ΤΗΝ ΠΕΡΙΜΕΝΑΜΕ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΣΕΛΙΝ
ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ. ΚΑΤΙ ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΕΣ ΑΠΟΠΕΙΡΕΣ ΕΜΟΙΑΖΑΝ
ΜΑΛΛΟΝ ΠΡΟΣΧΗΜΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΠΟΔΕΙΧΘΗΚΑΝ
ΘΝΗΣΙΓΕΝΕΙΣ. ΑΝ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΣΕΙΣ ΝΑ ΕΡΜΗΝΕΥΣΕΙΣ ΤΗ
ΜΟΥΣΙΚΗ ΤΟΥ, ΤΟΤΕ ΤΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΜΟΙΑΖΕΙ ΜΕ ΤΗΝ
ΚΑΚΟΦΩΝΙΑ ΕΝΟΣ ΑΤΑΛΑΝΤΟΥ ΠΟΥ ΒΑΛΘΗΚΕ ΝΑ ΠΑΡΑΒΙΑΣΕΙ,
ΕΝ ΑΓΝΟΙΑ ΤΟΥ, ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΗΣ
ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΙΚΗΣ ΓΡΑΦΗΣ
Εν αρχή ην ο λόγος. Ή μάλλον, αφού πρόκειται για το σύμπαν της λογοτεχνίας, εν αρχή ην η γλώσσα αυτού του ιδιαίτερου, ιδιότυπου, ιδιότροπου και μοναδικού υλικού του πλανήτη που ακούει στο όνομα Λουί Φερντινάν Σελίν. «Κράμα “καθαρεύουσας” και καθομιλουμένης, επιστημονικής ιδιολέκτου και αισχρολογίας, νεολογισμών και αρχαϊσμών αντλημένων από όλο το βάθος της γαλλικής λαλιάς, θεματική συνύφανση όλων των γλωσσικών επιπέδων που δεν είχε αποτολμηθεί από τον καιρό του Ραμπελαί»- έτσι την περιγράφει η μεταφράστριά του Σεσίλ Ιγγλέση Μαργέλλου.

Η εμφάνιση αυτής της ιδιολέκτου ήταν κάτι σαν το ωστικό κύμα από την έκρηξη που προκάλεσε το 1932 η έκδοση του «Ταξιδιού» . Κι αν συνυπολογίσεις ότι μόλις μία δεκαετία πριν την ίδια εντύπωση δημιουργούσε στους πρώτους αναγνώστες της «Η αναζήτηση» του Προυστ, αντιλαμβάνεσαι το μέγεθος του τραντάγματος. Δύο λογοτεχνικές οροσειρές που άλλαξαν τον τρόπο μας να βλέπουμε τα πράγματα. Βγήκαν από τον ίδιο γλωσσικό ορίζοντα, όμως είναι σαν να ανήκουν σε δύο τελείως διαφορετικούς κόσμους. Κάτι τέτοιες στιγμές είναι που αντιλαμβάνεσαι τη δύναμη της μυθιστορηματικής γραφής να μεταμορφώνει την επιφάνεια του αισθητού της κόσμου.

Ποιος θα τολμούσε να το επιχειρήσει να μεταφράσει ένα έργο που ο ίδιος ο δημιουργός του το θεωρούσε μη μεταφράσιμο; Η Σεσίλ Ιγγλέση Μαργέλλου το τόλμησε. Το τόλμησε και το πέτυχε. Το πέτυχε διότι κατ΄ αρχάς είχε συνείδηση του μεγέθους του εγχειρήματος και διότι είχε την ευαισθησία και το ταλέντο να αποδώσει στα ελληνικά όλη τη μουσική γκάμα του πρωτοτύπου. Όχι μόνο να βρει τα αντίστοιχα γλωσσικά επίπεδα- δόξα τω Θεώ, τα ελληνικά τα διαθέτουν αν δεν πάσχεις από δημοτικιστική πρεσβυωπία- αλλά και να καταφέρει να τα συνθέσει στη μουσική αυτής της ασθματικής αφήγησης που σε οδηγεί στα άδυτα του κόσμου του Σελίν.

