«Οι ατέλειες κάνουν μια γυναίκα μοντέρνα»


«Φορέσιμος» σχεδιαστής που αγαπάει τη σύγχρονη τέχνη και ανατρέπει τη δύναμη των λογότυπων, είναι ο Σχεδιαστής της Χρονιάς Μαρκ Τζέικομπς, που μιλάει στα «ΝΕΑ»
«Δεν φτιάχνω ρούχα για τα μουσεία. Δεν με ενδιαφέρει αυτό το είδος της μόδας. Είναι υπέροχη η υψηλή ραπτική, αλλά προτιμώ να βλέπω τα ρούχα μου φορεμένα πάνω σε γυναίκες που κυκλοφορούν στον δρόμο. Σε ανθρώπους που δεν είναι στυλίστες και δεν έχουν σχέση με τα περιοδικά της μόδας. Κι αυτό βγαίνει στο 90% των συλλογών μου», λέει στα «ΝΕΑ» ένας από τους τελευταίους του σταρ σύστεμ της μόδας, ο Μαρκ Τζέικομπς. Ο οποίος πέτυχε να έχει ελευθερία κινήσεων σε έναν οίκο που κυριαρχούσε στον κόσμο της πολυτέλειας με βαλίτσες, μπαούλα και δερμάτινες τσάντες (Louis Vuitton).

Με την ομάδα του ο Τζέικομπς έφερε στον παριζιάνικο οίκο την άνεση της Νέας Υόρκης. «Όταν ανέλαβα τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή, πρώτη μου κίνηση ήταν να ασχοληθώ με τη μόδα, αλλά γρήγορα συνειδητοποίησα ότι έπρεπε να παίξω με τις τσάντες και το περίφημο έμβλημα του οίκου. Έτσι, αντί να το φοβηθώ και να το απωθήσω, το έκανα μέρος της δουλειάς μου. Γιατί διαπίστωσα ότι οι γυναίκες λατρεύουν τις τσάντες. Με τους συνεργάτες μου κάθε σεζόν δουλεύουμε πάνω σε νέες ιδέες. Επεξεργαζόμαστε τα υλικά, τις τεχνικές, κάνουμε νέα σχέδια στις μεταλλικές λεπτομέρειες, τους τρόπους που θα παρουσιάσουμε το μονόγραμμα. Φτιάχνουμε τσάντες με νέα σιλουέτα».

Ο Τζέικομπς έγινε επίσης γνώστης και συλλέκτης τέχνης, αγοράζοντας πίνακες και έργα σύγχρονων καλλιτεχνών όπως του Ντάμιεν Χιρστ, του Ντέιβιντ Χόκνεϊ, της Ελίζαμπεθ Πέιτον. Όποιο έργο τέχνης δεν βρίσκει θέση στο διαμέρισμά του στο Παρίσι, έχει ρόλο στη δημιουργικότητά του.

Τον φετινό χειμώνα, ο Ολλανδός ζωγράφος του 17ου αιώνα Γιόχαν Βερμέερ και ο πίνακάς του «Το κορίτσι με το μαργαριταρένιο σκουλαρίκι» καθόρισαν τη γυναικεία συλλογή του Louis Vuitton. «Ο Βερμέερ ήταν το έναυσμα για να αρχίσουμε την έρευνά μας στα υλικά και τα χρώματα που θα χρησιμοποιούσαμε», εξηγεί ο Τζέικομπς, ο οποίος δεν συνηθίζει να μένει προσηλωμένος σε μια μόνο ιδέα. «Το στυλ των μοτοσυκλετιστών με τα δερμάτινα κοντά μπουφάν τους και τα μεταλλικά φερμουάρ που φορέθηκαν πολύ στα 80s αποτέλεσαν άλλη μια επίδραση. Σε κάθε συλλογή υπάρχει ένα παιχνίδι με το φως, το χρώμα, τη ματ ή τη γυαλιστερή επιφάνεια των υφασμάτων. Εδώ, θέλησα η γυναίκα να είναι ρομαντική, αλλά με έναν σκληρό τρόπο. Είχα στο μυαλό μου τη Σκάρλετ Γιόχανσον στην ταινία «Το κορίτσι με το μαργαριταρένιο σκουλαρίκι», τα ζωντανά χρώματα του ζωγράφου, τις αντιθέσεις με το μαύρο φόντο και τα συνδύασα με τη δυναμική σιλουέτα των γυναικών των 80s».

Η ιστορία του Μαρκ Τζέικομπς άρχισε στη Νέα Υόρκη το 1992 με μια απόλυση.

Από τον οίκο Πέρι Έλις επειδή χρεώθηκε το σκάνδαλο της γκραντζ συλλογής, με έμπνευση από τη μουσική των Sonic Υouth και την εμφάνιση των οικονομικά στριμωγμένων νεολαίων της Αμερικής. «Με εκείνη τη συλλογή μίλησα για τη μόδα των δρόμων και για τα ψεγάδια των ρούχων που πάντα λάτρευα. Ήταν μια αντανάκλαση της άποψης που είχαν οι νέοι για τη μόδα», λέει ο Μαρκ Τζέικομπς, συνεχίζοντας να σχετίζει τα ρούχα με τη ροκ μουσική και τις συνήθειες των ανθρώπων που έβλεπε καθημερινά στους δρόμους της Νέας Υόρκης.

