ΕΝΑΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΞΕΝΑΓΕΙΤΑΙ ΠΟΔΑΡΑΤΑ
ΕΠΙ ΜΕΡΕΣ ΑΠΟ ΕΝΑΝ ΕΚΚΕΝΤΡΙΚΟ
ΕΙΔΗΜΟΝΑ, ΑΚΟΛΟΥΘΩΝΤΑΣ
ΠΥΛΩΝΕΣ ΗΛΕΚΤΡΙΚΟΥ ΣΤΗ
ΝΟΤΙΑ ΑΓΓΛΙΑ: ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΕΣ ΑΡΤΗΡΙΕΣ
ΠΟΥ ΔΙΑΝΥΟΥΝ ΔΕΚΑΔΕΣ ΧΙΛΙΟΜΕΤΡΑ
ΔΙΑΜΟΡΦΩΝΟΝΤΑΣ ΠΕΡΙΕΡΓΑ
ΤΟΠΙΑ. ΕΙΝΑΙ Ο ΙΔΙΟΡΡΥΘΜΟΣ ΑΓΓΛΟΣ
ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ ΑΛΕΝ ΝΤΕ ΜΠΟΤΟΝ
ΣΕ ΕΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΙΚΑ ΔΟΚΙΜΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΟΥ
ΛΕΙΕΣ ΜΑΣ
Έχω την τύχη να ξέρω πόσο τυχερός είμαι. Αυτή τη στιγμή δουλεύω. Γράφω για να παραδώσω εμπρόθεσμα το κείμενο που διαβάζετε. Η ασχολία αυτή με διασκεδάζει, με τονώνει, με «γεμίζει». Συν τοις άλλοις, μου βάζει κάποια χρήσιμη μικρή πειθαρχία. Αντίστοιχα ισχύουν όταν διδάσκω. Προνομιούχος. Αυτά σκεφτόμουν συχνά πυκνά, καθώς διάβαζα το περί εργασίας πρόσφατο βιβλίο του πολυγραφότατου Αλέν Ντε Μποτόν, ο οποίος μπορεί να έχει περγαμηνές στη φιλοσοφία αλλά για τις ανάγκες του συγκεκριμένου έργου του ξημεροβραδιαζόταν, στο αεροδρόμιο Χίθροου, παρατηρώντας και καταγράφοντας τα τεκταινόμενα.

Αν μπορούμε να συνοψίσουμε μονολεκτικά το βιβλίο, κατονομάζοντας την κατ΄ εξοχήν έννοια που πλανάται πάνω στις 400 σελίδες του, λέξη- κλειδί είναι η αλλοτρίωση. Η περίφημη μαρξιστικής έμπνευσης alienation (αποξένωση ή αλλοτρίωση), πάνω στην οποία έχουν γραφεί πάμπολλα (και άφθονες θεωρητικούρες), σπανίως αναφέρεται ρητά στο κείμενο. Όπερ θετικό: καλύτερα να καταδεικνύεις με τρόπο απτό, να περιγράφεις με χρώματα ζωηρά ή ζοφερά, από το να αναμασάς αυτάρεσκα αφηρημένες έννοιες. Ο πολυπράγμων Ντε Μποτόν, γεννημένος στη Ζυρίχη, με γαλλικό όνομα και αγγλοσαξονική παιδεία (εμπειρισμός), είναι συγκεκριμένος. Τα δέκα αυτοτελή μικροδοκίμια του βιβλίου, που θυμίζουν ντοκιμαντέρ και θα μπορούσαν να είναι πέντε ή είκοσι, μιλάνε για διάφορους ετερόκλητους τομείς της σύγχρονης οικονομικής ζωής. Για τα μικρά πεζά πράγματα που κάνουν οι άνθρωποι για να ζήσουν και στα οποία ο φιλόσοφος εστιάζει, ζουμάροντας μέσα από ποικίλες κλειδαρότρυπες. Ως… εργασιοβλεψίας.

Το βιβλίο αρχίζει με την παρατήρηση αποθηκών και πλοίων στο λιμάνι του Λονδίνου, με φορτία από όλα τα μέρη του πλανήτη. Στη συνέχεια, υπό τον τίτλο «Διαχείριση υλικών», περιγράφει την τροφοδοσία μεγαλουπόλεων όπως η βρετανική πρωτεύουσα. Πώς γίνεται και έχουμε κάθε μέρα στα ράφια των σούπερ μάρκετ φρέσκα τρόφιμα από τα πέρατα του κόσμου; Ερώτηση παιδική, ψευδοαφελής. Ως ντετέκτιβ- φωτορεπόρτερ, ο συγγραφέας θα ταξιδέψει στις Μαλδίβες για να ιχνηλατήσει- εντοπίσει ποιοι και πώς ψαρεύουν τους τόνους που θα καταλήξουν, αεροπορικώς, στην εύπορη μητρόπολη.

Το περί λογιστικής κεφάλαιο παρουσιάζει αρχικά ένα πολυώροφο απρόσωπο γυάλινο κτίριο στις όχθες του Τάμεση, που στεγάζει μια μεγάλη εταιρεία παροχής οικονομικών- φοροτεχνικών υπηρεσιών. Στο εσωτερικό, ατμόσφαιρα σύγχρονων γραφείων. Νούμερα, υπολογιστές, ρεστοράν για υπολογιστικά επαγγελματικά ραντεβού. (Περιβάλλον που, κατά τον συγγραφέα, προσφέρεται για σεξ). Κλείνοντας την περιγραφή, ο Ντε Μποτόν διολισθαίνει στη «λογοτεχνία», με σπαράγματα διηγήματος: ο πετυχημένος υψηλόβαθμος υπάλληλος επιστρέφει με τρένο στο σπίτι του, όπου θα πνίξει τη μοναξιά και το στρες με ένα ποτήρι κρασί και τις ειδήσεις στην τηλεόραση. Η ανθρώπινη συνθήκη.

Συγκινητικό, για να μην πω σπαρακτικό, είναι το δοκίμιο για έναν ψυχολόγο που εργάζεται δίνοντας συμβουλές σταδιοδρομίας. Ευσυνείδητος φουκαράς ο ίδιος, στεγάζει το γραφείο στην παλιά βικτωριανή μονοκατοικίασπίτι του, με τις μυρωδιές από λαχανικά που βράζουν να διανθίζουν το όλο σκηνικό τεστ, βιογραφικών και συνεντεύξεων. Αυτός ο «ανιχνευτής των δυσδιάκριτων ραδιοκυμάτων του ψυχισμού» έχει ένα ανεκπλήρωτο επαγγελματικό όνειρο: να βρει επιτέλους εκδότη για το μοναδικό πόνημά του… Και η καλλιτεχνική δημιουργία; Εκπροσωπείται από έναν ήσσονος σημασίας ζωγράφο που αφιερώνει ώρεςμέρες-μήνες-χρόνια στη μελέτη και απεικόνιση ενός μοναχικού δέντρου σε διάφορες εποχές και καιρικές συνθήκες. Θα εκθέσει εν τέλει σε κάποια παρακατιανή γκαλερί του Λονδίνου και θα πουλήσει λίγα κομμάτια.