ΟΣΟ ΚΙ ΑΝ ΚΑΠΟΥ ΧΑΝΟΥΝ ΤΟ ΝΗΜΑ, ΤΑ ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ
ΤΗΣ ΣΥΛΛΟΓΗΣ «ΧΑΜΕΝΟΙ ΣΤΟ
ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ» ΔΕΙΧΝΟΥΝ ΤΟ ΑΓΧΟΣ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ
ΝΑ ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΘΕΙ ΣΤΗΝ ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΕΝΟΣ
ΝΕΟΥ, ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
«Το Ίντερνετ δεν είναι βιντεοπαιχνίδι. Είναι πραγματικότητα», λέει ένας εικοσιπεντάχρονος ιντερνετάκιας στον ήρωα του πιο συγκροτημένου, αν και όχι του πιο ενδιαφέροντος, διηγήματος αυτής της συλλογής. Ο Σωτήρης, που ακούει αυτή την ατάκα στο διήγημα «Μέση ηλικία» της Ελιάνας Χουρμουζιάδου, είναι ένας πενηντάρης οικογενειάρχης σε αναζήτηση αναζωογόνησης, επιβεβαίωσης και νεώτατης ερωμένης- ει δυνατόν και διά του κυβερνοχώρου. Ο ίδιος δεν πολυπιστεύει ότι το Ίντερνετ είναι μια νέα πραγματικότητα· πιο πολύ το βλέπει σαν παιχνίδι διευκόλυνσης παλιών συνηθειών. Αλλά, σε κάθε περίπτωση, αποφασίζει να μάθει τα μυστικά του κυβερνοχώρου.

Έχω συχνά την αίσθηση ότι οι φορείς που σχετίζονται με ό,τι παραδοσιακά καταλαβαίνουμε ως λογοτεχνία, αντιμετωπίζουν το Ίντερνετ όπως ακριβώς και ο πενηντάρης της Χουρμουζιάδου. Παραδοσιακοί εκδότες, κριτικοί, αλλά και παραδοσιακά εκδεδομένοι λογοτέχνες, φαίνεται να τρέχουν πίσω από το Διαδίκτυο με την αγωνία να μην αποκλεισθούν από ενδεχόμενες ευκαιρίες. Αδυνατώντας όμως, σε πολλές περιπτώσεις, να καταλάβουν ότι το Ίντερνετ δεν είναι βιντεοπαιχνίδι είναι πραγματικότητα.

Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι οι περισσότεροι από τους συγγραφείς που υπογράφουν τα δέκα διηγήματα της συλλογής αυτής επιλέγουν να δημιουργήσουν χαρακτήρες χαμένους σε παιχνίδια ή σε φανταστικές διαδικτυακές περσόνες που τους ρουφούν «από την πραγματική ζωή». Το πρόβλημα είναι ότι όλα αυτά τα διηγήματα είναι στην πλαισίωσή τους εξόχως παραδοσιακά, ρεαλιστικά, συχνότατα ηθογραφικά. Ενώ δηλαδή εντάσσουν φανταστικά και σουρεαλιστικά στοιχεία, γρήγορη αφήγηση ή χιούμορ στα κομμάτια εκείνα που αναφέρονται στο τι συμβαίνει στο Ίντερνετ (μέσα στο παιχνίδι, κατά τη διάρκεια που ένας χαρακτήρας υποδύεται κάποιον άλλον σε ένα chat κ.λπ.), εντέλει συσπώνται σε μια ηθικοπλαστική, εντελώς ρεαλιστική, εντελώς στατική λύση: ο τέως μανιώδης παίκτης του πολυχρηστικού παιχνιδιού τελικά αποφασίζει να ξαναχτίσει τη σχέση του με την απόμακρη φίλη του· το παράνομο ζευγάρι καταλήγει να εξελίσσει τη σχέση του στο Ίντερνετ ως βολικότερη φαντασίωση· η ματαιωμένη γυναίκα που υιοθετεί έναν ανδρικό ρόλο στο βιντεοπαιχνίδι εντέλει οργανώνει και την αυτοκτονία της. Το Ίντερνετ μοιάζει σε όλα αυτά να προσφέρει ένα άλλοθι πρωτοτυπίας, μια βεβιασμένη λύση του καιρού για μια λογοτεχνική γραφή που διδακτικά επαναλαμβάνει ότι «έξω η πραγματική ζωή είναι καλύτερη». Λες και ο κυβερνοχώρος είναι σήμερα ο μοχλός φαντασιακής εξισορρόπησης της μικροαστικής καθημερινότητας και μόνο. Δεν είναι.

Όπως εξηγεί στην εισαγωγή της στη συλλογή η κριτικός Τιτίκα Δημητρούλια, «το Διαδίκτυο είναι μια σύνθετη οντότητα, πουσυναιρεί την πληροφορική δικτύωση με την κοινωνική, το βιολογικό με το μαθηματικό και το ηλεκτρονικό, τον ήχο, την εικόνα και το κείμενο, την απόλυτη ελευθερία και την καθολική επιτήρηση, την ουτοπία με τη δυστοπία, την παγκοσμιοποίηση και την αντιπαγκοσμιοποίηση, το χώρο με το χρόνο σε έναν ηλεκτρονικό χωρόχρονο στον οποίο διεξάγονται όλες οι ανθρώπινες δραστηριότητες».

Γι΄ αυτόν ακριβώς τον λόγο, θα πρόσθετα εγώ, είναι επικίνδυνο η λογοτεχνία να εγκλωβιστεί σε μια στείρα αναπαράσταση του Διαδικτύου ως κοινωνικού φαινομένου της ύστερης νεωτερικότητας. Γιατί την ίδια στιγμή το Ίντερνετ κι οι νέες επικοινωνιακές τεχνολογίες αλλάζουν δραματικά την ίδια τη φύση της γραφής, της ανάγνωσης, της σχέσης μας με την πραγματικότητα και με αυτό που αντιλαμβανόμαστε ως «εαυτό μας», την έννοια του κοινωνικού· δημιουργούν νέους αλφαβητισμούς, νέα κοινωνικά δεδομένα, νέες σχέσεις εξουσίας και δυνατότητες αντίστασης, νέους τρόπους συμμετοχής και ανταλλαγής δεδομένων, νέες ηθικοαισθητικές στρατηγικές.

Αλλάζουν δηλαδή, σε ιλιγγιωδώς πολλά επίπεδα, το υλικό με το οποίο γίνεται (και) η λογοτεχνία.

Συλλογικό

ΧΑΜΕΝΟΙΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ

ΕΠΙΜ. ΜΙΣΕΛ ΦΑΪΣ ΕΚΔ. ΠΑΤΑΚΗΣ, 2008 ΣΕΛ. 358,

ΤΙΜΗ: 14,50 ΕΥΡΩ