Πίσω από την κάμερα για τον «ποιμένα» της CΙΑ


«Πάντα με ενδιέφερε η περίοδος του Ψυχρού Πολέμου και η κατασκοπεία. Είναι ένα συναρπαστικό κομμάτι της Ιστορίας μας». Με αυτές τις κουβέντες, για αρχή, ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο αιτιολογεί τους λόγους που τον ώθησαν να σκηνοθετήσει το κατασκοπικό θρίλερ «Ο καλός ποιμένας» («Good shepherd»), αυξάνοντας σε δύο τις φορές που θα καθήσει στην καρέκλα η πλάτη της οποίας γράφει «σκηνοθέτης».

Ο συνήθως ολιγόλογος ηθοποιός ήταν λαλίστατος. Και πώς αλλιώς, άλλωστε, όταν πρόκειται να μιλήσει και να επικοινωνήσει το νέο του σκηνοθετικό εγχείρημα. Ανέκαθεν, λοιπόν, ο Ντε Νίρο ήθελε να κάνει μια ταινία για τη CΙΑ και βεβαίως δεν συνυπολογίζονται οι ταινίες «Γαμπρός της συμφοράς» και «Πεθερικά της συμφοράς», στην οποία υποδυόταν έναν συνταξιοδοτημένο πράκτορα της Υ πηρεσίας.

Γ ια τον «Καλό ποιμένα» έχει σεναριογράφο τον βραβευμένο με Όσκαρ (για το «Φόρεστ Γκαμπ») Έρικ Ροθ, ο οποίος έγραψε μια ιστορία για έναν παντρεμένο πράκτορα της CΙΑ, ο οποίος αποφασισμένος να κάνει καριέρα παραμελεί τη γυναίκα του και τον γιο του, που τον έχουν ανάγκη. «Μου αρέσει να φωτίζω τις προσωπικές ζωές των ηρώων. Είναι ένα ενδιαφέρον εργαλείο και ήταν το ελκυστικό στοιχείο του σεναρίου». Εκείνος πάντως δεν θέλει να μιλάει για τα δικά του. «Μα, είναι προσωπικά», ατακάρει χαμογελώντας.

Υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του τέθηκαν οι Ματ Ντέιμον και Αντζελίνα Ζολί, ενώ ο ίδιος ταξίδεψε σε Αφγανιστάν , Μόσχα και άλλα μέρη, και αφιέρωσε πολύ χρόνο σε συναντήσεις με τον επί 30 χρόνια πράκτορα της CΙΑ, Μιλτ Μπίαρντεν, για να μπει στο κλίμα.

Στο παρελθόν ο Ντε Νίρο έχει παίξει σε αρκετές ταινίες με έντονο το στοιχείο της βίας. Παραδόξως, στον «Καλό ποιμένα» φρόντισε να είναι στον ελάχιστο βαθμό, αν και ο θεατής μπορεί να δει περισσότερη βία στο DVD. Είναι ξεκάθαρος όμως: «Δεν με΄ ενδιαφέρει να κάνω αιματοβαμμένες σκηνές, αλλά οι σεκάνς με τους σκοτωμούς να είναι αληθοφανείς». Αντιμετωπίζει τη σκηνοθεσία με σοβαρότητα, κι ας έχει ένα μάτσο πρωταγωνιστικούς ρόλους στο ενεργητικό του, στοιχείο- θα έλεγε κανείς- που θα του έδινε μια άνεση, λόγω εμπειρίας. «Ανησυχώ μήπως και κάτι δεν πάει καλά». Αγαπάει τη δουλειά του και υποστηρίζει πως δεν το κάνει για τα λεφτά. «Προσπαθώ πάντα για το καλύτερο. Όταν κάτι αξίζει και αισθάνομαι ότι μπορώ να το κάνω, γιατί είναι και δημιουργικό, προχωρώ- ασχέτως οικονομικών».

Εύκολο χρήμα.


Περισσότερα από δύο εκατομμύρια ευρώ πήρε ο Τζορτζ Μάικλ για να τραγουδήσει μόλις για μία ώρα στο πρωτοχρονιάτικο πάρτι Ρώσου πολυεκατομμυριούχου στη Μόσχα. Ο κυπριακής καταγωγής τραγουδιστής ταξίδεψε με το ιδιωτικό αεροσκάφος του Ρώσου Κροίσου έως την έπαυλη (που βρίσκεται σε προάστιο, 30 χιλιόμετρα μακριά από τη ρωσική πρωτεύουσα) και με τους μουσικούς του ψυχαγώγησε τους 300 καλεσμένους. Μόλις ολοκλήρωσε το πρόγραμμά του ο Μάικλ με τη συνοδεία του επιβιβάστηκαν και πάλι στο αεροπλάνο και αναχώρησαν για το Λονδίνο, με σκοπό να είναι το πρωί στην αγγλική πρωτεύουσα.

Πάνε την «Κόλαση» στο Βατικανό


Στην «Κόλαση» θα βρεθεί ο Πάπας Βενέδικτος ΙΣΤ΄ και μάλιστα μέσα στο Βατικανό. Ο λόγος για την όπερα με αυτόν τον τίτλο που θα ανεβάσει ο συνθέτης Μονσινιόρ Μάρκο Φρισίνα. Η παράσταση βασίζεται στη «Θεία Κωμωδία» του Δάντη και θα περιέχει σκηνές από τον παράδεισο, την κόλαση και το καθαρτήριο.

Σύμφωνα με τον συνθέτη, η όπερα θα αποτελείται από διάφορα μουσικά είδη. Ο παράδεισος θα έχει μουσική υπόκρουση κλασικές μελωδίες, ενώ η κόλαση ροκ, πανκ και ρέιβ. Διακόσιοι μουσικοί και χορευτές θα πάρουν μέρος, ενώ θα χρησιμοποιηθούν έξι προβολείς και μία τεράστια σκηνή. Στο φόντο θα προβάλλονται εικόνες εμπνευσμένες από το έργο του Δάντη. Οι περισσότεροι στίχοι προέρχονται απευθείας από το ποίημα του Ιταλού συγγραφέα περιγράφοντας τη διαδρομή στα τρία επίπεδα της ζωής μετά θάνατον. Οι πρόβες θα ξεκινήσουν τις επόμενες εβδομάδες και οι διοργανωτές έχουν ζητήσει άδεια να ανεβάσουν την πρεμιέρα στο Βατικανό παρουσία του Πάπα. Στα σχέδιά τους είναι η παράσταση να περιοδεύσει σε όλη την Ευρώπη. Ο Φρισίνα έχει γράψει τραγούδια και μουσική για θρησκευτικά έργα και τηλεοπτικές ταινίες.

Ούτε στα όνειρά της


Πολλοί ξαφνιάστηκαν με τον έρωτα της 44χρονης Ντέμι Μουρ με τον 28χρονο σύζυγό της Άστον Κούτσερ, αλλά περισσότερο απ΄ όλους η ίδια η ηθοποιός, όπως εξομολογείται στο νέο τεύχος του «Vanity Fair». Οι δυο τους συναντήθηκαν σε ένα πάρτι το 2003 και γρήγορα ερωτεύθηκαν.

«Αν κάποιος μου έλεγε ότι θα συναντούσα έναν 25χρονο ανερχόμενο ηθοποιό που θα δεχόταν και τα τρία μου παιδιά σαν δώρο, θα του απαντούσα να συνεχίσει να ονειρεύεται. Εκπλαγήκαμε και οι δύο από το πώς ήρθαν τα πράγματα. Τότε μάλιστα ήταν η εποχή που ήταν περιζήτητος στον χώρο και θα περίμενε κανείς να έχει πολλές κατακτήσεις. Δεν αποκλείεται να κάνω κι άλλα παιδιά μαζί του.

Όταν έχεις ήδη τρία, με ένα ή δύο ακόμα δεν αλλάζουν και πολλά».

Και στην τηλεόραση το ζευγάρι δολοφόνων


Η επιτυχία της ταινίας «Ο κύριος και η κυρία Σμιθ» με τους Μπραντ Πιτ και Αντζελίνα Ζολί ήταν τέτοια, ώστε το αμερικανικό δίκτυο ΑΒC άναψε το πράσινο φως για την τηλεοπτική συνέχεια της ιστορίας. Το δίκτυο προσέγγισε τους δημιουργούς του φιλμ, τον σκηνοθέτη Νταγκ Λίμαν και τον σεναριογράφο, Σάιμον Κίνμπεργκ, και συμφώνησε μαζί τους. Δεν υπάρχουν όμως λεπτομέρειες για τους ηθοποιούς που θα εμφανίζονται στους πρωταγωνιστικούς ρόλους. «Φανταστείτε πως θα μπορούσε να έχει τον τίτλο “Παντρεμένοι με παιδιά και… όπλα”», έλεγε ο σεναριογράφος στην προσπάθειά του να δώσει μια πρόγευση της σειράς, που συνεχίζει την ιστορία του ζεύγους πληρωμένων δολοφόνων έξι μήνες μετά από ΄κεί όπου τους αφήσαμε στο τέλος της ταινίας. Η σειρά τούς θέλει να μετακομίζουν σε καινούργιο σπίτι, σε άλλο προάστιο διατηρώντας τον ίδιο επαγγελματικό προσανατολισμό, αλλά καθώς η φλόγα του έρωτά τους αρχίζει να χαμηλώνει, εκείνοι επιστρέφουν στην «παλιά τους τέχνη κόσκινο».