Άσχημη ίσον διαφορετική


Υπογραμμίζει τη διαφορετικότητα της «ασχήμιας» αντί να την απαλύνει το σίριαλ που θέλει τους άσχημους χαζοβιόλικες καρικατούρες
Άσχημη, αλλά έχει σουξέ. Στην εποχή που ο όρος δεν υφίσταται για τις γυναίκες, πόσω μάλλον τις νεαρές, η Μαρία της μικρής οθόνης έχει τον πολιτικά ανορθόδοξο χαρακτηρισμό «η άσχημη». Ωστόσο στις χώρες με τις μεγάλες ελεύθερες αγορές, όπου είναι γνωστό ότι μία από τις κύριες πρώτες ύλες για την ανάπτυξη και την εύρυθμη σταθερή λειτουργία είναι η «γυναικεία ομορφιά», δεν έχουν το δικαίωμα να είναι άσχημες.

Με μια κολοσσιαία βιομηχανία ομορφιάς στη διάθεσή τους, με πλήθος από συμβουλές, πομάδες , στυλιστικά τερτίπια, δίαιτες, γυμναστικές και με την εξελιγμένη διατροφή των μαμάδων τους όταν τις κυοφορούσαν και των ιδίων καθώς μεγάλωναν, δύσκολα μπορούν να είναι άσχημες. Ακόμη κι αν από κάποια διαστροφή της φύσης η εμφάνιση έχει υποστεί ανήκεστο βλάβη και πάλι υπάρχουν χίλιοι τρόποι για να είναι ευπαρουσίαστο ένα κορίτσι κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. Ειδάλλως θα ήταν σαν να αποδέχεται το σύστημα της αγοράς την αποτυχία του.

Γ ιατί η «γυναικεία ομορφιά», από την εποχή ήδη των παλατιών, όταν οι αριστοκράτες και οι βασιλείς διέθεταν ωραίες ερωμένες, αναδείχθηκε σε σημαντικό μοχλό κίνησης της αγοράς, αξία, σαν τις άυλες του χρηματιστηρίου, που η απόκτησή της σημαίνει πλούτο. Άλλωστε η βιομηχανία της ομορφιάς αναπτύχθηκε όταν οι παντρεμένες κυρίες της ανερχόμενης μεσοαστικής τάξης στα μέσα του 18ου αιώνα άρχισαν να αντιγράφουν το ντύσιμο και το χτένισμα των γυναικών που πρόσφεραν τον έρωτά τους στους συζύγους τους. Όσο για τους άνδρες, η κατάκτηση μιας «ωραίας γυναίκας» και η κατοχή της μέσω αναγνωρισμένου κοινωνικού συμβολαίου, μέσω ενός γάμου για παράδειγμα, αποτελεί απόδειξη της δύναμής τους- δύναμης που ορίζεται κυρίως με οικονομικούς όρους. Η βιομηχανία των καλλιστείων παράγει πλήθος «ωραίων με τη βούλα» που υπηρετούν αυτήν ακριβώς την αντίληψη. Η γυναικεία ομορφιά καθίσταται απαραίτητη για την οικονομία της αγοράς, για την κατανάλωση προϊόντων παντός είδους, αφού όλα επενδύονται με μιαν αύρα ερωτισμού· αντικείμενα πόθου σε αντικατάσταση του αρχέγονου πόθου για την ωραία γυναίκα ή και προς ενίσχυσή του.

Γ ια όλους αυτούς τους λόγους η «Μαρία η άσχημη» είναι μια καρικατούρα, μια ανύπαρκτη στην πραγματικότητα φιγούρα, μια «εξωγήινη». Κινήσεις σπασμωδικές, γκριμάτσες έντονες, γυαλιά μυωπίας που δεν κυκλοφορούν εδώ και χρόνια στην αγορά. Είναι απίθανο να έχει τέτοιου είδους εμφάνιση οποιαδήποτε νεαρή, εκτός κι αν εμφάνιζε σύνδρομο αντικοινωνικότητας για λόγους που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία ειδικών ώστε να το εξακριβώσουν. Η Μαρία όμως είναι άσχημη αλλά υποτίθεται πολύ έξυπνη και ικανή· εκτός αυτών και χρυσός χαρακτήρας, γεμάτη καλοσύνη, έχει αυτό που λέμε «εσωτερική ομορφιά». Υποτίθεται αυτή θα αναδείξει την ασχημούλα σε πρωταγωνίστρια του περιβάλλοντός της, χάρη σ΄ αυτήν θα κερδίσει τον έρωτα του νέου, ωραίου και ζάπλουτου αφεντικού της.

Με εμφανή τη μεταμφίεση, τόσο η Ελληνίδα πρωταγωνίστρια όσο και η Λατινοαμερικάνα πρώτη διδάξασα του ρόλου και ερμηνεία σαν να παίζουν σε θέατρο παντομίμας, οι «άσχημες Μαρίες» στην πραγματικότητα υπογραμμίζουν την «ασχήμια» σαν ελάττωμα. Ο «άσχημος» είναι διαφορετικός. Είναι καλός επειδή είναι άσχημος και προπάντων έχει αντιδράσεις και συμπεριφορά απροσάρμοστου. Ότι μπορεί να αναγνωριστεί η καλοσύνη του και να κερδίσει την αγάπη είναι άλλο θέμα. Στο περιβάλλον του παραμένει ο «άλλος», ο «περίεργος», ο εύπιστος, ο χαζούλης .

Υποτακτική θηλυκότητα


Οι σκηνές και οι καταστάσεις απλοϊκές, οι χαρακτήρες δισδιάστατοι, σαν κόμικς για λαϊκή κατανάλωση που βρίθει ευανάγνωστων «ηθικών διδαγμάτων» για εφήβους, οι οποίοι οφείλουν να μάθουν να διαχειρίζονται τις «αξίες» της εμφάνισης και της κοινωνικής τους θέσης με τρόπο αποδοτικό για την αγορά, που σημαίνει ότι στον έρωτα ο άνδρας έχει το πάνω χέρι και θέτει τους όρους, ακόμη και όταν δείχνει να υποκύπτει στη μοιραία. Όσο για τη γυναίκα δεν έχει άλλη επιβεβαίωση από το να κερδίσει τον έρωτά του και φυσικά το όνομά του, αφού θα είναι και καλό κορίτσι.

Οι ωραίες και μοιραίες άλλωστε του σίριαλ είναι όλες αντιπαθητικές. Όσο για τις «καθημερινές» είναι μονίμως προδομένες και εγκαταλελειμμένες γιατί ενδίδουν ερωτικώς. Στα παραμύθια που μας δίδαξαν την υποτακτική θηλυκότητα, άλλωστε κερδίζει πάντα η γλυκιά, με τη διακριτική ομορφιά, που στο τέλος λάμπει από τον έρωτα του πρίγκιπά της