Η προσωπική στέρηση της ελευθερίας είναι ένα από τα πλέον οδυνηρά πράγματα που

μπορούν να συμβούν σε έναν πολίτη. Αν δε αυτό οφείλεται σε άδικη προφυλάκιση,

είναι ίσως το οδυνηρότερο και μόνον ο βιώσας μια τέτοια εφιαλτική κατάσταση

είναι δυνατόν να αισθανθεί το μέγεθος αυτής της αδικίας που δύσκολα μπορεί να

επανορθωθεί.

Το γεγονός, όπως είχε επανειλημμένως επισημανθεί, της «εύκολης προφυλάκισης»,

της αυστηρότητας με την οποία αντιμετωπίζονται οι υπόδικοι, έχει οδηγήσει

αδίκως ουκ ολίγες περιπτώσεις στις φυλακές, που στα δικαστήρια αθωώνονται

πανηγυρικά. Αυτή είναι η πρώτη επισήμανση. H δεύτερη, ότι στις περιπτώσεις

αυτές (των αδίκως προφυλακισθέντων δεν έχει υπάρξει ακόμη η ανάλογη

γενναιότητα στην επιδίκαση των σχετικών αποζημιώσεων. Και ο καθείς γνωρίζει

ότι στις περιπτώσεις αυτές, η ζημία – υλική, ψυχολογική και ηθική – την οποία

υφίσταται ο αδίκως προφυλακισθείς είναι τεράστια.

Οι αντίστοιχες όμως αποζημιώσεις είναι ευτελείς. Αναμφιβόλως έχει συντελεσθεί

πρόοδος στη νομοθεσία και τη νομολογία, αλλά σε σχέση με τα ισχύοντα στην

Ευρωπαϊκή Ένωση είμαστε ακόμη πίσω. Αυτό φαίνεται και από τις αποφάσεις του

Δικαστηρίου των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, στο οποίο αναγκάζονται να προσφύγουν

λόγω των ευτελών ποσών που επιδικάζονται. Ανθρώπινο το σφάλλειν, αλλά πιο

ανθρώπινη και γενναία είναι η αναγνώριση του σφάλλειν.

H επιδίκαση της εύλογης αποζημίωσης ποτέ δεν θα μπορέσει να αναπληρώσει το

κενό που δημιουργήθηκε στους ανθρώπους αυτούς. Θεωρώ όμως, ότι οι δικαστές θα

πρέπει να υπερβούν την νοοτροπία αυτή, όταν έχουν απέναντί τους την Πολιτεία,

αφού αυτή οφείλει πρωτίστως να προστατεύει τους πολίτες της από τις άδικες

αυτές προφυλακίσεις, μέσω των δικαστηρίων.

O Δημήτρης Παξινός είναι πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών