Οι ζωές των άλλων


Είδα τις «Ζωές των άλλων». Την εξαιρετική γερμανική ταινία που μιλά για τη ζωή στον άλλοτε «σοσιαλιστικό παράδεισο» του Ανατολικού Βερολίνου. Οι ζωές των άλλων. Οι δικές μας. Τους χαρακτήρες που έβλεπα, τους έχω γνωρίσει. Στη σταλινική Αλβανία. Τα ίδια πρόσωπα. Η ίδια ηλιθιότητα. Η ίδια αισθητική…

Όλα αυτά τα καθεστώτα, όπου υπήρχαν και όπου ακόμα επιβιώνουν (Κούβα και Βόρεια Κορέα), εφάρμοσαν και εφαρμόζουν τις ίδιες μεθόδους. Απόλυτη δουλοπρέπεια απέναντι στην εξουσία, κατάδοση των άλλων, «στρατόπεδα αναμόρφωσης» των εχθρών. Οι εχθροί ειδικά δεν είχαν τελειωμό. Μας το έλεγαν οι Γραμματείς του Κόμματος από την Α΄ Δημοτικού: «Ο εχθρός βρίσκεται παντού. Το νερό κοιμάται. Ο εχθρός δεν κοιμάται»…

Μεγαλώνοντας ανακαλύπταμε ότι οι Γραμματείς είχαν δίκαιο. Ο εχθρός ήταν πραγματικά παντού. Ήταν ο γείτονάς μας. Δεν του φαινόταν. Ερχόταν η Ασφάλεια τα μεσάνυχτα και τον έπαιρνε. Έβλεπα τους γονείς μου, στο σκοτάδι να προσπαθούν να δουν κρυφά από το παράθυρο. Το πρόσωπό τους είχε ασπρίσει. Έμοιαζαν με νεκρούς υπνοβάτες. Η συμφορά είχε πέσει δίπλα. Ποτέ δεν ήσουν σίγουρος ότι το άλλο βράδυ δεν ήταν η σειρά σου.

Τι έκανε ο γείτονας; Έγραφε παράξενους ποιητικούς στίχους, είπαν. Όχι σύμφωνα με τις οδηγίες του Κόμματος και του Οδηγητή.

Και κάπου, κάποτε, σε κάποιον, είχε εκφράσει την επιθυμία να πάει να δει πώς ζουν οι άνθρωποι στην καπιταλιστική, βάρβαρη Δύση. Αρκετά για να θεωρηθεί «πράκτορας του αμερικανικού ιμπεριαλισμού». Καταδικάστηκε με είκοσι χρόνια φυλακή. Ήταν μόνον είκοσι τριών χρόνων ο γείτονάς μου. Έπειτα από μία εβδομάδα η Ασφάλεια επέστρεψε. Αυτήν τη φορά για να εξορίσει τα μέλη της οικογένειας του «εχθρού». Και οι γονείς μου έτρεμαν ξανά. Το χειρότερο πράγμα που μπορεί να σου συμβεί ως παιδί είναι να δεις τους γονείς σου τόσο τρομαγμένους , που να μοιάζουν με ανθρωπάκια…

Έπειτα από μερικούς μήνες ήρθε η σειρά του πατέρα τού καλύτερου φίλου μου. Ουδείς ήξερε τι είχε κάνει. Το μόνο γνωστό ήταν ότι τον κάρφωσε η ίδια η γυναίκα του. Η οποία, έπειτα από δύο εβδομάδες, αυτοκτόνησε. Και πάλι οι γονείς μου τρομαγμένοι, να με συμβουλεύουν να μην κάνω παρέα πια με τον φίλο μου γιατί είναι μερικά επικίνδυνα πράγματα που θα τα καταλάβω μόνο όταν μεγαλώσω…

Κι όταν μεγαλώνεις, μαθαίνεις ότι στον «σοσιαλιστικό παράδεισο» η κατάδοση είναι τρόπος ζωής. Ανεβαίνεις επαγγελματικά και κομματικά. Στο Κόμμα δεν φθάνουν οι πράκτορες για να επιτηρήσει την κάθε ύποπτη σκέψη, χειρονομία, φαντασίωση. Γι΄ αυτό η γενικευμένη υποκίνηση της ανθρώπινης φαυλότητας. Καρφώνεις κάποιον, κάνεις πέρα έναν αντίπαλο. Καρφώνεις κάποιον, εξασφαλίζεις τη «σωτηρία» σου. Καλύτερα αυτός στη φυλακή παρά εσύ. Όλοι εναντίον όλων. Ο γείτονας καρφώνει τον γείτονα, ο συνάδελφος τον συνάδελφο, ο κερατωμένος τον γκόμενο της γυναίκας του, η σύζυγος τον σύζυγο και το αντίστροφο. Όλοι φακελωμένοι. Δεν υπάρχει τέλος. Στα δέκα σου μαθαίνεις ότι οι τοίχοι έχουν αυτιά. Στα δώδεκά σου βλέπεις με δυσπιστία τους συμμαθητές σου. Στα δεκατέσσερα τους συγγενείς σου. Στα δεκαοκτώ, ίσως, τους γονείς σου. Ολόκληρες γενιές ανθρώπων, θαμμένες, στους «σοσιαλιστικούς παραδείσους». Στον «παράδεισο» της συντριβής του ατόμου. Στον «παράδεισο» των Γ ραμματέων του Κόμματος, του χαφιεδισμού, των στρατοπέδων. Οι ζωές των άλλων. Οι δικές μας. Που όταν τις αφηγούμαστε, καμιά φορά, ενοχλούμε το ιδεολογικό βόλεμα όσων δεν θέλουν να δουν, να ακούσουν, να μάθουν. Σε τελευταία ανάλυση, οι ζωές είναι των άλλων. Δεν είναι δικές τους… Άσε που, εδώ που τα λέμε, ποιος ξέρει εάν αυτός ο σκηνοθέτης, ο Χένκελ, δεν είναι πράκτορας των Αμερικανών και του ιμπεριαλισμού;