Τέχνη, φόρμα και «μετάληψη»


Μπορεί να έρθουν σε δημόσιο διάλογο δύο εκθέσεις με διαφορετική επιφάνεια, αλλά με κοινό θέμα; Φαινομενικά η απάντηση είναι εύκολη και είναι καταφατική, εάν αυτό που βρίσκει κανείς ενδιαφέρον στην τέχνη είναι το νόημα και η συγκίνηση. Από αυτήν την άποψη, λοιπόν, η έκθεση-περιβάλλον του Πάνου Χαραλάμπους και η ατομική ζωγραφικής του Χρήστου Μαρκίδη είναι δύο εκθέσεις με διαφορετική «επιδερμίδα» στην έκφραση, αλλά με κοινή αγωνία των δημιουργών τους για τη μοίρα, τον Χρόνο και την καλλιτεχνική έκσταση. Εάν όμως η απάντηση στο αρχικό ερώτημα είναι «όχι, άλλο πράγμα οι εκθέσεις με περφόρμανς, εγκαταστάσεις, και “μοντέρνα γλώσσα”, άλλο η ζωγραφική», τότε θα περιοριστεί κανείς στην επιφάνεια και θα χάσει ένα βαθύτερα κρυμμένο κέρδος, κι αυτό δεν είναι άλλο από την κοινή- και όχι κατόπιν συνεννοήσεως- επιθυμία των δύο καλλιτεχνών να αντιμετωπίσουν την τέχνη ενιαία και όχι τεχνοτροπικά, ένα καλό σημάδι ότι είναι ώριμοι και με δημιουργικές αφετηρίες βιωμένες και πηγαίες.

Ας πάρουμετα πράγματα με τη σειρά: Ο Χαραλάμπους εκθέτει αυτούσια αντικείμενα, που με τον ελλειπτικό και συμβολικό τρόπο τους παραπέμπουν σε μια κατάσταση, αποτελώντας ένα μικρό οπτικοαουστικό-θεατρικό έργο, θα έλεγε κανείς, που διαρκεί όσο μείνει ο επισκέπτης στην αίθουσα. Στο κέντρο πάνω σε βάθρο, ένας μικρός τάφος από τούβλο είναι σκαμμένος σε μια απόπειρα γλυπτικής διαμόρφωσής του. Παραδίπλα ένα παλιό πικάπ παίζει αενάως δίσκους του παλιού τραγουδιστή δημοτικών τραγουδιών Τ. Καρναβά, ενώ δύο προβολείς αναπαράγουν στους τοίχους κεραμίδια που σπάνε και τον δίσκο του πικάπ. Παραπέρα, δυο στοίβες από τυπωμένες αφίσες του τραγουδιστή, σαν έτοιμες για αφισοκόλληση στους δρόμους. Ο τραγουδιστής , ας σημειωθεί, κατάγεται από την Αιτωλοακαρνανία, όπως και ο Χαραλάμπους, ο οποίος όταν καθιερώθηκε ευρύτατα πριν από είκοσι χρόνια, και έκτοτε έγινε καθηγητής

ΙΝFΟ

● Πάνος Χαραλάμπους, Voice-Ο-Graph, «Βagianni Gallery»: Αγ . Αναργύρων 20-22, Ψυρή, τηλ. 21 03221

.675, μέχρι 24/1 ● Χρήστος Μαρκίδης, «Τhanassis Frissiras Gallery»: Κριεζώτου 7, τηλ.

2 1 0-3640.288, μέχρι 30/3

στην ΑΣΚΤ, έκανε έργαπεριβάλλοντα (υλικά ψαρέματος, καπνά σε λιάστρες κ.ο.κ.) που αναφέρονταν στην Αιτωλοακαρνανία την ιδιαίτερη πατρίδα του, οπότε και ο «πανηγυρτζής» τραγουδιστής, που είναι το θέμα της έκθεσης, είναι ένα γνήσιο προϊόν του χαμένου αγροτικού πολιτισμού.

Χαμένη είναι επίσης, λέει ο Χαραλάμπους, και η δυνατότητα να χαρεί κανείς με την ψυχή του σήμερα, που όλα διαμεσολαβούνται και εκλογικεύονται. Στην έκθεσητου Χρήστου Μαρκίδη οι συνιστώσες έχουν λιγότερο ελλειπτική γλώσσα: μια όρθια φιγούρα μας κοιτάζει στα μάτια, σαν αναστημένη από τη θέληση του καλλιτέχνη, ενώ τριγύρω της ζωγραφικές πινελιές αέρινες, υπενθυμίζουν είτε το φόρεμα και το πέπλο, είτε το σάβανο του νεκρού, είτε τη διακριτική αίσθηση των επιτύμβιων ανάγλυφων της κλασικής Αθήνας, ενώ το ίδιο το πρόσωπο μοιάζει ανακατασκευασμένο με την εξπρεσιονιστική γραφή που γνωρίζουμε από τον Μπέικον. Πολύ καλή ζωγραφική, ικανότητα εκτέλεσης, καλή έμπνευση και καλά μελετημένη διαχρονική συσχέτιση των Φαγιούμ με τα επιτύμβια. Ο Μαρκίδης δηλώνει μια ωριμότητα και μια ακτινοβολία που ζητά ακόμη καλύτερη θέση στον χώρο στον οποίο κινείται. Το εισαγωγικό τεχνοκριτικό κείμενο του Ν. Ξυδάκη διαπεραστικό και λιτά διατυπωμένο.

Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον το πώς η εκστασιακή πλευρά της ζωγραφικής του Μαρκίδη, δηλαδή οι ελεύθερες εξπρεσιονιστικές πινελιές που διαμορφώνουν τα πέπλα, υποτάσσεται σεμνά στη μορφοπλασία, στη διαμόρφωση αναγνωρίσιμων μορφών, κατά παράλληλο τρόπο που στην έκθεση του Χαραλάμπους το «μνημόσυνο» διεκπεραιώνεται πιο υλιστικά- με αυτούσια αντικείμενα που οδηγούν στην ανασύσταση χαρακτηριστικών- αλλά με αίτημα κοινό, εν τέλει: την απαθανάτιση της μορφής, του προσώπου, της προσωπικότητας.

Πού διαφέρουν τελικά οι δύο εκθέσεις; Στη δυνατότητα συμμετοχής, «κοινωνίας», οργανικής αφομοίωσης. Του Χαραλάμπους μοιάζει κατάλληλο για κάποια μουσειακή συλλογή, του Μαρκίδη για περισσότερους αγοραστές. Κάθε επισκέπτης , εξάλλου, θα βρει τη δική του επαφή στην επιφάνεια ή στο βάθος των έργων.