ο άνθρωπος που θεωρούνταν «η φωνή της συνείδησης» της Γερμανίας αποκάλυψε πως συμμετείχε για μικρό χρονικό διάστημα και σε μικρή ηλικία στα Waffen SS στο τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ενα νέο βιβλίο φέρνει στο φως άγνωστα στοιχεία σχετικά με τον νομπελίστα συγγραφέα, αποκαλύπτοντας λεπτομέρειες αναφορικά με την 30ετή παρακολούθησή του από τις ανατολικογερμανικές μυστικές υπηρεσίες.

Στο βιβλίο του με τίτλο Ο Γκίντερ Γκρας στο Στόχαστρο. Οι φάκελοι της Στάζι ο δημοσιογράφος Κάι Σλίτερ αποκαλύπτει στοιχεία για το πώς η Στάζι κατασκόπευε τον συγγραφέα ήδη από το 1961, όταν με ανοιχτή επιστολή του έπαιρνε θέση κατά της ανέγερσης του Τείχους του Βερολίνου από την κομουνιστική Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία. Ο Σλίτερ, που ανέτρεξε σε 2.000 φακέλους της Στάζι (2.200 σελίδες) συμπεραίνει πως πολλές από τις επαφές που είχε από τότε ο Γκρας ήταν, εν αγνοία του, με ανθρώπους που τον κατασκόπευαν, παρότι του συστήνονταν με την ιδιότητά τους ως συγγραφείς, εκδότες, ακαδημαϊκοί ή θεατράνθρωποι. Ολες οι αναφορές που διοχέτευαν οι πληροφοριοδότες στους αξιωματούχους της Στάζι από το 1961 ώς το 1989 καταλογογραφούνταν με κάθε λεπτομέρεια στα αρχεία που μετά το 1990 άνοιξαν για το κοινό και τους ερευνητές- σύμφωνα με τον Σλίτερ δεν υπάρχει ο παραμικρός όρος για να δει κάποιος τα ντοκουμέντα ούτε υφίστανται «χαρακτηρισμένοι» φάκελοι. Παρ΄ όλ΄ αυτά ο Γκρας αρνούνταν πεισματικά για χρόνια να πάει να ελέγξει τον «φάκελο» του, όπως κάνει στο τέλος ο πρωταγωνιστής της συγκλονιστικής ταινίας του Φλόριαν Χένκελ «Οι ζωές των άλλων». Τα αρχεία αποκαλύπτουν λεπτομερέστατες αναφορές για το τι έλεγε και έκανε κάθε στιγμή ο Γκρας όσο βρισκόταν σε ανατολικογερμανικό έδαφος κατά τη διάρκεια των συχνών επισκέψεών του για ανάγνωση έργων του σε κλειστούς κύκλους- του είχε δοθεί μάλιστα και η κωδική ονομασία «Μπουλόνι». Οι πράκτορες κατέγραφαν τα πάντα- πόσους συναντούσε, τι έλεγαν, ποιο ήταν το κλίμα και ούτω καθεξής. Πολλοί από τους συνδαιτυμόνες και τους συνομιλητές του Γκρας ήταν συγγραφείς που συνεργάζονταν κρυφά με το καθεστώς και οι οποίοι λειτουργούσαν ως καταδότες- στα αρχεία αναφέρονται με κωδικές ονομασίες υπό την ιδιότητα «ανεπίσημος συνεργάτης». Μία ανατριχιαστική λεπτομέρεια, η οποία φανερώνει το εύρος των δικτύων και τη διεισδυτικότητα της Στάζι, είναι το γεγονός πως τον αντιφρονούντα συγγραφέα Χάνς Γιόακιμ Σέντλιχ τον κατασκόπευε στις συνομιλίες του με τον ανυποψίαστο Γκρας ο ίδιος του ο αδελφός, που δρούσε με την κωδική ονομασία «Βοσκός» Κινούμενος στόχος

