ΒΙΝΙΦΡΕΝΤ ΓΚΕΟΡΓΚ ΖΕΜΠΑΛΝΤ: ΚΑΤΟΡΘΩΣΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΑΠΟ ΟΠΟΙΟΝΔΗΠΟΤΕ ΑΛΛΟΝ
ΝΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΕΙ ΕΝΑ ΕΝΤΕΛΩΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΥΦΟΣ ΠΟΥ ΣΥΝΔΥΑΖΕΙ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ, ΤΟΝ
ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΛΟΓΟ ΚΑΙ ΤΗ ΜΥΘΟΠΛΑΣΙΑ ΣΕ ΕΝΑ ΕΡΓΟ ΣΤΕΡΕΟ, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΔΙΑΒΑΖΕΤΑΙ
ΟΠΩΣ ΤΑ ΕΡΓΑ ΤΩΝ ΚΛΑΣΙΚΩΝ. ΘΕΩΡΕΙΤΑΙ ΕΝΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΜΕΙΖΟΝΕΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΤΟΥ ΤΕΛΟΥΣ
ΤΟΥ 20ού ΑΙΩΝΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΖΕΤΑΙ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ
«Δεν γνωρίζω κανένα άλλο βιβλίο που να αποδίδει τόσο εύστοχα την πολυσύνθετη μοίρα που συνοδεύει την ιδιότητα τού να είσαι Ευρωπαίος στο τέλος του ευρωπαϊκού πολιτισμού», έγραψε η Σούζαν Σόνταγκ για τους Ξεριζωμένους , και η κρίση αυτή, κατά τη γνώμη μου, ισχύει για ολόκληρο το έργο του Γερμανού συγγραφέα Βίνιφρεντ Γκέοργκ Ζέμπαλντ.

Στους Ξεριζωμένους, που είναι και το πρώτο του μυθιστόρημα, παρακολουθούμε τις ιστορίες ζωής τεσσάρων ανθρώπων που συνδέθηκαν με τις πιο σκοτεινές στιγμές της ιστορίας του 20ού αιώνα: τον Α΄ και Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη γενοκτονία των Εβραίων από τους ναζί.

Ο Ζέμπαλντ, μεγαλωμένος στη Γερμανία τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, είδε τις καταστροφές που είχε αφήσει ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, έζησε το «γερμανικό θαύμα» που ακολούθησε αλλά, κυρίως, έζησε τη «συνωμοσία σιωπής» γύρω από τα εγκλήματα του ναζισμού. Η ιστορία της χώρας του, της λογοτεχνίας της, των ανθρώπων της και κυρίως των «ξεριζωμένων» της, τον απασχόλησε αρχικά σε μελέτες και δοκίμια, και αργότερα σε μυθιστορήματα.

Οι Ξεριζωμένοι θεωρήθηκαν μυθιστόρημα που ανήκει στη λογοτεχνία με θέμα το Ολοκαύτωμα, όμως ο Ζέμπαλντ κατορθώνει να προσδώσει μιαν άλλη, οικουμενικότερη διάσταση στο «έγκλημα κατά της ανθρωπότητας». Οι διωγμένοι και ξεριζωμένοι άνθρωποι του βιβλίου δεν είναι μόνο Εβραίοι, είναι προπάντων «παρίες», εξόριστοι και ξένοι στον κόσμο και την εποχή τους, διωγμένοι από τον ίδιο τον πολιτισμό τους. Είναι άνθρωποι που διεκδικούν το αυθεντικό σε καιρούς απανθρωπιάς και ασημαντότητας.

Στο βιβλίο δεσπόζει η αυτοβιογραφική αφήγηση. Από την αρχή ώς το τέλος, ένας συγγραφέας-αφηγητής ξετυλίγει το κουβάρι της προσωπικής του ζωής, εμπλέκοντάς την με αυτήν άλλων προσώπων. Δεν είναι απλά ένας παντογνώστης αφηγητής που διηγείται ιστορίες, αλλά ένας άνθρωπος που συμπάσχει. Καθώς αναζητά τα ίχνη τους στις αφηγήσεις των οικείων τους, στα κιτρινισμένα ημερολόγια που άφησαν, στην αλληλογραφία τους και στις φωτογραφίες τους, μοιάζει να οικειώνεται τη ζωή τους και τον κόσμο που τους περιέβαλε, και που ο ίδιος καταγράφει με μοναδική προσήλωση στη λεπτομέρεια: άνθρωποι, τόποι, πόλεις, διάκοσμοι, η γύρω φύση, ζωντανεύουν κάτω από ένα βλέμμα εξεταστικό και στοχαστικό.

Τραυματική μνήμη

Οι πρωταγωνιστές των τεσσάρων ιστοριών είναι όλοι Ευρωπαίοι. Οι δυο είναι Γερμανοί εβραϊκής καταγωγής, ο δάσκαλος Πάουλ Μπεράιτερ που κατέφυγε στην Ελβετία και ο ζωγράφος Μαξ Φέρμπερ που κατέφυγε στο Μάντσεστερ την περίοδο των φυλετικών διωγμών· ο Άμπροζ Άντελβαρτ είναι Γερμανός μετανάστης στις ΗΠΑ, όπου υπηρέτησε ως μπάτλερ και συνοδός ενός ιδιόρρυθμου και ιδιοφυούς Εβραίου, με τον οποίο συνδέθηκε με αδελφική φιλία μιας ολόκληρης ζωής· τέλος, ο τέταρτος, ο Χένρυ Σέλγουιν, είναι ένας Εβραίος της Λιθουανίας, που μετανάστευσε στην Αγγλία, άλλαξε όνομα και έγινε επιτυχημένος χειρουργός.