Το Ταξίδι στην άκρη της νύχτας, μεταφρασμένο στα ελληνικά, εγγράφεται στο λογοτεχνικό δυναμικό της ελληνικής γλώσσας. Και επιβεβαιώνει τον κανόνα, τον οποίον καλά θα κάνουμε να τον θυμόμαστε, πως η μεταφρασμένη λογοτεχνία έχει τη δυνατότητα να εμπλουτίσει τον εκφραστικό ορίζοντα της γλώσσας η οποία την υποδέχεται.

Το στίγμα και η τέχνη

Περίπου μισόν αιώνα μετά τον θάνατό του από εγκεφαλικό το 1961, ο Σελίν είναι εξίσου γνωστός ως ιερό τέρας της λογοτεχνίας και ως μαύρο πρόβατο του πολιτισμού μας. Αντισημίτης μέχρις αηδίας, συγγραφέας λίβελλων κατά των Εβραίων στη διάρκεια της Κατοχής, κυνηγημένος με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας μετά την απελευθέρωση από τους Γερμανούς, αν και τον έχουν καταδικάσει σε εθνική ατίμωση, εξακολουθεί ώς το τέλος της ζωής του να παραμένει ο αθεράπευτος φορέας ενός βλακώδους ως είθισται εθνικισμού, ενός βάρβαρου πρωτογενούς και ειδεχθούς ρατσισμού. Η δημόσια παρουσία του στιγματίζει την υστεροφημία του.

Η δύναμη της λογοτεχνίας του όμως είναι τέτοια που ακόμη κι αν δεν είναι ικανή να τον καθαρίσει από το στίγμα, το παραμερίζει, το στριμώχνει σ΄ εκείνη τη γωνιά όπου συνωστίζονται τα δυσώδη υπολείμματα της ανθρώπινης ζωής. Πώς είναι δυνατόν ο Εβραίος Φίλιπ Ροθ να έχει στο προσκέφαλό του τον αντισημίτη Σελίν;

Είναι, όπως είναι δυνατόν κάποιος να θεωρεί τον Ντοστογιέφσκι τον μείζονα μυθιστοριογράφο όλων των εποχών χωρίς να είναι ο ίδιος χριστιανός και χωρίς να ενστερνίζεται τις απόψεις του περί πανσλαβισμού που τον υποτιμούν και τον ίδιο. Τα μυθιστορήματα δεν γράφονται από τις απόψεις των συγγραφέων τους και η δύναμη των υλικών τους είναι τέτοια που τους υποχρεώνει και τους ίδιους να τις παραμερίσουν από τη στιγμή κιόλας που θα αρχίσουν να χτίζουν το οικοδόμημά τους. Στην περίπτωση του Ταξιδιού από την περίφημη εκείνη πρώτη φράση του, εκείνο το «Να πώς άρχισε».

Πώς είναι δυνατόν ο αντισημίτης Σελίν να μην παραθέτει σε ολόκληρο το Ταξίδι ούτε μία από τις αγαπημένες του αναφορές στους Εβραίους; Και πώς είναι δυνατόν ο εθνικιστής να μη βρίσκει να πει ούτε μια λέξη συμπάθειας για τους συμπατριώτες του που κατακρεουργούνται στο σφαγείο των χαρακωμάτων του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου; Ποια είναι αυτή η ορμή που όταν γράφει τον κάνει να τα παραβλέπει όλα αυτά, λες και είναι οι περιττές φιοριτούρες της ύπαρξης για να σε οδηγήσει στον λαβύρινθο του κόσμου του, σ΄ αυτό το «υποτυπωδώς ανθρώπινο», σ΄ αυτό το κατακάθι που απομένει όταν πια όλα τα προσχήματα έχουν κουρελιαστεί;

«Η αλήθεια τούτου του κόσμου είναι ο θάνατος. Πρέπει να διαλέξεις ή το τέρμα ή το ψέμα. Εγώ δεν μπόρεσα ποτέ να σκοτωθώ» γράφει και αυτή η περίφημη φράση του έμεινε στην ιστορία.

Louis-Ferdinand Celine

ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΑΚΡΗ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ

ΜΤΦ. ΣΕΣΙΛ ΙΓΓΛΕΣΗ ΜΑΡΓΕΛΛΟΥ, ΕΚΔ. ΕΣΤΙΑ, 2007 ΣΕΛ. 640, ΤΙΜΗ: 25 ΕΥΡΩ