Το συμπέρασμα του Λίτελ είναι σαφές: σημασία δεν έχει να καταδικάσεις ή να αθωώσεις. Σημασία έχει να περιγράψεις τους μηχανισμούς οι οποίοι μπορούν να μετατρέψουν τον οποιονδήποτε από μας σε μηχανή παραγωγή φρίκης. «Μηχανισμοί», «δομές», «συνθήκες»- διαλέγετε και παίρνετε. Το κακό είναι κοινότοπο και οι περίπου χίλιες σελίδες μοιάζουν να γράφτηκαν για να υπερασπιστούν εικονογραφώντας την, αυτήν την άποψη της Χ. Άρεντ.

Ποια είναι η αξία αυτού του συμπεράσματος είναι ένα ζήτημα. Ποια είναι η λογοτεχνική αξία της εικονογράφησής της είναι ένα άλλο: διότι αν υποθέσουμε ότι, εντέλει, η περί κοινοτοπίας του κακού διαπίστωση καταλήγει στην αθώωση, άρα στην κατάργηση, της ατομικής συνείδησης- η οποία δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς το αίσθημα της ενοχής- τότε μένει να αναρωτηθούμε αν είναι δυνατόν να υπάρξει λογοτεχνική δημιουργία όταν ακριβώς αυτή η ατομική συνείδηση έχει καταργηθεί. Κατά τη γνώμη μου, όχι. Και σ΄ αυτό νομίζω πως οφείλεται αυτό το δυσάρεστο αίσθημα που είχα διαβάζοντας το μυθιστόρημα του Λίτελ: ότι δηλαδή ο συγγραφέας ξεκινώντας απ΄ αυτήν την αρχή, επειδή αδυνατεί να παραγάγει τον «εσωτερικό» κόσμο του ήρωά του τον παραγεμίζει με στερεότυπα. Αν ο «εσωτερικός» κόσμος είναι μια συνιστώσα των διχασμών που σπαράσσουν τη συνείδηση και τη συμπεριφορά, η απουσία των διχασμών τον ακυρώνει. Και η ακύρωσή του εκδικείται τον συγγραφέα σπρώχνοντάς τον όλο και πιο βαθιά στην παράθεση στερεοτυπικών συμπεριφορών, του «κρυπτομοφυλόφιλου», του «εκλεπτυσμένου αναγνώστη λογοτεχνίας», του αμπελοφιλοσοφούντος με «τα πέντε βασικά πράγματα που πρέπει να ξέρετε για τον Καντ».

Πιστεύω ότι αυτή είναι η χρησιμότητα των Ευμενίδων του Λίτελ: μας υπενθυμίζουν ότι όποιος παραβεί τις κατ΄ αρχήν συνθήκες της λογοτεχνικής δημιουργίας κινδυνεύει με ναυάγιο. Χρησίμευσαν επίσης πέρυσι για να βοηθήσουν την Ακαδημία Γκονκούρ να καταλάβει ότι υπάρχουν και συγγραφείς που ενδέχεται να ενδιαφέρονται και για θέματα πέραν του αφαλού και της μύτης, και τη Γαλλική Ακαδημία να αναθαρρήσει για το μέλλον της γαλλοφωνίας αφού κάποιος Αμερικάνος αποφάσισε να γράψει γαλλικά.

Και κάτι τελευταίο: όποιος το διαβάσει ολόκληρο να σηκώσει το χέρι.