Στις νέες πατρίδες τους, οι τέσσερις «ξεριζωμένοι» κατάφεραν να επιβιώσουν με σχετική επιτυχία. Όμως δεν ξεπέρασαν τη ριζική κατάσταση του παρία, του ανθρώπου που γνώρισε τη θηριωδία ενός διωγμού και μιας γενοκτονίας. «Η μνήμη, όσο κι αν την απωθήσεις, θα επιστρέψει και θα διαμορφώσει τη ζωή σου», γράφει ο Ζέμπαλντ. Και η τραυματική μνήμη μιας γενοκτονίας δεν αφορά μόνο τα θύματα αλλά και τους θύτες, και επηρεάζει τις ζωές των επιζώντων τουλάχιστον για τρεις γενιές, όπως έχουν δείξει οι σχετικές έρευνες.

Οι τέσσερις πρωταγωνιστές του Ζέμπαλντ θα τραβήξουν αργά τον δρόμο προς την κατάρρευση. Οι τρεις αυτοκτονούν, ενώ ο τέταρτος, ο Άμπροζ Άντελβαρτ,- που η ιστορία του είναι και η πιο συγκλονιστική του βιβλίου- μετά τον θάνατο του Εβραίου φίλου του σε μια ψυχιατρική κλινική, κλείνεται και ο ίδιος οικειοθελώς στην ίδια κλινική και υποβάλλεται σε ηλεκτροσόκ, μια θεραπεία που έμοιαζε να μην τη χρειάζεται για άλλο λόγο παρά μόνο «για να εξαλείψει όσο πιο ριζικά και αμετάκλητα γινόταν όχι μόνο τη διανοητική του ικανότητα, αλλά και την ίδια του τη μνήμη».

Οδοιπόρος

Ο Ζέμπαλντ-αφηγητής σ΄ αυτήν την πένθιμη περιπλάνηση έρχεται από πολύ μακριά, αλλά δεν είναι μόνος: ακούραστος οδοιπόρος και κυνηγός του αυθεντικού συναντιέται με τους μεγάλους και, κυρίως, με τους ελάσσονες του γερμανικού ρομαντισμού· περιεργάζεται ανθρώπους και αντικείμενα σαν φυσιοδίφης, φυσιολόγος και ανατόμος όπως ο Μπαλζάκ· ταξιδεύει στην Ανατολή όπως ο Φλωμπέρ, ο Νερβάλ και ο Μαρκ Τουαίν· περιδιαβάζει στα νορμανδικά θέρετρα όπως ο Προυστ· τέλος, γυρίζει στις πολιτείες των ΗΠΑ όπως ο Ναμπόκοφ, ένας «αυτοεξόριστος» όπως και ο Ζέμπαλντ. Είναι χαρακτηριστικές οι αινιγματικές αναφορές στο βιβλίο σε έναν άνθρωπο με την απόχη που κυνηγά πεταλούδες, και μας θυμίζουν τον λεπιδοπτερολόγο Ναμπόκοφ. Ο αλλού ρητός και αλλού λανθάνων διάλογος του Ζέμπαλντ με άλλους συγγραφείς της δυτικής παράδοσης δίνει στην αφήγηση μια διάσταση διαχρονικότητας κι ακόμη περισσότερο μοιάζει με απολογισμό ενός ολόκληρου πολιτισμού.

Ο αφηγητής του Ζέμπαλντ- ένας οδοιπόρος, παρατηρητής και στοχαστής- είναι κατά κύριο λόγο ένας συλλέκτης αναμνήσεων. Είναι ένας σύγχρονος flaneur, ένας περιπλανώμενος, όπως αυτός του Βάλτερ Μπένγιαμιν, που δεν έχει πια να διηγηθεί αξιομνημόνευτες πράξεις αλλά μόνο ιστορίες πόνου. Οι ιστορίες αυτές, που άρχισαν στην προπολεμική Γερμανία και τέλειωσαν τραγικά κάπου αλλού, ξετυλίγονται σε μια φύση γκρίζα, φθίνουσα, λεηλατημένη όπως και οι ζωές των ανθρώπων. Ερειπωμένοι κήποι και οπωρώνες, χέρσα χωράφια που έγιναν βιομηχανικές γειτονιές, δάση που αποψιλώθηκαν, είναι η εικόνα του τοπίου που πλαισιώνει την κατεστραμμένη ζωή των ανθρώπων. Ο Ζέμπαλντ, με μια συνείδηση βαθύτερα οικολογική και πολιτική, φιλοτεχνεί τοπία στα οποία παρατίθενται αντιστικτικά, σχεδόν μουσικά, το οργανικό και το ανόργανο, το φυσικό και το ανθρώπινο. Η λεηλατημένη φύση λειτουργεί ως σκοτεινό φόντο στο οποίο προβάλλεται ο πάσχων άνθρωπος.

Πιστεύω ότι η ορθή αποτίμηση της αξίας ενός τέτοιου βιβλίου στηρίζεται κατά κύριο λόγο στη μετάφραση. Το πρώτο βιβλίο του Ζέμπαλντ στα ελληνικά ευτύχησε να δει το φως σε μια εξαιρετική μετάφραση από τον Γιάννη Καλιφατίδη. Είναι φανερός ο μόχθος της δουλειάς του στην απόδοση του δύσκολου ύφους του Ζέμπαλντ που απαιτεί τη χρήση εξειδικευμένων λεξικών και τη νηφάλια επιλογή λέξεων, και ο Γιάννης Καλιφατίδης απέδωσε το ύφος αυτό δημιουργικά- κάτι που θεωρούμε άθλο.

OΙ ΞΕΡΙΖΩΜΕΝΟΙ

W.G. Sebald

ΜΤΦ. ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΛΙΦΑΤΙΔΗΣ, ΕΚΔ. ΑΓΡΑ, 2006.