|
|
ΗΘΟΠΟΙΟΣ, ΣΚΗΝΟΘΕΤΡΙΑ, ΠΟΙΗΤΡΙΑ
Οι άνθρωποι αποστρέφονται, φθονούν και πολεμούν το διαφορετικό. Για το
ωραίο και το αληθινό πρέπει να ζεις αποφασιστικά. Δεν φοβάμαι κανένα. Φράσεις
– κλειδιά από την ηθοποιό, σκηνοθέτρια και ποιήτρια Μαρία Ξενουδάκη, την ψυχή
του «Αντιθεάτρου» που τώρα το ονόμασε «Αντιθέατρο Μετά» και ετοιμάζεται να
ενσαρκώσει τον Βαν Γκογκ. Ομολογεί πως είναι αυτοκαταστροφική αλλά
«ξαναγεννιέμαι από την τέφρα μου» υποστηρίζει.
1978: «Αντιθέατρο». 2006: «Αντιθέατρο Μετά». Τι κερδίσατε αυτά τα 28
χρόνια;
Την πεποίθηση ότι οι άνθρωποι αποστρέφονται, φθονούν, πολεμούν το διαφορετικό.
Αλλά και τη βεβαιότητα ότι η τόλμη θέλει αρετή. Και ότι για το ωραίο και το
αληθινό πρέπει να ζεις αποφασιστικά. Δεν φοβάμαι τίποτα και κανένα!
Γιατί «Αντιθέατρο»; Σας είχε τόσο επηρεάσει ο Φασμπίντερ και το δικό του
«Αντιθέατρο»;
Όχι. Όταν το ίδρυσα δεν ήξερα και πολλά για τη θεατρική καριέρα του
Φασμπίντερ. Ήθελα να κάνω αντι-τέχνη γιατί δεν με ενδιέφερε ο ρεαλισμός. H
τέχνη γίνεται «αντι…» όταν ο περίγυρος γίνεται εχθρικός προς την
καλλιτεχνική έκφραση.
Ποια ήταν η φιλοσοφία σας όταν το ιδρύσατε;
Να έρθω σε αντιπαράθεση με το αναιμικό, λιμνάζον, αρτηριοσκληρωτικό θεατρικό
γίγνεσθαι.
«Βρίζοντας το κοινό» του Χάντκε: η εναρκτήρια παράστασή σας. Σας εκφράζει
ακόμα ή άλλαξαν οι καιροί;
Με εκφράζει ακόμα η τόλμη.
Είχατε αντιδράσεις από το κοινό, στις πρώτες, πιο «επιθετικές» παραστάσεις
σας;
Οι παραστάσεις μου δεν ήταν ποτέ επιθετικές. Απλά, ήταν μη ρεαλιστικές.
«Αντιθέατρο» της οδού Τήνου.
Μνήμη πόνου και απελπισίας που τα προκάλεσε η «αποστροφή» κάποιων. Αλλά και
μνήμη δημιουργίας.
«Αντιθέατρο» της οδού Μοσχονησίων.
H συνέχεια: Γέννηση – θάνατος – γέννηση. Αγώνας για την κορυφή και μετά
γκρέμισμα στο χάος.
Κάνατε κοινό; Και είναι το κοινό που θέλατε;
Έχω πιστούς, οπαδούς. Που με εκτιμούν και με σέβονται.
Τι σας έλκυσε στον Βαν Γκογκ για να τον φέρετε στη σκηνή;
Ήθελα πάντα να παίξω αυτόν τον μοιραίο και μοναχικό άνθρωπο, αυτόν τον
μεγαλοφυή ζωγράφο. Δεν ήταν τρελός! Την τρέλα των άλλων εξέφραζε…
Μπορεί να ενσαρκωθεί στη σκηνή;
Ναι, αλλά μόνο από μένα! Πρέπει να έχεις υποφέρει πολύ για να τον νιώσεις.
Θα δεχόσασταν να σας σκηνοθετήσει άλλος;
Όχι. Είναι δύσκολο να με καθοδηγείς. Εγώ – και το λέω χωρίς έπαρση – καθοδηγώ
τους άλλους μια ζωή…
Στο θέατρο σάς έβγαλε ο Δημήτρης Ποταμίτης. Μια ανάμνηση;
Πολλές όμορφες αναμνήσεις. Οι απόψεις μας για το θέατρο ήταν ίδιες. Απλά
εκείνος είχε τον δικό του τρόπο να τις εκφράζει. Το ότι δεν ζει πια είναι για
μένα οδυνηρό.
Παίξατε πλάι στην Έλλη Λαμπέτη στον «Βυσσινόκηπο». Τι έχετε κρατήσει από τη
συνεργασία;
Μόνο κακές αναμνήσεις. Και δεν είχε παίξει ρόλο η διαφορά ηλικίας… Δεν
είχαμε τίποτα κοινό. Μιλούσε άλλη γλώσσα, δεν την καταλάβαινα.
«Μελόδραμα» του Νίκου Παναγιωτόπουλου μαζί με τον Λευτέρη Βογιατζή. Σας
έγραψαν ότι θυμίζατε Ζαν Μορό. Γιατί δεν συνεχίσατε στο σινεμά;
Γιατί μετά την επιτυχία που είχα και εδώ και στη Γαλλία άρχισαν να με
συκοφαντούν οι συμπατριώτες μου… H Ελλάδα τρώει τα άξια παιδιά της. Δεν της
το συγχωρώ!
Ένα σοκ: από το «Αντιθέατρο» πήγατε ξαφνικά να παίξετε στην «Λάμψη» του
Φώσκολου. Δεν ήταν τρελό;
Όχι, γιατί είχα ανάγκη από χρήματα για να φτιάξω τον καινούργιο μου χώρο.
Άρης Τασούλης: σύντροφος στη ζωή και στο θέατρο. Πώς αντιμετωπίσατε την
απώλειά του;
Ο θάνατός του με άφησε ανάπηρη. Νεκρή! Θα ξαναζωντανέψω όταν πάω να τον βρω.
Το ελληνικό θέατρο πώς το βλέπετε;
Δεν με αφορά.
Τι σας ενοχλεί περισσότερο γύρω σας;
Με ενοχλεί το πώς έχουν καταντήσει οι γυναίκες: αγοραία σάρκα και μάλιστα όχι
φρέσκια. Ντρέπομαι… Με ενοχλεί η χυδαιότητα, το ύπουλο, ο φθόνος, η
μιζέρια…
Γιατί είστε τόσο επιθετική; Είναι στυλ;
Δεν είμαι επιθετική! Βίαιη είμαι! Όταν χρειαστεί… Όταν ξέρω πως έχω δίκιο
μπορώ να φτάσω στα άκρα. Όσο είμαι εκλεπτυσμένη τόσο βάρβαρη μπορεί να γίνω με
τους βάρβαρους…
Μήπως είστε αυτοκαταστροφική;
Ναι, πολύ. Αλλά ξαναγεννιέμαι από την τέφρα μου. Όμως στο μέλλον δεν ξέρω τι
μπορεί να συμβεί.