Οπως δηλώνει ο συγγραφέας του βιβλίου, ο Γκρας ήταν πασίγνωστος στην Ανατολική Γερμανία παρά το γεγονός πως όλα τα βιβλία του ήταν απαγορευμένα (ή ίσως γι΄ αυτόν ακριβώς τον λόγο)- κάτι που υπέμενε στωικά. Προβεβλημένο στέλεχος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SΡD) και θερμός υποστηρικτής του ηγέτη του Βίλι Μπραντ και του λεγόμενου «ανοίγματος» του τελευταίου προς τους Ανατολικούς, είχε καταγραφεί ως απειλή. Και αυτό γιατί η Στάζι τον εκλάμβανε ως ιδεολογικό εχθρό. Ο Σλίτερ θεωρεί την κόντρα ανάμεσα στον Γκρας και το κομουνιστικό καθεστώς ως συνέχεια της ιστορικής διαμάχης ανάμεσα στο Κομουνιστικό Κόμμα Γερμανίας (ΚΡD) και τους Σοσιαλδημοκράτες την εποχή της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Ο Γκρας λόγω των στενών σχέσεών του με τα υψηλά κλιμάκια του SΡD θεωρούνταν εκφραστής του λεγόμενου «τρίτου δρόμου» δεδομένου ότι τασσόταν υπέρ ενός δημοκρατικού, μη μαρξιστικού σοσιαλισμού που αντιμετωπιζόταν ως όχημα για την ιδεολογική αποδυνάμωση της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας (ΓΛΔ).

Η υπόθεση Γκρας αρχίζει στις 18 Αυγούστου 1961- πέντε μέρες μετά την ανέγερση του Τείχους του Βερολίνου. Δύο χρόνια μετά την εμφάνιση του περίφημου «Τενεκεδένιου ταμπούρλου» (1959) που τον κατέστησε ευρύτερα γνωστό, ο Γκρας καυτηρίασε την απόφαση να ανεγερθεί το Τείχος- πράγμα που ερμηνεύτηκε ως «προβοκάτσια» από τους πράκτορες των μυστικών υπηρεσιών. Οταν την ίδια χρονιά βρέθηκε στο Συνέδριο των Ανατολικογερμανών Συγγραφέων και άκουσε τον υπουργό Πολιτισμού της χώρας να εξυμνεί τα κατορθώματα της ντόπιας ιντελιγκέντσιας καταλήγοντας πως η Δύση δεν μπορεί να φτάσει «ούτε στο μικρό τους δαχτυλάκι» τους Ανατολικογερμανούς σε θέματα κουλτούρας, ο Γκρας ζήτησε να μιλήσει. Παρότι δεν του έδωσαν τον λόγο, ανέβηκε στο βήμα και με το έτσι θέλω ανέφερε ονόματα όπως του Φρόυντ, του Μούζιλ και του Κάφκα, έργα των οποίων ήταν απαγορευμένα στη ΓΛΔ, καταλήγοντας: «Δείξτε στους αναγνώστες σας αυτά τα έργα και θα σκεφτούν: τελικά υπάρχουν συγγραφείς στη Δυτική Γερμανία, τη Γαλλία και την Αγγλία που είναι σε θέση να μας φτάσουν στο μικρό μας δαχτυλάκι». Οταν τον Αύγουστο του 1968 τα στρατεύματα του Συμφώνου της Βαρσοβίας εισέβαλαν στην Τσεχοσλοβακία γκρεμίζοντας τις φιλοδοξίες του Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ για έναν σοσιαλισμό με ανθρώπινο πρόσωπο, ο Γκρας καταφέρθηκε με δριμύτητα κατά της πολιτικής της Σοβιετικής Ενωσης και της συμμετοχής της ΓΛΔ στην εισβολή. Αργότερα, το 1978, ζήτησε επίμονα την απελευθέρωση του συγγραφέα Ρούντολφ Μπάρο, ο οποίος είχε καταδικαστεί σε οχτώ χρόνια φυλάκισης για συκοφάντηση της πατρίδας του στη Δύση. Ολα αυτά, συν το γεγονός πως ο Γκρας συχνά βοηθούσε αντιφρονούντες συγγραφείς να εξασφαλίσουν επαφές και συνεργασίες με εκδοτικούς οίκους στη Δυτική Γερμανία, ήταν αρκετά για να στοχοποιηθεί ο γερμανός διανοούμενος από το Ντάντσιχ ως «εχθρός του κράτους».

Παρ΄ όλ΄ αυτά το καθεστώς συνέχισε να επιτρέπει στον Γκρας να πηγαίνει στη ΓΛΔ, να κάνει συναντήσεις και εν τέλει να εκδώσει και βιβλίο του το 1984. Του απαγόρευσαν μεν τυπικά την είσοδο το 1980, αλλά κάθε φορά που ο συγγραφέας έκανε αίτηση για βίζα τού την εξέδιδαν. Η εξήγηση που δίνεται από τον Σλίτερ είναι πως αυτό οφειλόταν στη χρησιμοποίηση του Γκρας από το καθεστώς ως δολώματος για την ανίχνευση αντικαθεστωτικών κύκλων- ο ίδιος ο συγγραφέας δηλώνει πως όσοι έρχονταν σε επαφή μαζί του σίγουρα γνώριζαν πως έπαιρναν ένα τεράστιο ρίσκο.