ΚΟΣΜΟΓΥΡΙΣΜΕΝΟΣ: ΕΙΝΑΙ Ο ΤΙΤΛΟΣ ΠΟΥ
ΤΑΙΡΙΑΖΕΙ ΜΕ ΑΚΡΙΒΕΙΑ ΣΕ ΕΝΑΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
ΓΙΑ ΤΟΝ ΟΠΟΙΟ Η ΣΥΝΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΚΟΣΜΙΚΟΥ
ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΙΣΧΥΕ ΩΣ ΑΠΟΛΥΤΗ
ΑΞΙΑ. ΔΑΝΔΗΣ ΤΟΥ 20ούΑΙΩΝΑ, ΠΡΟΩΘΗΣΕ
ΜΕ ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΑΤΜΟΜΗΧΑΝΗΣ
ΤΟΝ ΞΕΦΡΕΝΟ ΡΥΘΜΟ ΤΗΣ ΝΕΑΣ, ΟΡΜΗΤΙΚΗΣ
ΚΑΙ ΠΟΛΥΒΟΥΗΣ ΕΠΟΧΗΣ
Ο Πολ Μοράν (1888-1976) ενισχύει τη μακρά γαλλική παράδοση που συνδέει τη λογοτεχνία με την πολιτική μέσω του διπλωματικού σώματος. Ο Κλοντέλ, ο Ζιροντού, ο Σεν-Τζον Περς ανήκουν σε αυτή τη χορεία των συγγραφέων-διπλωματών, σε ένα σύμπαν όπου η διαρκής κινητικότητα, η κομψότητα των τρόπων, τα γεύματα, τα δείπνα, τα κοκτέιλ σε πρεσβευτικές κατοικίες και πολυτελή σαλόνια, οι ωραίες γυναίκες, η γνωριμία των ξένων τόπων και νοοτροπιών εντάσσονται στην καθημερινή αναγκαιότητα.

Ο Μoράν ευτύχησε να μεγαλώσει σ΄ ένα οικογενειακό περιβάλλον που τιμούσε τα γράμματα και τις τέχνες: με πατέρα γνωστό ζωγράφο και θεατρικό συγγραφέα κι ένα σπίτι ολάνοιχτο στην πνευματική και καλλιτεχνική αφρόκρεμα του Παρισιού, γνώρισε εξ απαλών ονύχων μυθικούς αστέρες της εποχής όπως τη Σάρα Μπερνάρ ή τον Ροντέν. Εξοικειώνεται επίσης από πολύ νωρίς με την αγγλική παιδεία και νοοτροπία, γνωρίζει εκ των έσω τη φοιτητική ζωή στα μεγάλα, παραδοσιακά βρετανικά πανεπιστήμια σπουδάζοντας εκεί και αποκτώντας τα εφόδια που θα του επιτρέψουν την άνετη είσοδο στο διπλωματικό σώμα- και τον άμεσο διορισμό του στη γαλλική πρεσβεία του Λονδίνου.

Νέος, ωραίος, άνθρωπος του κόσμου, υψηλές κοινωνικές γνωριμίες, ευζωία, έμπρακτο ενδιαφέρον για τις τέχνες, πρώιμη κλίση στη γραφή· είναι όλες αυτές οι άριστες προδιαγραφές που θα κάνουν τον Προυστ να αναφωνήσει: «Θα ήθελα να ζω όπως ο Μοράν»- θα προλογίσει άλλωστε γενναιόδωρα τις πρώτες νουβέλες του νεαρού φίλου του ( Τendres Stocks, 1921) που διαδραματίζονται σε λονδρέζικο φόντο.