Η επιτυχία του άρχισε με μια πρόσληψη. Όταν το 1997 έδειξε στον Μπερνάρ Αρνό, τον ιδιοκτήτη του ομίλου LVΜΗ, μερικά σχέδιά του από τη φθινοπωρινή του συλλογή. «Τα ρούχα μου ήταν πολύ απλά, αλλά με επιρροές από την ευρωπαϊκή ραπτική και με πολλές λεπτομέρειες χειροποίητου φινιρίσματος». Αυτά τα στοιχεία έγιναν το διαβατήριό του για το Παρίσι και τον οίκο Louis Vuitton.

Ο σχεδιαστής μέσα από τις συλλογές του σχολιάζει διακριτικά τον μεγαλοαστισμό που εμπνέει τις καθωσπρέπει νεαρές υπάρξεις. Παρατηρεί, αφουγκράζεται, διαβάζει. Είδε λοιπόν ότι τα αμερικανικά ταμπλόιντ γεμίζουν από τις φωτογραφίες των παπαράτσι με τις αποκαλυπτικές πόζες της Βικτόρια Μπέκαμ, της Μπρίτνι Σπίαρς, των αδελφών Όλσεν, των κακών κοριτσιών Πάρις Χίλτον, Λίντσεϊ Λόαν που μπαινοβγαίνουν σε φυλακές ή κλινικές αποτοξίνωσης. «Ο κόσμος δεν νοιάζεται για το τι συμβαίνει στην πραγματικότητα. Θέλουν μια πραγματικότητα τονισμένη από πλαστικές εγχειρήσεις. Μια πραγματικότητα γραμμένη σαν σενάριο» είχε πει στο ριάλιτι σόου του ΜΤV «Τhe Ηills».

«Ο κόσμος θέλει μια πραγματικότητα τονισμένη από πλαστικές εγχειρήσεις»

Παιχνίδια με την τέχνη


Ο Αμερικανός Σχεδιαστής της Χρονιάς έπεισε όσους ασχολούνται με πωλήσεις στον Louis Vuitton ότι οι τσάντες χρειάζονται… λίφτινγκ, για να γίνουν συλλεκτικά αντικείμενα. Και άρχισε παρεμβάσεις αισθητικής, προσκαλώντας σύγχρονους ποπ καλλιτέχνες, όπως η Τζούλι Βερχόφεν, η Βανέσα Μπίκροφτ που χρησιμοποίησαν το ύφασμα με το εμβληματικό μονόγραμμα LV σαν καμβά. Η πιο επιτυχημένη συνεργασία ήταν η συλλογή από τσάντες και αξεσουάρ που δημιούργησε το 2003 ο Ιάπωνας ποπ καλλιτέχνης Τακάσι Μουρακάμι. Οι πολύχρωμες μορφές σε σχήμα ανθρωπόμορφων κερασιών και μανιταριών του Μουρακάμι, που στόλισαν το υλικό με το μονόγραμμα, έκαναν τις συλλεκτικές τσάντες των 5.000

δολαρίων να γίνουν ανάρπαστες. Έτσι τον Νοέμβριο άρχισε ένας δεύτερος γύρος συνεργασίας μεταξύ τους στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Μoca του Λος Άντζελες. Η επόμενη κίνηση, πάντα με βάση την άποψή του να κάνει είδος τέχνης τις ακριβές τσάντες, θα είναι η συλλογή που σχεδίασε ο Αμερικανός καλλιτέχνης Ρίτσαρντ Πρινς, τον οποίο φιλοξενεί το Μουσείο Γκουγκενχάιμ στη Νέα Υόρκη.

«Τα πάντα είναι διάφανα»


Ο Μαρκ Τζέικομπς μελέτησε τις γυναίκες με το «ατημέλητο γκλάμορ» και αποφάνθηκε ότι οι ατέλειές τους είναι που τις κάνουν μοντέρνες. Κι αυτό ήταν το μήνυμα που έβγαλε στην ερχόμενη ανοιξιάτικη προσωπική συλλογή του, αλλά και για τον Louis Vuitton: «Τα πάντα είναι διάφανα. Είναι ένα ζήτημα του πώς δημιουργείς σχήματα, πώς αποκαλύπτεις τις φόρμες, πώς δίνεις τη γραμμή στο ρούχο, πώς δουλεύεις το ύφασμα, πώς φτιάχνεις κολλάζ με τα σχέδια. Αυτή η συλλογή δείχνει όταν παίζεις, όταν κόβεις με το ψαλίδι, όταν στολίζεις, όταν επισκευάζεις ένα ρούχο».