Στα χρόνια του Μεσοπολέμου το άστρο του Μοράν μεσουρανεί και ο πολυπράγμων συγγραφέας (ποιητής, διηγηματογράφος, βιρτουόζος της νουβέλας, αλλά και μυθιστοριογράφος, δοκιμιογράφος και συντάκτης εξαίρετων ταξιδιωτικών κειμένων) θεωρείται δεινός εκπρόσωπος της μοντέρνας γραφής: εισάγει την ταχύτητα στη λογοτεχνία («ανοίγεις τα βιβλία του όπως πηδάς σ΄ ένα τρένο εν κινήσει», υπογράμμισαν οι κριτικοί του), τον νευρικό ρυθμό της τζαζ και την ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα των μεγαλουπόλεων, προβάλλοντας τα επιτεύγματα της σύγχρονης τεχνολογίας (γρήγορα αυτοκίνητα, αεροπλάνα, τηλέφωνα), τα χειραφετημένα ήθη και τoν αμερικάνικο τρόπο ζωής, που εντυπωσιάζουν τη συντηρητική γηραιά Ευρώπη. Με γενέθλια χώρα τη Γαλλία, πνευματική κοιτίδα την Αγγλία, θετή πατρίδα την Ιταλία (υιοθετεί τη Βενετία ως αισθητικό αστικό πρότυπο, πόλη-μνημείο και καλλιτέχνημα), καλλιεργεί τόσο σε προσωπικό όσο και σε συγγραφικό επίπεδο μια αριστοκρατική στάση στα όρια του αισθητισμού ή και του σνομπισμού- ο άνθρωπος οφείλει διαρκώς να επεξεργάζεται (κυρίως αισθητικά) το εγώ του, να επινοεί τον εαυτό του, να εφευρίσκει την ταυτότητά του.

Η γνωριμία του και, αργότερα, ο γάμος του με την ελληνορουμανικής καταγωγής πριγκίπισσα Ελένη Σούτσου (Soutzo, το γένος Χρυσοβελόνη) τού εξασφαλίζουν άμεση πρόσβαση στους κύκλους της ευρωπαϊκής αριστοκρατίας και του κοσμοπολιτισμού. Η λανθασμένη πολιτική επιλογή του στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η σύμπλευσή του με την κυβέρνηση του Βισύ, του κόστισε τη διπλωματική του σταδιοδρομία και αμαύρωσε τη λαμπρή έως τότε πορεία του. Η τελευταία του ικανοποίηση ήταν ότι, ύστερα από δύο ανεπιτυχείς απόπειρες, κατόρθωσε να εκλεγεί ακαδημαϊκός (1968), αποκαθιστώντας κατά κάποιον τρόπο την κλονισμένη φήμη του.

Ελεύθερο πνεύμα

Οι εκκεντρικοί, πάντως, μας oδηγούν πολύ πίσω στον χρόνο, όχι μόνον πριν από τη χιτλερική κατοχή αλλά πριν και από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο- γράφεται στα 1910-1911 και ουσιαστικά είναι το πρώτο μυθιστόρημα του μόλις 22χρονου συγγραφέα. Το νεανικό αυτό κείμενο παρέμεινε αδημοσίευτο επί μακρόν, το θεωρούσαν μάλιστα κατεστραμμένο, ωσότου εντοπίστηκε το 1978 σε βιβλιοπωλείο του Λος Άντζελες και δημοσιεύτηκε από τον Gallimard μόλις το 1986. Η χαλαρή και εν πολλοίς αυτοβιογραφική πλοκή του διαδραματίζεται σε τρεις πόλεις: Παρίσι, Λονδίνο, Βενετία. Τα πρωταγωνιστικά πρόσωπα είναι τέσσερα: δύο ανδρικά και δύο γυναικεία, ουσιαστικά όμως ο αναγνώστης παρακολουθεί τη μύηση του νεαρού Σιμόν στα άδυτα της πνευματικής και καλλιτεχνικής ζωής των τριών ευρωπαϊκών πόλεων, καθώς και την ερωτική ενηλικίωσή του. Μέντοράς του ο κατά τι μεγαλύτερός του Ανκετίλ, μποέμ διανοούμενος, αντισυμβατικό και ελεύθερο πνεύμα, εκκεντρικός δηλαδή, όπως σπεύδει να ορίσει ο ίδιος τον εαυτό του ήδη στον πρόλογο του βιβλίου. Η αγγλοϊνδικής καταγωγής και κουλτούρας κυρία Χάιντ, ώριμη και ερωτικά χειραφετημένη γυναίκα, χαρίζει ένα εκρηκτικό και περιπετειώδες καλοκαίρι στον νεαρό πρωταγωνιστή, ο οποίος ωστόσο συναντά την αδελφή ψυχή στο πρόσωπο της σχεδόν έφηβης πριγκίπισσας Λέμσκα, Πολωνής με αμερικάνικες καταβολές, υπεύθυνες μάλλον για τις φεμινιστικές της ιδέες. Είδος Βildungsroman, λοιπόν, μυθιστόρημα αισθηματικής και ηθικής αγωγής, Οι εκκεντρικοί αποτυπώνουν εν μέρει την προσωπική διαδρομή του συγγραφέα και πράγματι ορισμένοι από τους χαρακτήρες ταυτίζονται με υπαρκτά πρόσωπα.